Του Κώστα Καλλίτση
Η Ελλάδα έχει διανύσει σημαντική απόσταση τις τελευταίες δεκαετίες. Κατάφερε να βρίσκεται σε περίοπτη θέση, από κάθε άποψη. Πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά. Μια ματιά στη γειτονιά μας επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Η Ελλάδα αναπτύχθηκε. Αυτό είναι το ευεργετικό αποτέλεσμα της εμπέδωσης της δημοκρατίας στη χώρα μας. Για πρώτη φορά στην ιστορία μας, μπορούμε να μιλάμε για ένα συνεχές, αδιατάρακτο θετικό δημοκρατικό ισοζύγιο 32 ετών. Σήμερα, όμως, είναι διάχυτη η αίσθηση πως η προωθητική πρώτη ύλη της μεταπολιτευτικής περιόδου τείνει να εξαντληθεί. Τα φαινόμενα στασιμότητας και παρακμής πληθαίνουν, η έλλειψη στρατηγικής κάνει εντονότερη την παρουσία της και, με δεδομένη τη στασιμότητα του εγχειρήματος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αναπαράγονται σε διευρυνόμενη κλίμακα τα πολιτικά και κοινωνικά «κλισέ» διά πάσαν νόσο. Το νήμα των μεταρρυθμίσεων έχει κοπεί εδώ και αρκετά χρόνια. Κι όμως, είναι κοινή η πεποίθηση ότι για να κερδίσουμε το στοίχημα του μέλλοντός μας, απαιτούνται γενναίες μεταρρυθμίσεις, σε τρεις ιδιαίτερα τομείς: στην Παιδεία, τη Δημόσια Διοίκηση και την Οικονομία. Η εμπειρία δείχνει ότι οι μεταρρυθμίσεις αντιμετωπίζουν ένα διπλό κίνδυνο. Τον κίνδυνο της υποταγής στη λογική του «πολιτικού κόστους», που παραπέμπει τα πάντα στις ελληνικές καλένδες, τα αναβάλλει για κάποια άλλη, «κατάλληλη», στιγμή. Δεύτερον, τον κίνδυνο της λανθασμένης επιλογής στόχων, που φέρνει την κοινωνική πλειοψηφία απέναντι στις μεταρρυθμίσεις γιατί δεν αναγνωρίζει σε αυτές ότι εξυπηρετούν τα συμφέροντά της. Η λογική του «πολιτικού κόστους» αφορά το σύνολο του πολιτικού συστήματος, ιδίως τα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα εξουσίας. Ήδη από το 2000, η οικοδόμηση του πολιτικού λόγου τους κυριαρχείται από την εκλογική σκοπιμότητα – όχι από τις πραγματικές κοινωνικές προτεραιότητες. Ο δημόσιος διάλογος τείνει να περιοριστεί στο θέμα της διαφθοράς (ενίοτε, της διαφθοράς των άλλων...) που είναι μείζον, αλλά αντί να αντιμετωπιστεί χρησιμοποιείται ως σημαία ευκαιρίας, που την ανεβοκατεβάζουν οι δύο μονομάχοι κατά το δοκούν. Απότοκο της χαμηλής ποιότητας του δημοσίου διαλόγου είναι η έλλειψη ατζέντας, οι κοκορομαχίες γύρω από τα αυτονόητα, η ενοχοποίηση της διαφορετικής γνώμης, η εξίσωση της διαφοράς με τη συνωμοσία και του ανοικτού πνεύματος με την έλλειψη αρχών. Κι όμως, σε όλες τις κατ’ ιδίαν συζητήσεις, ομοφωνούμε ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να προχωρήσει αν δεν υπάρξει συνείδηση των προτεραιοτήτων στον σύγχρονο, ραγδαία μεταβαλλόμενο κόσμο. Αν δεν ενισχυθεί η αυτενέργεια των παραγωγών, αν δεν αποκαθηλωθούν κατεστημένες αντιλήψεις και πρακτικές. Αν δεν ξαναγίνει εφευρετική και ευέλικτη. Αν δεν πάψει να ομφαλοσκοπεί και να χάνει τον χρόνο της με τον τετραγωνισμό του κύκλου. Αν δεν σκύψει στο κρίσιμο τρίγωνο – Παιδεία, Δημόσια Διοίκηση, Οικονομία. Στασιμότητα–συντήρηση ή μεταρρύθμιση–πρόοδος; Η απάντηση συνιστά Πολιτική. Τα υπόλοιπα αφορούν μόνο λίγους. Όσους θα ήθελαν, απλώς, να απολαμβάνουν κάθε φορά την κυβερνητική εξουσία... (Καθημερινή, 6/9/06)

Διαβάστε ακόμα