Της Vanessa Houlder, Financial Times 21/11/2002 Οι ισπανικές αρχές οι οποίες αγωνίζονται να καθαρίσουν τις ακτές της Γαλικίας από τις χιλιάδες τόννων πετρελαίου που διέρρευσαν από το ναυάγιο του δεξαμενόπλοιου Prestige, εναποθέτουν τις ελπίδες τους για μια σύντομη αποκατάσταση της οικολογικής ισορροπίας στην περιοχή, στην συσσωρευμένη εμπειρία την οποία αποκόμισαν ύστερα από 30 χρόνια ανάλογων ναυτικών τραγωδιών. Το μάθημα από τις περιβαλλοντικές καταστροφές είναι μικτό: από τη μία, η μακροπρόθεσμη ζημία σπανίως είναι τέτοιας έκτασης όπως αρχικά υπολογίζεται και από την άλλη, η επιχείρηση καθαρισμού ποτέ δεν είναι τόσο αποτελεσματική, όσο θα μπορούσε να ήταν, ενώ αρκετές φορές οδηγεί σε επιδείνωση του προβλήματος. Οι ανησυχίες των περιβαλλοντιστών επικεντρώνονται στον κίνδυνο που συνιστά για τη θαλάσσια πανίδα (πουλιά και σπάνια θαλάσσια θηλαστικά) η πετρελαιοκοιλίδα από το Prestige, αλλά και η τοξικότητα ορισμένων από τα συστατικά του πετρελαίου. Ωστόσο, και έως αυτή την ώρα, οι παραπάνω πληθυσμοί εμφανίζονται να ανθίστανται επαρκώς στις συνέπειες της καταστροφής, ενώ η επιστημονική μελέτη 30 χρόνων αποδεικνύει ότι η μακροπρόθεσμη περιβαλλοντική ζημία από την διαρροή βαρέος πετρελαίου στις θάλασσες δεν είναι τόσο σημαντική όπως συνήθως πιστεύεται, σύμφωνα με την International Tanker Owners Pollution Federation. O διευθύνων σύμβουλος της εν λόγω ομοσπονδίας ισχυρίζεται ότι οι περισσότερες από τις μεγάλες πετρελαιοκοιλίδες δεν αντιμετωπίζονται όπως πρέπει, με βάση την υποστήριξη που προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία. “Συνήθως” λέει ο Ίαν Γουάïτ, “οι προσπάθειες καθαρισμού εμποδίζονται από την ανεπάρκεια των σχεδίων αντιμετώπισης έκτακτων περιστατικών, την κατάτμιση της επιφόρτισης των ευθυνών και την τάση να επηρρεάζονται περισσότερο από τις πιέσεις που ασκούν οι πολιτικοί και τα μέσα ενημέρωσης και λιγότερο από τις πραγματικές τεχνικές συνθήκες”. Αν και ο εξοπλισμός που χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό των πετρελαιοκοιλίδων έχει βελτιωθεί σημαντικά, δεν έχει υπάρξει δραστική αναβάθμισή του. Τα εργαλεία, συνήθως, περιορίζονται στα πλωτά φράγματα, μέσα στα οποία εγκλωβίζεται το διαρρεύσαν πετρέλαιο, σε συσκευές που απομακρύνουν το πετρέλαιο και σε χημικά που το διαλύουν. Οι νέες τεχνικές περιλαμβάνουν την καύση του διαρρεύσαντος πετρελαίου σε situ και την επιτάχυνση της διαδικασίας αποσύνθεσής του, με τη χρήση μικροοργανισμών. Πάντως και οι δύο παραπάνω νέες μέθοδοι έχουν περιορισμένες εφαρμογές. Ταυτόχρονα έχουν αναπτυχθεί μέθοδοι προστασίας των ζώντων οργανισμών, όπως κλωβοί ιχθύων που προστατεύονται με ειδικό πλαστικό κάλυμμα. Σε πρόσφατη πετρελαιοκοιλίδα σε νησί στη Νότια Αφρική, τοποθετήθηκαν προσωρινά συρματοπλέγματα που εμπόδισαν τους πιγκουϊνους να προσεγγίσουν την μολυσμένη θαλάσσια περιοχή. Ωστόσο, τα καίρια μαθήματα από προηγούμενες θαλάσσιες καταστροφές είναι πως στην ουσία δεν υφίσταται παρά περιορισμένη ακτίνα δράσης αναφορικά με την αντιμετώπιση της πετρελαϊκής μόλυνσης. Η παρέμβαση του ανθρώπου μπορεί να επιφέρει περισσότερα προβλήματα από αυτά τα οποία μπορεί να επιλύσει. Χρησιμοποιώντας χημικά διαλυτικά, μπορεί να βλάψει την άγρια πανίδα. Όταν καθαρίζει τις ακτές με τη χρήση βαρέων οδικών μηχανημάτων προκαλεί ανάλογη βαρέα μόλυνση της άμμου. «Τελικά», λέει ο Σάϊμον Μπόξαλ του πανεπιστήμιου του Σαουθάμπτον, « μάθαμε πως είναι καλύτερα αν αφήσουμε τα πράγματα να εξελιχθούν από μόνα τους». Το σημείο αυτό επισημάνθηκε ιδιαίτερα μετά την πετρελαιοκοιλίδα απο το υπερδεξαμένοπλοιο Exxon Valdez στην Αλάσκα το 1989, μια από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές καταστροφές στην ιστορία του πλανήτη. Η πετρελαιοκοιλίδα σκότωσε περίπου 250 χιλιάδες πουλιά, 2800 ενυδρίδες, 300 γλάρους, 250 αετούς και τουλάχιστον 22 φάλαινες-όρκα. Στον καθαρισμό, που διάρκεσε τέσσερα καλοκαίρια και κόστισε 2,1 δισεκατομμύρια δολάρια, συμμετείχαν 10 χιλιάδες άτομα, 1000 σκάφη κάθε είδους και 100 αεροσκάφη. Αναπόφευκτα, η μόλυνση η οποία προέκυψε από την μαζική εκείνη δραστηριότητα, αλλά και την ανάγκη να στεγασθούν και μετακινηθούν οι μετέχοντες στη διαδικασία καθαρισμού, ενέτεινε το υπαρκτό οικολογικό πρόβλημα στην περιοχή εκείνη του πλανήτη. Σε έκθεση που συντάχθηκε το 1992 από τη National Oceanic & Atmospheric Administration υπολογίσθηκε ότι το μεγαλύτερο μέρος από το διαρρεύσαν πετρέλαιο εξατμίσθηκε, διαλύθηκε στο νερό, ή αποσυντέθηκε φυσικά. Τα συνεργεία καθαρισμού ανέκτησαν περίπου το 14 τοις εκατό του πετρελαίου, ενώ ένα άλλο 13 τοις εκατό κατακάθισε στον πυθμένα της θάλασσας. Τέλος, μόνον ένα 2 τοις εκατό, ή 216 χιλιάδες γαλλόνια, μόλυνε τις ακτές, ενώ αποδείχθηκε ότι οι προσπάθειες τις οποίες κατέβαλλαν οι εθελοντές απέτυχαν να αποδώσουν ικανά αποτελέσματα. Μάλιστα και προς επίρρωσιν των ανωτέρω, το Exxon Valdez Oil Spill Trustee Council αποκάλυψε ότι τα θαλάσσια κύματα από τις χειμερινές καταιγίδες, «έπραξαν» περισσότερα για τον καθαρισμό των ακτών από ό,τι συνολικά η ανθρώπινη παρέμβαση !

Διαβάστε ακόμα