Στην προσπάθειά της ν’ αντιμετωπίσει τις γρήγορα αυξανόμενες ενεργειακές της ανάγκες η Τουρκία ξεκίνησε την σχεδίαση ήδη από το 2010 ενός φιλόδοξου προγράμματος μελέτης και κατασκευής τριών μεγάλων πυρηνικών μονάδων που όταν ολοκληρωθούν θα έχουν προσθεθεί τουλάχιστον 12 GW εγκατεστημένης ισχύος στο ηλεκτρικό σύστημα της γείτονος.

Στην προσπάθειά της ν’ αντιμετωπίσει τις γρήγορα αυξανόμενες ενεργειακές της ανάγκες η Τουρκία ξεκίνησε την σχεδίαση ήδη από το 2010 ενός φιλόδοξου προγράμματος μελέτης και κατασκευής τριών μεγάλων πυρηνικών μονάδων που όταν ολοκληρωθούν θα έχουν προσθεθεί τουλάχιστον 12 GW εγκατεστημένης ισχύος στο ηλεκτρικό σύστημα της γείτονος. Η κατασκευή των τριών αυτών σύγχρονων πυρηνικών μονάδων εντάσσεται στο γενικότερο αναπτυξιακό πλαίσιο της χώρας γνωστό ως Vision 2023 και αποτελεί μέρος των τακτικών πενταετών Εθνικών Προγραμμάτων Ανάπτυξης ( NDP) 2014-2018 και 2018-2023.

Για να γίνει κατανοητή η στροφή της Τουρκίας προς την πυρηνική ενέργεια αρκεί να παρατηρήσουμε το μέγεθος και το ρυθμό ανάπτυξης των ενεργειακών της αναγκών. Έτσι σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (