Εντός των προσεχών ημερών ο υπουργός Οικονομίας αναμένεται να καταθέση στην Βουλή το νέο φορολογικό νομοσχέδιο. Από το περιεχόμενό του θα εξαρτηθούν πολλά γιά το μέλλον της οικονομίας. Αν η Κυβέρνησις επιδείξη πολιτικό θάρρος και προβή σε γενναία φορολογική μεταρρύθμιση, μπορεί να αλλάξη άρδην την εικόνα και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Η παγκόσμιος τάσις Σήμερα επικρατεί παγκοσμίως τάσις μειώσεως της φορολογίας και απλουστεύσεως των διαδικασιών. Ως προς την απλούστευση, η τάσις έγκειται στο να επιβάλλονται οι φόροι κυρίως στην κατανάλωση. Δηλαδή περισσότεροι έμμεσοι φόροι και λιγώτεροι άμεσοι. Ως προς την μείωση, η τάσις έγκειται στην δραστική μείωση των συντελεστών φόρου εισοδήματος έναντι εκείνων που ίσχυαν στο παρελθόν. Προ δύο ή τριών δεκαετιών, οι συντελεστές φορολογίας εισοδήματος έφθαναν σε κάποιες χώρες σε επίπεδα άνω του 50%. Τότε αυτό δεν εθεωρείτο παράλογο, αφού ήταν ένας τρόπος αναδιανομής του εισοδήματος. Σήμερα όμως, τέτοιοι συντελεστές θεωρούνται αδιανόητοι. Επί ημερών παγκοσμιοποιήσεως που τα κεφάλαια και το χρήμα δεν έχουν πλέον σύνορα, οι υψηλοί συντελεστές φορολογίας διώχνουν τις επενδύσεις και αποβαίνουν εις βάρος της οικονομίας. Επιπροσθέτως, σήμερα είναι παγκοσμίως παραδεκτό ότι το κράτος και οι δαπάνες του πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο δυνατό. Οι πολίτες συνειδητοποιούν ότι το κράτος είναι σπάταλο και ότι οι φόροι τους οποίους εισπράττει, σε μεγάλο βαθμό χάνονται στον Καιάδα των δημοσίων δαπανών. Και ότι είναι πολύ καλύτερο κάποιες υπηρεσίες τις οποίες μέχρι τώρα παρείχε το κράτος, να παρέχονται από ιδιωτικούς φορείς. Το γεγονός αυτό ενισχύει την τάση μειώσεως των φόρων. Εν τούτοις η Ελλάς είναι μία από τις λίγες χώρες του κόσμου που κατά την τελευταία δεκαετία δεν έχει παρακολουθήσει την παγκόσμια τάση μειώσεως των φόρων. Οριακές μειώσεις φόρων έγιναν και εδώ. Αλλά ήταν οριακές. Το 1993, ο ανώτατος συντελεστής φορολογίας εισοδήματος στην χώρα μας ήταν 40%. Εφέτος, 13 χρόνια αργότερα ο ανώτατος συντελεστής παραμένει στο 40%. Και εφαρμόζεται επί εισοδήματος (23.000 ευρώ και άνω) που έχει πολύ χαμηλότερη αγοραστική αξία από τότε. Κέρδη και εισοδήματα Η Κυβέρνησις Καραμανλή ξεκίνησε προ διετίας μία τομή στην φορολογία των επιχειρήσεων. Σταδιακώς, μέσα σε μία τριετία ο φόρος επί των κερδών των επιχειρήσεων μειώνεται από 35% σε 25%. Βέβαια γιά ταμειακούς λόγους, αυξήθηκε η προκαταβολή φόρου που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις. Αλλά σημασία έχει ότι η φορολογία των επιχειρήσεων έχει μειωθή δραστικά. Και το γεγονός αυτό, όπως έχει δηλώσει ο υπουργός Οικονομίας, έχει ήδη θετικό αντίκτυπο στις επενδύσεις. Απομένει λοιπόν να γίνη ανάλογη τομή και στην φορολογία φυσικών προσώπων. Πολλώ μάλλον αφού ο ανώτατος συντελεστής 40% που ισχύει σήμερα, σε αρκετές