Τα πάρκα και όχι οι δενδροστοιχίες δίνουν βαθιές «ανάσες»
στο αστικό περιβάλλον, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε το Αριστοτέλειο
Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) και καταγράφεται ότι η ποσότητα άνθρακα που
δεσµεύεται ανά έτος από τα δένδρα μόλις τριών πάρκων είναι πάνω 319 τόνους!
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του ΑΠΕ-ΜΠΕ, η έρευνα έγινε στο πλαίσιο
της μεταπτυχιακής διατριβής της κ. Δ. Παπαγιαννοπούλου, με επιβλέπουσα την
καθηγήτρια Θέκλα Τσιτσώνη της Σχολής Γεωπονίας, Δασολογίας & Φυσικού
Περιβάλλοντος του ΑΠΘ και τη συνεργάτιδά της, υποψήφια διδάκτορα Α.Β.
Κοντογιάννη, με την τεχνολογική υποστήριξη της εταιρείας
"Τεχνοομοιόσταση".
Για την έρευνα χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό GreenTree, το
οποίο αναπτύχθηκε για το ερευνητικό πρόγραμμα «
Δημιουργία ολοκληρωμένου προτύπου συστήματος για την κυβερνητική στη
διαχείριση της αστικής δασοπονίας και την προσαρμογή των πόλεων στην κλιματική
αλλαγή» που υλοποιεί ο δήμος Θεσσαλονίκης με επιστημονικά υπεύθυνη την κ.
Τσιτσώνη. «Τα δέντρα στα πάρκα, επειδή δεν κλαδεύονται όπως των δεντροστοιχιών,
έχουν πλούσια κώμη που συντελεί στη μεγαλύτερη απορρόφηση άνθρακα γι΄ αυτό και
είναι αναγκαία η ενίσχυση των πάρκων και φυσικά η δημιουργία ενός μεγάλου
μητροπολιτικού πάρκου στη Θεσσαλονίκη» εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Τσιτσώνη.
Σκοπός της έρευνας ήταν να μελετηθεί η συμβολή των δένδρων
των αστικών πάρκων στη βελτίωση των οικολογικών συνθηκών των πόλεων, µε
αποτέλεσµα την προσαρµογή τους στην κλιµατική αλλαγή. Χρησιµοποιώντας το
λογισµικό GreenTree, καταρτίστηκε ψηφιακό µητρώο δένδρων για τρία πάρκα του
δήµου Θεσσαλονίκης. Οπως προέκυψε, υπάρχουν 661 δένδρα, εκ των οποίων τα 638 είναι
ζωντανά, ανήκουν σε 53 είδη και 27 οικογένειες και δεσμεύουν πάνω από 319
τόνους άνθρακα κατά έτος.
Για την εργασία επελέγησαν τρία πάρκα του δήμου, τα οποία
αποτελούν χώρους ιδιαίτερης σημασίας για την πόλη και τους κατοίκους της. Το
πρώτο είναι το πάρκο της ΧΑΝΘ, που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης και είναι
ιδιαίτερα πυκνό ως προς τα δασοπονικά είδη που περιέχει, τόσο από άποψη
πληθώρας ατόμων όσο και από ποικιλότητα των ειδών. Το δεύτερο, που βρίσκεται
στο ανατολικό τμήμα της πόλης, είναι το πάρκο Κυρίλλου και Μεθοδίου και
χαρακτηρίζεται ως πάρκο γειτονιάς, λόγω της έκτασής του. Το τρίτο είναι το
πάρκο Μηνά Πατρικίου, βρίσκεται και αυτό στο ανατολικό τμήμα και συνορεύει με
δρόμους χαμηλού κυκλοφοριακού φόρτου.
Τα αποτελέσματα για την κατάσταση υγείας των δένδρων,
δείχνουν ότι το 85,5% ήταν μέσης έως άριστης κατάστασης και το 11,20% ήταν
κακής και χείριστης κατάστασης. Πιο συγκεκριμένα, όμως, αυτό του Μηνά Πατρικίου
φαίνεται να έχει τα μεγαλύτερα ποσοστά δένδρων κακής και χείριστης κατάστασης,
22% (11 στα 50 δένδρα).
Η έρευνα έδειξε ότι σχεδόν τα μισά είδη είναι ξενικά, ενώ
σύμφωνα με τους επιστήμονες, θα πρέπει τα είδη που επιλέγονται να είναι
αυτόχθονα, διότι αφενός μεν δεν αλλοιώνεται η φυσιογνωμία της περιοχής και
αφετέρου είναι προσαρμοσμένα στις επικρατούσες κλιματικές και εδαφικές
συνθήκες. Επιπλέον, θα πρέπει να εμφανίζουν ανθεκτικότητα στις ασθένειες και
στις προσβολές.
«Κουρεμένα» δέντρα
δεσμεύουν λιγότερο άνθρακα
Σχετικά με την απορρόφηση CO2, επισημαίνεται στην έρευνα ότι
«με μία θεωρητική προσέγγιση βρέθηκε ότι τα δένδρα των πάρκων αποθήκευσαν
μεγαλύτερη ποσότητα (638 δένδρα αποθήκευσαν 319 τόνους C /έτος) σε σχέση με τις
δενδροστοιχίες (38000 δένδρα αποθηκεύουν 6000 τόνους/έτος)».
«Αυτό εξηγείται», αναφέρεται σχετικά, «αφενός λόγω της
ύπαρξης υψηλοτέρων δένδρων στα πάρκα (εφόσον η συγκράτηση C, σύμφωνα με την
εξίσωση, εξαρτάται και από το ύψος), γεγονός που οφείλεται στην απουσία
κλαδεύσεων και αφετέρου, λόγω της καλύτερης κατάστασης υγείας των δένδρων στα
πάρκα».
Στις προτάσεις των ερευνητών για τα τρία πάρκα του δήμου
Θεσσαλονίκης, περιλαμβάνονται η χρήση ιθαγενών ειδών καθώς εμφανίζουν
μεγαλύτερη προσαρμοστικότητα στις οικολογικές συνθήκες του περιβάλλοντος και
συνάδουν αισθητικά με το τοπίο και η τακτική συντήρηση των δένδρων, ώστε να
παρέχουν τη μέγιστη ωφέλειά τους. Προτείνονται επίσης, η πλήρωση των κενών
θέσεων και η αντικατάσταση των νεκρών ατόμων, για να αυξηθεί ο αριθμός των
δένδρων των πάρκων κατά 3,5% και η δημιουργία μητρώου για κάθε πάρκο της
Θεσσαλονίκης και κάθε πάρκο της Ελλάδας αφού τα μητρώα, αποτελούν αξιόπιστα
εργαλεία διαχείρισης και κατάλληλοι σύμβουλοι για τη λήψη αποφάσεων.
«Με βάση και τα ποσοστά πρασίνου ανά κάτοικο σε άλλες
ευρωπαϊκές πόλεις, είναι εμφανές ότι στη Θεσσαλονίκη , τα πάρκα είναι ελάχιστα.
Εμείς, θα συνεχίσουμε τις μελέτες και σε άλλα πάρκα με στόχο να επιτύχουμε την
πλήρη καταγραφή τους, με βάση πάντα τις προδιαγραφές του GreenTree» κατέληξε η
κ. Τσιτσώνη.