Του Κ.Ν. Σταμπολή
Απογοητευμένος από την μέχρι σήμερα σημειωθείσα πρόοδο στα 25 κράτη μέλη της Ε.Ε. για το άνοιγμα των αγορών ενέργειας στον ανταγωνισμό, δηλώνει ο πρόεδρος της Κομισιόν κος. Jose Manuel Barroso, όπως προκύπτει από πρόσφατη συνέντευξή του στους Financial Times. Ο κύριος Barroso πιστεύει ότι ένας από τους βασικούς λόγους που δεν προχωράει ικανοποιητικά η απελευθέρωση των αγορών ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου στην Ε.Ε. έγκειται στο γεγονός ότι οι διάφοροι εθνικοί ρυθμιστές ενέργειας είναι πολύ κοντά στις κυβερνήσεις τους, οι οποίες εξ’ άλλου τους έχουν διορίσει, και ότι στην πράξη κάθε άλλο παρά ανεξάρτητοι είναι. Στην ουσία οι κατά τόπο ρυθμιστές επηρεάζονται άμεσα, και στις περισσότερες περιπτώσεις καθοδηγούνται και ελέγχονται απόλυτα από τις κυβερνήσεις. Είναι δε τόσο πεπεισμένος ότι οι ρυθμιστές τα έχουν κοινώς ‘κάνει πλακάκια’ με τους κυβερνώντες, ώστε ο κύριος Barroso εμφανίζεται έτοιμος να εισηγηθεί νέα νομοθετικά μέτρα στην Επιτροπή για να μπορέσει να επιτύχει το άνοιγμα των αγορών και τη δημιουργία κλίματος ανταγωνισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ατελέσφορη και πολύμηνη προσπάθεια της Γερμανικής ΕΟΝ να εξαγοράσει την Ισπανική εταιρεία ηλεκτρισμού Endessa παρά το υψηλότατο τίμημα που είναι διατεθειμένη να πληρώσει. Ακόμα ένα παράδειγμα η προσπάθεια συγχώνευσης της Γαλλοβελγικής Suez με την Gaz de France, η οποία αντιμετώπιζε σοβαρά εμπόδια από συνδικάτα αλλά και επενδυτές. «Το παρόν σύστημα δεν δουλεύει», ομολογεί ο κ. Barroso. Απόδειξη ότι οι περισσότερες χώρες (μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα) δεν έχουν ακόμη καταφέρει να προχωρήσουν στον λογισμικό διαχωρισμό (δηλαδή το γνωστό unbundling) της παραγωγής, μεταφοράς και εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας. Παράλληλα, οι μεγάλες - κολοσσοί ενεργειακές εταιρείες της Ευρώπης (π.χ. EDF, EON, RWE, Electrabel κ.α.) δεν εννοούν να χάσουν την δεσπόζουσα θέση που έχουν στις εθνικές αγορές και στην ουσία εμποδίζουν πολύ έντεχνα την δημιουργία ανταγωνισμού. Πάντως, ο κ. Barroso, φαίνεται αποφασισμένος να ενισχύσει τον παρεμβατικό ρόλο της ΕΕ δημιουργώντας εν ανάγκη έναν Ευρωπαϊκό ενεργειακό ρυθμιστή με τις κατάλληλες υπερεξουσίες. Απώτερος στόχος του προέδρου της Κομισιόν είναι να επισείσει μια νομική δαμόκλειο σπάθη σε ένα τομέα που έχει ήδη μπει στο στόχαστρο των αντιμονοπωλιακών αρχών των Βρυξελλών.Υιοθετώντας αυτή τη στάση πετυχαίνει να ταράξει ακόμη περισσότερο τα νερά, προκαλώντας μια κινητικότητα. Έως τώρα, η Ε.