Του Aλέξη Παπαχελά
Εδώ και είκοσι πέντε περίπου χρόνια επικρατεί στη χώρα μας ένας ιδιόμορφος τύπος μακαρθισμού. Υπάρχουν σοβαρά ζητήματα για τα οποία δεν μπορεί εύκολα να διατυπωθούν αιρετικές απόψεις, οι οποίες πηγαίνουν κόντρα στο πολιτικώς ορθό. Και όταν αυτό συμβαίνει εκείνοι που τις εκφράζουν «λούζονται» συνήθως με ύβρεις και –το χειρότερο– υπονοούμενα. Κλασικά παραδείγματα οι μεταπολιτευτικοί μύθοι γύρω από το Κυπριακό ή το πανεπιστημιακό άσυλο. Ο γράφων θυμάται μία μοναδική εμπειρία που έζησε όταν προετοίμαζε ένα ντοκιμαντέρ για το 1974. Στο σενάριο είχε συμπεριλάβει μία, άγνωστη στον πολύ κόσμο, ομιλία του Μακαρίου στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ με την οποία ζητούσε, μετά το ελλαδικό πραξικόπημα εναντίον του, να παρέμβουν οι εγγυήτριες δυνάμεις της συμφωνίας της Ζυρίχης για να αποκαταστήσουν το στάτους κβο. Αυτό ήταν το επιχείρημα που χρησιμοποίησε επισήμως η Άγκυρα για να προχωρήσει στην εισβολή. Όταν διάβασε το σενάριο ο υπεύθυνος ειδήσεων του καναλιού δήλωσε με αυστηρή φωνή: «Αυτό δεν μπορεί να παίξει. Θα γίνει φασαρία». Όσο και αν επέμενε ο γράφων ότι «ο Μακάριος το είπε και εν πάση περιπτώσει αποτελεί και αυτό κομμάτι της ιστορίας», ο βετεράνος δημοσιογράφος ήταν αμετάπειστος. «Αυτά τα πράγματα, παιδί μου, δεν λέγονται, καλύτερα να τα ξεχάσουμε» ήταν η φράση που επαναλάμβανε μονότονα. Τότε θεώρησα πως ήταν μια μικρή μάχη με έναν παλιότερο συνάδελφο που είχε τις δικές του αγκυλώσεις. Τώρα πια ξέρω πως είχα να κάνω με μια ολόκληρη κουλτούρα, ένα ακόμη υποπροϊόν που άφησε πίσω του το μεταπολιτευτικό τσουνάμι του λαϊκισμού. Τότε δεν μπορούσα να καταλάβω ποιοι θα ήταν αυτοί που θα φώναζαν αν ο μέσος Έλληνας τηλεθεατής μάθαινε κάτι παραπάνω για το τι συνέβη το 1974. Τώρα ξέρω πως υπάρχει μια ολόκληρη βιομηχανία που οχυρώνεται πίσω από κλισέ και ταμπού υβρίζοντας όποιον τολμήσει να σκεφθεί διαφορετικά. Με αυτήν τη λογική έχουμε φτάσει σε μια κοινωνία όπου η Δεξιά φοβάται να πει ή να δείξει ότι είναι Δεξιά και πρέπει συνεχώς να συμμετέχει σε γιορτές μνήμης ή να φωτογραφίζεται με στελέχη της Αριστεράς για να διώξει τους κακούς δαίμονες του παρελθόντος. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η κοινή γνώμη θέλει να ξεφύγει από αυτόν τον φαύλο κύκλο, επικροτεί τον κοινό νου, τον καθαρό πολιτικό λόγο και αντιλαμβάνεται τη μιζέρια γύρω της. Το πρόβλημά της είναι ότι δεν βρίσκει πολιτικούς ηγέτες που μπορούν να μιλήσουν καθαρά και να την πείσουν ότι κάτι μπορεί να αλλάξει. Όσο αναμασάμε τα ίδια και τα ίδια, όσο θα ζούμε με τους βρικόλακες του χθες χωρίς κανείς να τολμά να πει τα πράγματα με το όνομά τους, θα είμαστε ευχαριστημένοι με τη μιζέρια μας και τις αγκυλώσεις που μας κρατάνε στο φαινομενικά άνετο αλλά μακροπρόθεσμα αυτοκαταστροφικό κουκούλι μας. (Καθημερινή, 4/10/06)

Διαβάστε ακόμα