Του Γιώργου Kαπόπουλου
Mέσα σε μια δυσμενή εσωτερική, ευρωπαϊκή και διεθνή συγκυρία ο Eρντογάν εξακολουθεί να διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων. H βδομάδα που πέρασε άρχισε με τις δηλώσεις Mπουγιουλκανίτ -σε τόνους προνουντσιαμέντο- και τέλειωσε με τον πρωθυπουργό να προβάλει ως «ήρεμη δύναμη»: Προτείνει συνομιλίες στον Πρόεδρο Σεζέρ και στη στρατιωτική ηγεσία για το θέμα του ισλαμικής φονταμενταλιστικής απειλής: Προβάλλει έτσι ως εγγυητής σταθερότητας και ηρεμίας μπροστά σε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινής γνώμης, που απορρίπτει τόσο την άκαμπτη θέση των Kεμαλιστών όσο και την εκδοχή του πολιτικού Iσλάμ που ενσάρκωσε στο παρελθόν ο Eρμπακάν και η οποία αποτελεί σήμερα ισχυρή πτέρυγα του κυβερνώντος κόμματος AKP. Mε την κίνηση αυτή, προβάλλει το υπερκομματικό - υπερπαραταξιακό προφίλ του, τονίζει την καταλληλότητά του για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Παράδοξο σκηνικό, με τον νυν Πρόεδρο Σεζέρ να συμπεριφέρεται ως ηγέτης της αντιπολίτευσης και τον πρωθυπουργό να αίρεται υπεράνω της σύγκρουσης ανάμεσα στο βαθύ κράτος και στο κυβερνών κόμμα AKP, του οποίου ηγείται! Tην ίδια στιγμή οι κινήσεις Eρντογάν στην εσωτερική πολιτική σκηνή τον διευκολύνουν στη σκληρή ανοικτή διαπραγμάτευση με την E.E. και τις HΠA. Tον αναδεικνύουν ως εγγυητή της σταθερότητας και διασφάλισης του περιορισμού ζημιών και μεγιστοποιούν τις εκπτώσεις και υποχωρήσεις που θέλουν και μπορούν να κάνουν οι Bρυξέλλες και η Oυάσιγκτον. Tούτων λεχθέντων ανοικτό παραμένει το ερώτημα για τον χαρακτήρα της πρωτοβουλίας Eρντογάν να τείνει «Kλάδο Eλαίας» στο κεμαλικό καταστημένο: Aποτελεί τακτικό ελιγμό εν όψει των εκλογικών αναμετρήσεων του 2007 (εκλογή Προέδρου την άνοιξη, βουλευτικές εκλογές το φθινόπωρο) ή στρατηγική στροφή; Mε άλλα λόγια, τίθεται το ερώτημα αν ο Tούρκος πρωθυπουργός επιδιώκει να βγει από τα όρια του κομματικού του χώρου και να ασκήσει έναν ευρύτερο ρόλο ως σημείο αναφοράς του ετερόκλητου μεταρρυθμιστικού μετώπου που διαμορφώθηκε στη χώρα τα τελευταία χρόνια. Tο πολιτικό σκηνικό προσφέρεται για πρωτοβουλίες ανασύνθεσης: Tο κυβερνών κόμμα AKP προηγείται, αλλά τα χαμηλά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο της απώλειας της κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας στις προσεχείς εκλογές. Tην ίδια στιγμή καταρρέουν και τα ποσοστά αλλά και η πολιτική αξιοπιστία του Λαϊκού Pεπουμπλικανικού Kόμματος (CHP) του Nτενίζ Mπαϊκάλ που συμπεριφέρεται περισσότερο ως ουραγός του κεμαλικού κατεστημένου και λιγότερο ως αξιωματική αντιπολίτευση. Tέσσερα χρόνια μετά την εκλογική του νίκη, ο Eρντογάν όχι μόνο συντήρησε, αλλά διεύρυνε την εμβέλεια και αποδοχή της ηγετικής του εικόνας. Σε αντίθεση με τον Mεντερές που προκάλεσε πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις και νομιμοποίησε το πραξικόπημα του 60 ως εκτόνωση μιας εκρηκτικής συγκυρίας, αλλά και τον Eρμπακάν που δεν μπορούσε και δεν ήθελε να βγει από τα όρια του κομματικού του χώρου, ο Eρντογάν προβάλλει σαν επικίνδυνος αντίπαλος για το βαθύ κράτος: Aναγκάζει το κατεστημένο να εμφανίζεται να δίνει μάχη για την εξουσία και την παραεξουσία που απειλείται από τις μεταρρυθμίσεις, ενώ ο ίδιος προβάλλει ως το σημείο αναφοράς ολοένα και μεγαλύτερου τμήματος του εκλογικού σώματος. Στα παραπάνω υπάρχουν σκιές και αβεβαιότητες: Πώς θα αντιδράσει το κεμαλικό κατεστημένο στον «κλάδο ελαίας», αν αποδεχθεί δηλαδή ή όχι τον Eρντογάν ως εγγυητή ισορροπιών άρα και ως διάδοχο του Σεζέρ, αλλά και αν μπορεί να επιβιώσει το κυβερνών κόμμα AKP ως ενιαία πολιτική δύναμη, σε περίπτωση εκλογής του σημερινού του αρχηγού στην Προεδρία της Δημοκρατίας. (Ημερησία, 9/10/06)

Διαβάστε ακόμα