Ε. δεν είχε ποτέ επιχειρήσει τέτοιου είδους από-επενδύσεις, άνωθεν επιβαλλόμενες, προς χάριν του ανταγωνισμού, όπως το έχουν ήδη κάνει οι ΗΠΑ με τη Standard Oil και την AT&T. Ελλάδα: Η Απελευθέρωση που δεν Έγινε Την στιγμή που ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Manuel Barroso ανακοίνωνε τα σχέδιά του για ριζικές αλλαγές στην Κοινοτική νομοθεσία με στόχο την επιτάχυνση των διαδικασιών για την απελευθέρωση της ενεργειακής αγοράς καθώς και την δημιουργία ακόμη μεγαλύτερου ανταγωνισμού μεταξύ των εταιρειών, στην Ελλάδα ο Υπουργός Ανάπτυξης κ. Δημήτρης Σιούφας, σε αντίθεση με το κυρίαρχο Ευρωπαϊκό και διεθνές ρεύμα που ενισχύει τις ιδιωτικές επενδύσεις στην ηλεκτροπαραγωγή, αποφάσιζε την καθυστέρηση των διαδικασιών για το άνοιγμα της εδώ αγοράς ηλεκτρισμού. Με απόφασή του, στις αρχές Αυγούστου, ο ΥΠΑΝ απεφάσισε την αναβολή του διαγωνισμού του ΔΕΣΜΗΕ για τη συμμετοχή ιδιωτικών εταιρειών, δηλ. των ανεξάρτητων παραγωγών ενέργειας, για την κατασκευή του πρώτου ιδιωτικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Με πρόφαση την αλλαγή του ανώτατου ορίου για την αγορά πιστοποιητικών ισχύος (από 70.000 ευρώ/MW στα 30.0000 ευρώ/MW) και για λόγους υποτιθέμενης διαφάνειας, ο ΔΕΣΜΗΕ έδωσε παράταση τριών μηνών για την υποβολή προσφορών από τις ενδιαφερόμενες εταιρείες έτσι ώστε η ημερομηνία του διαγωνισμού να έχει μετατεθεί τώρα για τον Φεβρουάριο του 2007. Όπερ και σημαίνει ότι εάν δεν υπάρξει άλλη προσχηματική καθυστέρηση, η αξιολόγηση των προσφορών θα έχει ολοκληρωθεί στις αρχές του καλοκαιριού του 2007 και η εταιρεία που θ’ αναδειχθεί νικητής του πρώτου αυτού διαγωνισμού (εάν υποθέσουμε ότι θα υπάρξουν περισσότεροι του ενός υποψήφιοι) θα υπογράψει με τον ΔΕΣΜΗΕ πριν το τέλος του 2007, με προοπτική ο σταθμός να είναι έτοιμος για λειτουργία προς τα τέλη του 2009 ή αρχές του 2010. Να σημειώσουμε ότι όταν η σημερινή κυβέρνηση ανέλαβε καθήκοντα τον Μάρτιο του 2004 τόσο ο εν λόγω διαγωνισμός όσο και ο νέος Κώδικας λειτουργίας του συστήματος ήσαν καθ’ όλα έτοιμα, αλλά δεν είχαν επικυρωθεί από τον προηγούμενο Υπουργό Ανάπτυξης κ. Άκη Τσοχαντζόπουλο, αφού η κυβέρνηση Σημίτη, μη επιθυμώντας να είναι αυτή η υπεύθυνη για το άνοιγμα της αγοράς, πέρασε το μπαλάκι στην επόμενη κυβέρνηση. Έτσι όταν ανέλαβε υπουργός Ανάπτυξης ο Δημήτρης Σιούφας, αντί να προχωρήσει τάχιστα τις διαδικασίες όπου θα έφερναν άμεσες επενδύσεις και ζεστό χρήμα στην αγορά, απεφάσισε να ξεκινήσει από την αρχή την όλη διαδικασία, σπαταλώντας πολύτιμο χρόνο (2 χαμένα χρόνια) και οδηγώντας την αγορά και τους επενδυτές σε πλήρη τελμάτωση και απογοήτευση. Είναι προφανές ότι η σημερινή Κυβέρνηση, πιστή σε μία ξεπερασμένη κρατικίστικη νοοτροπία, το τελευταίο πράγμα που επιθυμεί είναι το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και την δημιουργία ανταγωνισμού. Η Κυβέρνηση αντιμετωπίζει με δέος την είσοδο ιδιωτών στην ηλεκτροπαραγωγή φοβούμενη τις παρενέργειές της στην ΔΕΗ (δηλ. την ενδεχόμενη μείωση του μεριδίου αγοράς και τις αντιδράσεις των συνδικαλιστών). Κανονικά η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας θα έπρεπε να είχε ανοίξει, έστω και μερικώς, εδώ και πέντε χρόνια. Όμως, τόσο η προηγούμενη όσο και η σημερινή κυβέρνηση έκαναν ό,τι ήτο δυνατό, χρησιμοποίησαν