«Η κλιματική αλλαγή
είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός» και «η άρνηση αυτής της πραγματικότητας και στο
πολιτικό και στο επιστημονικό επίπεδο, στερεί αρκετές ευκαιρίες από το μέλλον
των επόμενων γενεών και καθυστερεί την προσαρμογή της οικονομίας και της
κοινωνίας» τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος, Σωκράτης Φάμελλος,
μιλώντας στο 6ο ετήσιο συνέδριο Αγροτεχνολογίας με θέμα «Κλιματική Αλλαγή:
Προκλήσεις και Προσαρμογή», στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή.
Παράλληλα, ο κ. Φάμελλος επεσήμανε ότι το Μάρτιο του 2018, η
χώρα θα έχει «σχέδιο διαχείρισης κινδύνου πλημμύρας», που σημαίνει ότι θα
δημιουργηθούν πεδία για νέα υδραυλικά έργα αναβαθμισμένων προδιαγραφών, έργα
πολιτικής προστασίας, κ.ά.. «Είμαστε στη διαβούλευση, ώστε να έχουμε τον
Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 2018, κυρωμένα σχέδια για όλη την Ελλάδα»
πρόσθεσε.
Ο αναπληρωτής υπουργός σημείωσε ότι το θέμα της κλιματικής αλλαγής είναι «πολύ
ψηλά στην ατζέντα της χώρας» και ότι η Ελλάδα πρέπει να έχει «ενεργό ρόλο» στο
συνολικό σχεδιασμό για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, για λόγους που
ευνοούν και την ίδια - ενώ αναφέρθηκε στις τριμερείς συνεργασίες που έχουν
γίνει με κράτη της Ανατολικής Μεσογείου, για πρωτοβουλίες στον τομέα αυτό.
"Η Ελλάδα στην ανατολική Μεσόγειο, είναι από τα hot spot της κλιματικής
αλλαγής, είναι δηλαδή, στις πιο ευπρόσβλητες ζώνες από τις επιπτώσεις της
κλιματικής αλλαγής» εξήγησε ο αναπληρωτής υπουργός.
Ο κ. Φάμελλος υπογράμμισε ακόμη, ότι η Ελλάδα θα «υπερκαλύψει» το στόχο του
2030 για το 50% της συμβολής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ενεργειακή
παραγωγή. «Το ερώτημα είναι πώς θα μπορέσουμε να φτάσουμε το 2030 με την
παραγωγική ανασυγκρότηση και την αύξηση της εργασίας, σε μείωση των εκπομπών σε
σχέση με το 2005 - νομίζω είναι 16% ο στόχος της χώρας μας στην ευρωπαϊκή
κατανομή. Η απάντηση της Ελλάδας είναι ότι θα τον υπερκαλύψουμε το στόχο του
2030, για αυτό και βάλαμε το στόχο του 50% των ΑΠΕ στην ενεργειακή παραγωγή»
επεσήμανε ο κ. Φάμελλος και πρόσθεσε: «Η Ελλάδα, ήδη πιάνει τους στόχους του
2020, του 20% παραγωγή ΑΠΕ και 20% μείωσης εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα,
όμως για το 2030 οι στόχοι πρέπει να είναι πολύ πιο φιλόδοξοι».
Ο αναπληρωτής υπουργός αναφέρθηκε στη Συμφωνία των Παρισίων,
στην ευρωπαϊκή νομοθεσία, στο εθνικό σχέδιο και τα περιφερειακά σχέδια για την
αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, καθώς και στα μέτρα που
έχουν ληφθεί και πρέπει να δρομολογηθούν και στη χώρα μας.
«Αυτή η συζήτηση έχει σαφέστατα πολιτικό πρόσημο. Τα
φτωχότερα κοινωνικά στρώματα και οι φτωχότερες χώρες, έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο
προσβολής των επιπτώσεων από την κλιματική αλλαγή. Γι αυτό και η Συμφωνία των
Παρισίων περιλάμβανε συγκεκριμένα οικονομικά εργαλεία υποστήριξης των
αναπτυσσόμενων χωρών».
«Η Ευρώπη και οι ανεπτυγμένες χώρες έχουν την υποχρέωση να
αποτελέσουν την εμπροσθοφυλακή αυτού του αγώνα, αυτής της προσπάθειας και αυτό
η Ευρώπη το έχει καταλάβει» συνέχισε ο αναπληρωτής υπουργός, ενώ αναφορικά με
τη στάση των ΗΠΑ σχολίασε ότι απασχολεί την παγκόσμια ατζέντα της συζήτησης για
το κλίμα. «Κανείς δεν περισσεύει από αυτήν την παγκόσμια συμμαχία» είπε ο κ.
Φάμελλος και πρόσθεσε: «Θεωρώ, ότι η ηγεσία των ΗΠΑ έχει και την ηθική και την
περιβαλλοντική, αλλά και την οικονομική υποχρέωση να επιστρέψει στη συμμαχία
για το κλίμα».
Ο κ. Φάμελλος σημείωσε ότι «δεν υπάρχει καμία αντίθεση του
χρήματος με το κλίμα, δεν υπάρχει αντίθεση του περιβάλλοντος με την οικονομία»,
αλλά αντίθετα, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής ανοίγει «οικονομικά πεδία,
τα οποία μπορούν να δημιουργήσουν ισότιμα, εργασία, υπεραξία, κέρδος», δηλαδή
μια «νέα οικονομία» - και η Ελλάδα ιδιαίτερα, καλείται να απαντήσει στο
ερώτημα, πώς πρέπει να αξιοποιήσει και να αντιμετωπίσει επιτυχώς αυτή την
πρόκληση.
«Η περιβαλλοντική κρίση ήταν ένα μεγάλο κομμάτι της οικονομικής
κρίσης, η οποία υπήρχε στη Ελλάδα στην αρχή του Ιανουαρίου του 2015. Η χώρα μας
ήταν η τελευταία στην περιβαλλοντική νομοθεσία και η πρώτη στα πρόστιμα στην
Ευρώπη» είπε ο κ. Φάμελλος και συμπλήρωσε:
«Για τη χώρα μας,
είναι ξεκάθαρο ότι όποιοι εξασφαλίσουν γρηγορότερα την προσαρμογή (στο πλαίσιο
αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής) θα είναι και πιο ανταγωνιστικοί στο
μέλλον. Θα είναι ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, η προσαρμογή της οικονομίας στο
θέμα π.χ. του μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα. Και γιατί όχι; Θα έπρεπε να είναι
το κριτήριο του σχεδιασμού της οικονομίας μας, το αποτύπωμα άνθρακα της κάθε
δραστηριότητας».