περιπτώσεις είναι τελικώς υψηλότερος. - Πρώτον, διότι όσοι φορολογούμενοι δεν είναι μισθωτοί και δεν φορολογούνται στην πηγή, καταβάλλουν κάθε χρόνο ως προκαταβολή φόρου γιά το επόμενο έτος, το 55% του αναλογούντος φόρου. Κάτι που σε παλαιότερες εποχές, όταν ο πληθωρισμός και τα επιτόκια ήταν της τάξεως του 20%, είχε κάποια λογική. Σήμερα όμως ισοδυναμεί με κρατική τοκογλυφία. Αν έχει ταμειακές ανάγκες το κράτος, ας φροντίση να εισπράττη τους φόρους εγκαίρως. Όχι να επιβάλλη προκαταβολή 55%. - Δεύτερον, διότι κάποιες εισοδηματικές πηγές επιβαρύνονται και με προσθέτους φόρους, τέλη και άλλες επιβαρύνσεις. Το εισόδημα εξ ακινήτων λ.χ., επιβαρύνεται πλέον του φόρου εισοδήματος με 3% πρόσθετο φόρο εξ οικοδομών, με 3,6% τέλη χαρτοσήμου και ΟΓΑ (το οποίο έχει δηλωθή ότι καταργείται), με φόρο ακινήτου περιουσίας και πολλά άλλα. Επομένως ο συντελεστής 40% είναι μόνον θεωρητικός. Με τις πρόσθετες επιβαρύνσεις ο φόρος μπορεί να φθάνη και το 60%. Αλλά ο κυριώτερος λόγος γιά τον οποίο απαιτείται η βαθειά τομή είναι ότι ολόκληρο το πλέγμα της φορολογίας είναι σαθρό και δημιουργεί τεράστια φοροδιαφυγή. Ολες οι διεθνείς μελέτες έχουν καταδείξει ότι στην Ελλάδα φοροδιαφεύγει εισόδημα άνω του 25% του ετησίου εθνικού εισοδήματος. Προσφάτως, το παραδέχθηκε και το Υπουργείο Οικονομίας το οποίο πρότεινε την αναθεώρηση του ΑΕΠ κατά ποσοστό 25% που αντιστοιχεί στην παραοικονομία και την φοροδιαφυγή. Περιορισμός της φοροδιαφυγής Με δεδομένο λοιπόν ότι μία από τις κυριώτερες αιτίες της φοροδιαφυγής είναι η υψηλή φορολογία, γιά να περιορισθή η πρώτη πρέπει να μειωθούν δραστικά οι συντελεστές φόρου. Όσο και αν συνιστά αδίκημα η φοροδιαφυγή, ένας μεγάλος αριθμός φορολογουμένων θεωρεί ανήθικο να του αφαιρή το κράτος ως φόρο το μισό και πλέον εισόδημα που απέκτησε από την εργασία του. Και θεωρεί περίπου θεμιτό να φοροδιαφεύγη, ως μοναδικό μέσον αμύνης στην αρπακτικότητα του κράτους. Όλα αυτά πρέπει να αλλάξουν. Και γιά να αλλάξουν απαιτείται γενναία και ριζική φορολογική μεταρρύθμισις. Κάποιοι θεωρούν ότι γιά να αποκτήση ο Ελληνας φορολογική συνείδηση πρέπει να περάσουν πολλά χρόνια ή και δεκαετίες. Ουδέν τούτου αναληθέστερον. Αν το κράτος εμπνεύση εμπιστοσύνη στους φορολογουμένους, πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι οι περισσότεροι από αυτούς θα ανταποκριθούν. Δεν γεννήθηκαν φοροφυγάδες οι Ελληνες. Το κράτος τους κατέστησε. Παράλληλα, αν η Κυβέρνησις προβή σε τέτοια τομή θα έχη κάθε λόγο να θεσπίση αυστηρότερες ποινές γιά τους φοροφυγάδες. Αλλά προτού φθάση εκεί, πρέπει απαραιτήτως να μειώση δραστικά τους συντελεστές φόρου και να απλουστεύση όλο το πλέγμα της φορολογίας εισοδήματος. Ώστε αφ' ενός η χώρα μας να εναρμονισθή με ό,τι γίνεται διεθνώς και αφ' ετέρου να αλλάξη άρδην τις προοπτικές της οικονομίας. (Εστία, 2/11/06)

Διαβάστε ακόμα