κάθε νομικό τερτίπιο και κάθε ευφάνταστη δικαιολογία, για να μην πράξουν τίποτε. Το ζητούμενο τότε και τώρα ήτο να δοθεί η δυνατότητα σε ορισμένους ανεξάρτητους παραγωγούς να δραστηριοποιηθούν επενδύοντας στην κατασκευή και λειτουργία νέων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής, εφαρμόζοντας την επίσημη Ευρωπαϊκή πολιτική και τις σχετικές Κοινοτικές οδηγίες. Η μεθόδευση για την είσοδο νέων παικτών στην αγορά ήτο σχετικά απλή αφού η διαγωνιστική διαδικασία δεν αφορούσε την προμήθεια υλικών ή υπηρεσιών αλλά την θέσπιση κινήτρων. Και επειδή μάλιστα ο αριθμός των ενδιαφερομένων παικτών ήτο εκ των πραγμάτων αυστηρά περιορισμένος (5-6 εταιρείες εταιρείες που είχαν άδεια παραγωγής) δεν απαιτείτο καν διενέργεια διαγωνισμού. Σύμφωνα με την Κοινοτική νομοθεσία και πρακτική, θα μπορούσαν να γίνουν κυκλικές διαπραγματεύσεις με όλους τους ενδιαφερόμενους μέχρις ότου προκύψει ο επενδυτής που θα προσέφερε τους καλύτερους οικονομικούς και τεχνικούς όρους και την πλέον εύκολη ένταξη της μονάδας στο δίκτυο. Όμως, επειδή από την αρχή φαίνεται ότι η πρόθεση της κυβέρνησης ήτο η καθυστέρηση με κάθε τρόπο του ανοίγματος της αγοράς, στήθηκε ο άκρως γραφειοκρατικός διαγωνισμός του ΔΕΣΜΗΕ, ο οποίος μόνο για την συγγραφή του απαίτησε δύο ολόκληρα χρόνια και πολλά έξοδα. Ξεκάθαρος στόχος, η οποιαδήποτε νέα επένδυση σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής να μην υλοποιηθεί από την παρούσα κυβέρνηση αλλά να μετατεθεί στην επόμενη. Ακριβώς η ίδια τακτική που ακολούθησε ο προκάτοχος του σημερινού Υπουργού Ανάπτυξης. Είναι σαν να μας λέει ο κ. Σιούφας, «Απελθέτω το πικρό ποτήριο απ’ εμού». Όμως ο ανταγωνισμός, τον οποίο τόσο φοβάται η κυβέρνηση, είναι μονόδρομος για την μελλοντική λειτουργία της αγοράς, την προσέλκυση και πραγματοποίηση επενδύσεων, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, την ταχύτερη τεχνολογική προσαρμογή και την ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό της οικονομίας. Τη στιγμή που όλη η Ευρώπη και οι περισσότερες χώρες κινούνται προς μία πλήρως απελευθερωμένη αγορά ενέργειας, είναι απορίας άξιον πως η σημερινή κυβέρνηση, που υποτίθεται ότι εμφορείται από φιλελεύθερες ιδέες, παραμένει νοσταλγός ενός ξεπερασμένου συγκεντρωτικού μοντέλου και μιας κεντρικά ελεγχόμενης οικονομίας. Αλλά οι υπέρμαχοι του κρατικού παρεμβατισμού και της παντοδυναμίας του κράτους ξεχνούν ότι σε λίγα χρόνια δεν θα χρειάζεται καν η έγκριση από τις εθνικές κυβερνήσεις για την δραστηριοποίηση εταιρειών και φυσικών προσώπων στις μέχρι σήμερα κλειστές αγορές όπως αυτής της ενέργειας. Απλούστατα, κράτη που αντιδρούν σήμερα, όπως η Ελλάδα, δεν θα επωφεληθούν από το άνοιγμα της αγοράς αφού οι επενδύσεις θα οδηγηθούν σε άλλες πιο φιλόξενες χώρες και έτσι για μια ακόμη φορά θα έχουμε χάσει το τρένο των εξελίξεων με οδυνηρές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις.

Διαβάστε ακόμα