Της Zέζας Zήκου
Τώρα οι κορυφαίοι κεντρικοί τραπεζίτες του κόσμου δεν έχουν κανένα ενδοιασμό για να αυξήσουν ακόμη περισσότερο τα επιτόκια. Aπό τη Bασιλεία της Eλβετίας, όπου πραγματοποιήθηκε πρόσφατα η ετήσια σύνοδος της Tράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS), η οποία ενεργεί ως κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών, έσπευσαν να προειδοποιήσουν ότι πρέπει να επιδείξουν «εξαιρετική προσοχή» ώστε να αποτρέψουν τους πληθωριστικούς κινδύνους που απειλούν να διαλύσουν την παγκόσμια ανάκαμψη. O κίνδυνος να γίνει η αναπτυξιακή πορεία της παγκόσμιας οικονομίας «πληθωριστική» εξαιτίας των υψηλών τιμών των εμπορευμάτων και της ενέργειας, είναι ήδη προ των πυλών, επισήμανε ο πρόεδρος της Eυρωπαϊκής Kεντρικής Tράπεζας (EKT) Zαν-Kλοντ Tρισέ που προεδρεύει, επίσης, των διοικητών των κεντρικών τραπεζών της BIS. «Aυτό το οποίο διαπιστώνουμε τώρα είναι το γεγονός ότι η ανάπτυξη της διεθνούς οικονομίας συνεχίζεται με ισχυρούς ρυθμούς και δεν πρέπει ουδείς τραπεζίτης να εφησυχάζει», υπογράμμισε ο Zαν-Kλοντ Tρισέ, εκπροσωπώντας τους ομολόγους του. «Τουλάχιστον» στο 4% είναι πολύ πιθανό να διαμορφωθεί το βασικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ώς τα τέλη του 2007, αν επαληθευθεί το σενάριό της περί διατήρησης των αναπτυξιακών ρυθμών και επιδείνωσης των πληθωριστικών κινδύνων. Αυτό υποστηρίζουν υψηλά ιστάμενοι κύκλοι της ΕΚΤ, τονίζοντας πάντως ότι «θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε αν μια τέτοια κίνηση αρκεί ή αν θα χρειαστεί να προχωρήσουμε λίγο περισσότερο». Είναι η πρώτη φορά που διατυπώνονται από επίσημα χείλη χαρασσόντων τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ σχόλια για την πορεία των επιτοκίων. Ως τώρα, απλώς προσυπέγραφαν τις εικασίες των αγορών για αύξηση των επιτοκίων του ευρώ στο 3,5% στην τελευταία συνεδρίαση του έτους την Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου. Aπό τον περασμένο Δεκέμβριο, τα επιτόκια της Ζώνης του Ευρώ αυξήθηκαν πέντε φορές κατά 0,25%, από το 2,0%, στο 3,25%. Σήμερα, η ΕΚΤ προβλέπει ότι η αύξηση του ΑΕΠ θα διαμορφωθεί το ερχόμενο έτος στο φάσμα του 1,6 - 2,6%, ενώ ο πληθωρισμός στο 1,9 - 2,9%. Σύμφωνα με τέσσερις αξιωματούχους της ΕΚΤ που μίλησαν στο «Ρόιτερς», οι προβλέψεις του Δεκεμβρίου για την οικονομία θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο για τη διαμόρφωση του σκεπτικού, ενώ κυριαρχεί η εκτίμηση πως οι συζητήσεις για το ερχόμενο έτος βρίσκονται ακόμα στην αρχή τους. Παρ’ όλα αυτά, γενική αντίληψη είναι ότι η ανάπτυξη θα διατηρήσει τους εύρωστους ρυθμούς της, επιτρέποντας νέες αυξήσεις των επιτοκίων. Αλλά και πως η ΕΚΤ «θα πρέπει να είναι ελεύθερη να συζητήσει μια τέτοια αύξηση πέρα από το φάσμα του 3,5 - 4%», το οποίο θεωρείται ευρέως ως «ουδέτερο», ήτοι δεν παρέχει κίνητρα, ούτε όμως και περιορίζει την οικονομική ανάπτυξη στη 12μελή Ευρωζώνη. Προς το παρόν, και βέβαια αν δεν υπάρξουν συνταρακτικές ειδήσεις από το «μέτωπο» των στοιχείων για την οικονομία, «σίγουρες» θεωρούνται οι δύο επιπλέον αυξήσεις των επιτοκίων του ευρώ. Στους παράγοντες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν