Του Quentin Peel, Financial Times 13/11/2002 Yπό την ιδιότητά του ως πρώην πρόεδρος της γαλλικής δημοκρατίας, ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν, θεωρείται ότι είναι ένας από τους πλέον έγκυρους ευρωπαίους πολιτικούς. Γι’ αυτό λοιπόν επιλέγηκε να προεδρεύσει της Συνέλευσης για το Μέλλον της Ευρώπης. Ωστόσο, τούτο, δεν τον εμπόδισε να ακολουθήσει εσφαλμένη οδό σκέψης σε ένα σημαντικό ζήτημα. Πρίν από μερικές ημέρες, δήλωσε ότι εάν επιτραπεί στην Τουρκία να εισέλθει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα σημάνει το τέλος της ένωσης όπως την γνωρίζουμε. Το σχόλιό του όχι μόνον μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν ταιριάζει να εκφέρεται από τον πρόεδρο μιας συνταγματικής συνέλευσης, αλλά και ήταν εντελώς άκαιρο. Η συνεργασία της Τουρκίας είναι καίριας σημασίας προκειμένου για την υπογραφή μιας τελικής συμφωνίας για την επίλυση του προβλήματος στην Κύπρο, έτσι ώστε το νησί να μην είναι διαιρεμένο όταν εισέλθει στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2004. Ωστόσο, σε ένα σημείο οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι ο κ. ντ’ Εστέν αξίζει της αναγνώρισής μας: επανέφερε την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός διαλόγου που συνήθως αποφεύγεται. Αναμφιβόλως, τις απόψεις του για την Τουρκία συμμερίζονται πολλοί πολιτικοί στη γηραιά ήπειρο, οι οποίοι φοβούνται ότι η συγκεκριμένη χώρα είναι ανησυχητικά μεγάλη πληθυσμιακά και ξένη ως προς τις παραδοσιακές δυτικές παραδόσεις και αξίες για να ενταχθεί στην ευρωπαϊκή οικογένεια, έστω και εάν δεν τολμούν να το εκφράσουν δημόσια. Στο παραπάνω επιχείρημα προστίθενται δύο βασικές παράμετροι. Η πρώτη αφορά στο γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ιδρύθηκε επι τη βάσει των χριστιανικών αξίων και πως μια ενδεχόμενη είσοδος ενός κοσμικού κράτους όπου η επικρατούσα θρησκεία είναι η μουσουλμανική, θα αποσταθεροποιούσε τις ευρωπαϊκές δομές. Η άλλη αφορά στο γεγονός ότι η Τουρκία είναι πολύ μεγάλη - καταγράφεται πληθυσμιακή έκρηξη σε βαθμό που σε λίγα χρόνια θα είναι μεγαλύτερη από τη Γερμανία- αλλά και τόσο αδύναμη οικονομικά ώστε δύσκολα θα μπορούσε να βρεθεί μια βολική θέση γι’ αυτήν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ίσως θα ήταν καλύτερα εάν εντασσόταν στο πλαίσιο μιας κοινής αγοράς ή μιας ζώνης ελεύθερων εμπορικών συναλλαγών, αλλά όχι απαραίτητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση αυτή καθ’ αυτή. Το πρώτο επιχείρημα εμπεριέχει μιαν επικίνδυνη νοσταλγία. Οι αξίες της Ευρώπης των δημοκρατικών διακυβερνήσεων και του σεβασμού των νόμων και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μπορεί έχει προέλθει από τον χριστανιακό πολιτισμό, αλλά έχουν εξελιχθεί. Για να επιμείνουν στην χριστιανική ουσία τους θα ενθάρρυναν ακριβώς εκείνη τη μορφή των διακρίσεων που υποτίθεται ότι οι ευρωπαϊκές αξίες θα εμπόδιζαν. Πλέον και ανεπιστρεπτί, η ευρωπαϊκή ήπειρος είναι πολυπολιτισμική. Το δεύτερο επιχείρημα είναι πιο σοβαρό, αλλά και αυτό με τη σειρά του έχει υπερκερασθεί από τις εξελίξεις. Η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρόκειται να μετασχηματίσει αυτή την ίδια τη φύση της. Τα περισσότερα από τα δέκα νέα κράτη που θα γίνουν δεκτά κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής της Κοπεγχάγης το Δεκέμβριο μπορεί να μην πλησιάζουν το εδαφικό και πληθυσμιακό μέγεθος της Τουρκίας, αλλά σίγουρα πλησιάζουν τις οικονομικές επιδόσεις της εξ ανατολών χώρας. Μια εικοσαπενταμελής Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι περισσότερο ρευστή και αλλαγμένη σε σχέση με το 15μελές σχήμα που τώρα γνωρίζουμε. Η ένταξη νέων κρατών-μελών θα καταστεί πολύ ευχερέστερη διαδικασία. Όσον αφορά στην Τουρκία, της έχει ήδη ανακοινωθεί επίσημα ότι είναι υποψήφια χώρα. Ο κ. Ζισκάρ ντ’ Εστέν αναμφίβολα θυμάται ότι ο προκάτοχός του στρρατηγός ντε Γκώλ είχε δηλώσει, εγείροντας το δικαίωμα της αρνησικυρίας που είχε η πατρίδα του αναφορικά με την ένταξη της Βρετανίας στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, πως η Τουρκία είναι ευρωπαϊκή χώρα, άρα νομιμοποιείτο να ζητήσει να καταστεί μέλος της ΕΟΚ. Ωστόσο, υφίσταται ένα γνήσιο δίλημμα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα διακρατικό κλάμπ στην εξώπορτα του οποίου συνωθείται