Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σε θέση να αυξήσει το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό της μίγμα από 17% που ήταν το 2015 σε 34% το 2030, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (IRENA).

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σε θέση να αυξήσει το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό της μίγμα από 17% που ήταν το 2015 σε 34% το 2030, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (IRENA).

Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, ο διπλασιασμός αυτός της συμμετοχής των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα είναι δυνατό να υλοποιηθεί με οικονομικά βιώσιμο τρόπο, έχοντας θετικό καθαρό οικονομικό αντίκτυπο.

Ο Γενικός Διευθυντής του IRENA, Adnan Z. Amin, παρουσίασε τα συμπεράσματα της έκθεσης κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης ‘ Προοπτικές των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση’, η οποία πραγματοποιήθηκε μετά από πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. «Με μια φιλόδοξη και εφικτή νέα στρατηγική για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η ΕΕ μπορεί να προσφέρει ασφάλεια στους επενδυτές και τους κατασκευαστές, να ενισχύσει την οικονομική δραστηριότητα, να αυξήσει τις θέσεις εργασίας, να βελτιώσει την υγεία και να θέσει την ΕΕ σε ισχυρότερη τροχιά απεξάρτησης από τον άνθρακα, σε συμφωνία με τους κλιματικούς της στόχους», σημείωσε κατά την παρουσίασή του.


Μερίδιο των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας ανά κράτος μέλος της ΕΕ (μπλε: επίπεδο 2015, κόκκινο: στόχος 2020, πράσινο: δυναμικό ως το 2030 με αυξημένη αξιοποίηση των ΑΠΕ)

 


Η επίτευξη υψηλότερων μεριδίων ανανεώσιμης ενέργειας είναι δυνατή με τη σημερινή τεχνολογία και θα προκαλέσει πρόσθετες επενδύσεις ύψους περίπου € 368 δισ. έως το 2030, ποσό που αντιστοιχεί σε μέση ετήσια συνεισφορά 0,3% στο ΑΕΠ της ΕΕ, δήλωσε ο κ. Amin. Ο αριθμός των ατόμων που απασχολούνται στον κλάδο των ΑΠΕ στο σύνολο της ΕΕ είναι σήμερα 1,2 εκατ. και αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά εάν υιοθετηθεί μία αναθεωρημένη στρατηγική που στοχεύει στην αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ.

Σύμφωνα με την έκθεση, η επίτευξη μεριδίου 34% για τις ΑΠΕ έως το 2030 απαιτεί μια εκτιμώμενη μέση επένδυση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ύψους περίπου € 62 δισ. ετησίως.

Παράλληλα, η αύξηση στο 34% της συμμετοχής των ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό μίγμα θα συμβάλλει στη μείωση των εκπομπών κατά ένα επιπλέον ποσοστό της τάξης του 15% έως το 2030, ποσοστό που αντιστοιχεί στις συνολικές εκπομπές της Ιταλίας, ανέφερε ο IRENA. Οι μειώσεις αυτές θα ευθυγραμμίσουν την ΕΕ με τον στόχο της για μείωση των εκπομπών κατά 40% σε σύγκριση με το επίπεδο αναφοράς του 1990, ενώ παράλληλα, θα θέσουν τα κράτη - μέλη σε θετική τροχιά στην κατεύθυνση της μακροπρόθεσμης απεξάρτησης από τον άνθρακα.

Η αύξηση αυτή του μεριδίου των ΑΠΕ στο ευρωπαϊκό ενεργειακό μίγμα θα είχε ως αποτέλεσμα την εξοικονόμηση € 44 - 113 δισ. ετησίως έως το 2030, εάν συνυπολογιστούν τα οικονομικά οφέλη από τη μείωση του ενεργειακού κόστους και η εξοικονόμηση από τα προβλήματα στο περιβάλλον και την υγεία που θα αποφευχθούν.

Σύμφωνα με την έκθεση του IRENA, όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ διαθέτουν πρόσθετο, οικονομικά βιώσιμο δυναμικό ανανεώσιμης ενέργειας, με τις επιλογές ανανεώσιμης θέρμανσης και ψύξης να αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ένα τρίτο του πρόσθετου αυτού δυναμικού. Το πρόσθετο δυναμικό ανανεώσιμης ενέργειας της ΕΕ είναι δυνατό, εάν υιοθετηθεί ένα σενάριο πλήρους αξιοποίησής του, να οδηγήσει σε αύξηση κατά 327 GW της εγκατεστημένης αιολικής ισχύος και κατά 270 GW της εγκατεστημένης ηλιακής ισχύος. Συγκριτικά, στην περίπτωση του σεναρίου που θέλει το δυναμικό ΑΠΕ να αξιοποιείται ως συνήθως, η αύξηση της εγκατεστημένης αιολικής ισχύος θα αντιστοιχεί σε 230 GW, ενώ αυτή της ηλιακής ισχύος σε 184 GW.

Ο IRENA διαπιστώνει στην έκθεσή του ότι εάν ισχύσει ένα σενάριο επιταχυνόμενης υιοθέτησης των αντλιών θερμότητας και των ηλεκτρικών οχημάτων, το μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας επί της συνολικής τελικής κατανάλωσης ενέργειας θα αυξηθεί στο 27%, σε σύγκριση με 24% που αντιστοιχεί στο ποσοστό αυτό, εάν υιοθετηθεί το σενάριο ανάπτυξης των αντλιών θερμότητας και των ηλεκτρικών οχημάτων με τους συνήθεις ρυθμούς.

Σε περίπτωση πλήρους αξιοποίησης του ανανεώσιμου δυναμικού της ΕΕ, το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής θα αυξηθεί σε 50% μέχρι το 2030, έναντι 29% που ήταν το 2015, σύμφωνα με την έκθεση. Στους τομείς τελικής χρήσης ενέργειας, οι ΑΠΕ θα καλύπτουν το 42% της ενέργειας που καταναλώνεται σε κτίρια, το 36% της ενέργειας στη βιομηχανία και το 17% της ενέργειας στις μεταφορές.

Τέλος, ο IRENA υπογραμμίζει ότι απαιτείται η αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων εναλλακτικών που προσφέρουν οι ΑΠΕ για τις μεταφορές, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρικών οχημάτων και των βιοκαυσίμων (προηγμένων, αλλά και συμβατικών), για την επίτευξη των μακροπρόθεσμων στόχων απεξάρτησης της ΕΕ από τον άνθρακα.

Ο Ευρωπαίος Επίτροπος για την Ενέργεια και το Κλίμα, Miguel Arias Cañete , χαιρέτισε τα συμπεράσματα της έκθεσης, σημειώνοντας πως επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις της ΕΕ ότι το κόστος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και ότι «πρέπει να θέσουμε υπόψη μας αυτά τα νέα δεδομένα, όταν καθορίζουμε το επίπεδο των φιλοδοξιών μας κατά τις προσεχείς διαπραγματεύσεις για την οριστικοποίηση των πολιτικών της Ευρώπης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».