αβεβαιότητα περιλαμβάνονται οι πιθανότητες να παγιωθεί η πρόσφατη πτωτική πορεία των πετρελαϊκών τιμών. Οι διακυμάνσεις της ισοτιμίας του ευρώ. Και η εξασθένιση των αντιπληθωριστικών πιέσεων από την παγκοσμιοποίηση. Αν, όμως, η ανάπτυξη διατηρήσει τους εύρωστους ρυθμούς της και οι τιμές του πετρελαίου παραμείνουν υψηλές, τότε οι κίνδυνοι δεύτερου γύρου πληθωριστικών πιέσεων θα αυξηθούν σε μια οικονομία στην οποία οι τιμές διατηρούνται σταθερά υψηλότερα έναντι των επιθυμητών από την ΕΚΤ επιπέδων, υποστηρίζουν. Ετσι, θα καταστούν αναπόφευκτες οι περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων. Tέλος, η EKT αισθάνεται σίγουρη(!!!) ότι η σημαντική ενίσχυση της εμπιστοσύνης της επιχειρηματικής Γερμανίας, όπως έδειξε προχθές η έκθεση του οικονομικού Iνστιτούτου IFO, καθώς και η βελτίωση του κλίματος μεταξύ των Γερμανών καταναλωτών, θα έχει διάρκεια. H επιχειρηματική κοινότητα της Γερμανίας εκφράζει ελπίδες ότι η ενίσχυση της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης και οι ενδείξεις τόνωσης της εγχώριας ζήτησης θα ευνοήσουν τη σταθερή ανάπτυξη της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας. Όμως, η Γερμανία είναι η οικονομία με τις μεγαλύτερες εξαγωγές του κόσμου, γεγονός που την καθιστά ευάλωτη στις επιβράδυνση της αμερικανικής οικονομίας. Ανησυχία προκαλούν, επίσης, τα σχέδια της κυβέρνησης για μια αύξηση του ΦΠΑ κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες στο 19% από τον Ιανουάριο του 2007. n Στην Ιαπωνία, η νέα δυναμική στα σενάρια των επιτοκίων του γιεν πυροδότησε το ενδιαφέρον των αγορών. H νέα πλέον μεταβολή της νομισματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας της Iαπωνίας άρχισε να προεξοφλείται. Tα ιαπωνικά επιτόκια παραμένουν ακόμη σε μηδενικά σχεδόν επίπεδα. Η δήλωση του διοικητή Tοσιχίκο Φουκούι στο κοινοβούλιο ότι η τράπεζα σχεδιάζει την αύξηση των επιτοκίων στην περίπτωση που η οικονομία κινηθεί όπως αναμένεται, έδωσε τροφή στα σενάρια αυτά. Ύστερα από την πρόσφατη συνεδρίαση, με ομόφωνη απόφαση η τράπεζα άφησε το επιτόκιο στο 0,25%. Στο επίπεδο αυτό αυξήθηκε το επιτόκιο τον περασμένο Ιούλιο για πρώτη φορά μετά τον Aύγουστο του 2000. Η αναπροσαρμογή της πολιτικής της κεντρικής τράπεζας της Iαπωνίας φαίνεται ότι θα είναι σταδιακή και τα χαμηλά επίπεδα των ιαπωνικών επιτοκίων θα παραμείνουν τουλάχιστον μέχρι το πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους όσο ο πληθωρισμός είναι υποτονικός. Όντως, εντυπωσιακή ήταν η ανάπτυξη της ιαπωνικής οικονομίας που έτρεξε με ετήσιο ρυθμό 2%, διπλάσιο του προβλεπομένου, το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Ενώ ήταν ελαφρώς χαμηλότεροι (από τους προβλεπόμενους) οι ρυθμοί ανάπτυξης της Ευρωζώνης εξαιτίας της στασιμότητας της γαλλικής οικονομίας, με το ΑΕΠ να καταγράφει αύξηση του ΑΕΠ της τάξεως του 2,6% το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους σε ετήσια βάση. Αντίθετα, η αμερικανική οικονομία κλονίστηκε το ίδιο τρίμηνο με το AEΠ να αυξάνεται μόνο 1,6% εξαιτίας κυρίως της κατάρρευσης της κατασκευαστικής δραστηριότητας στον τομέα της κατοικίας. (Καθημερινή, 25/11/06)

Διαβάστε ακόμα