πλήθος κρατών, από την Ουκρανία μέχρι το Κιργιστάν, που θα επιθυμούσαν να καταστούν μέλη του. Όμως, κάποτε, κάποιος πρέπει να χαράξει μια τελική γραμμή επέκτασης. Έως σήμερα, οι περισσότερες επεκτάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθοδηγήθηκαν από πολιτικούς, παρά οικονομικούς ή γεωγραφικούς λόγους. Η Ελλάδα, η Πορτογαλλία και η Ισπανία έγιναν δεκτές στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα ως επιβράβευση των προσπαθειών να εδραιώσουν τη δημοκρατία στις επικράτειές τους. Το ίδιο ισχύει και για το τρέχον ρεύμα υποδοχής των κρατών από τηνανατολική Ευρώπη. Όλες οι υποψήφιες προς ένταξη χώρες χρειάστηκε να ευθυγραμμισθούν με τα πολιτικά κριτήρια της Κοπεγχάγης για την δημοκρατική συμπεριφορά. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, απλώς, δεν γίνεται να αλλάξει τους ισχύοντες κανόνες μόνο και μόνο προκειμένου νααποκλείσει την υποψηφιότητα της Τουρκίας. Ακόμα, τα τωρινά μέλη έχουν χρησιμοποιήσει την προοπτική της απόδωσης του χαρακτηρισμού μιας χώρας ως υποψήφιας για ένταξη, ως εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής, με απώτερο στόχο να ενθαρρύνουν την υιοθέτηση συνθηκών που συνάδουν προς το κράτος του νόμου στις επικράτειές τους. Η ίδια πολιτική χρησιμοποιήθηκε και για την περίπτωση των κρατών από την κεντρική Ευρώπη και αναμένεται να χρησιμοποιηθεί και στην περίπτωση των βαλκανικών χωρών. Όμως, η προοπτική αυτή δεν είναι επαρκής. Από την άλλη πλευρά, τα υποψήφια κράτη-μέλη είναι ανάγκη να αναγνωρίσουν ότι η διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση σε τίποτε δεν θα θυμίζει το τωρινό σχήμα στο οποίο διακαώς επιθυμούν να ενταχθούν. Κατ’ αρχάς, θα χρηματοδοτηθούν με πολύ λιγώτερα χρήματα από τα περιφερειακά ταμεία ενίσχυσης. Δεν θα υπάρχουν πλέον ούτε «Ελλάδες», ούτε «Ισπανίες», των οποίων η επίτευξη του στόχου για φιλελευθεροποίηση των αγορών υποστηρίχθηκε από πακτωλούς χρημάτων προερχόμενους εκ Βρυξελλών, ούτε θα υπάρξουν σημαντικές εκροές χρημάτων προς την Τουρκία ή την ανατολική Ευρώπη. Η διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι περισσότερο δυσκίνητη και περισσότερο απομακρυσμένη από τους πολίτες της. Αυτές ακριβώς οι διαφοροποιήσεις είναι το αντικείμενο των εργασιών της Συνταγματικής Συνέλευσης της οποίας προίσταται ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν: πως θα μπορέσει μια διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση να λειτουργήσει καλύτερα. Μια πρόταση θα μπορούσε να ήταν η μεταβλητή γεωμετρία, με εσωτερικό πυρήνα των «πρωκοκλασσάτων» κρατών-μελών και εξωτερικές πτέρυγες που θα διαθέτουν χαλαρούς δεσμούς με τον κεντρικό πυρήνα. Το πρόβλημα με την περίπτωση αυτή θα ήταν ότι κανένα από τα νέα κράτη-μέλη δεν θα επιθυμεί να θεωρείται «δεύτεροκλασσάτο» .. Μια άλλη ιδέα είναι να υπάρξει «στενή συνεργασία» μεταξύ μικρών διακρατικών ομάδων αναφορικά με την άσκηση συγκεκριμένων πολιτικών, κάτι που αποτελεί αντικείμενο διαβουλεύσεων στο πλαίσιο της Συντακτικής Συνέλευσης. Ο φόβος που υπάρχει είναι μήπως η είσοδος της Τουρκίας αποβεί διαλυτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση, έστω και εάν με τα υπάρχοντα στοιχεία από το παρελθόν κάτι τέτοιο δεν φαίνεται πιθανό, αφού οι αλυσσιδωτές διευρύνσεις απέφεραν και μεγαλύτερο βαθμό ενοποίησης. Επιπρόσθετα, η Τουρκία θα πρέπει να εργασθεί με συνέπεια ούτως ώστε να ευθυγραμμισθεί με τα αυστηρώτατα οικονομικά και πολιτικά κριτήρια που έχει θεσπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήδη, η προοπτική της ένταξης έχει αποφέρει ορισμένες δραστικές μεταρρυθμίσεις στον εσωτερικό πολιτικό χάρτη της χώρας.. Αποτελεί ειρωνία ότι ο Ζισκάρ ντ’ Εστέν ενδέχεται να ενήργησε προς όφελος της Τουρκίας τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Επιτιθέμενος φραστικά τώρα, αναγκάζει όλους τους εμπλεκόμενους στην υπόθεση, να επιβεβαιώσουν ότι η υποψηφιότητα της Τουρκίας είναι αυθεντική.. Όσον αφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πλέον πολύ αργά να αλλάξει κατεύθυνση πολιτικής. Η Συντακτική Συνέλευση πρέπει να επικεντρώσει την προσοχή της όχι στο πώς θα εμποδίσει την διεύρυνση, αλλά στο πώς θα καταφέρει να καταστήσει την αναπόφευκτη αυτή διαδικασία θετική για όλους όσοι θα αποτελούν μέρος της νέας ευρωπαϊκής ενιαίας δομής.

Διαβάστε ακόμα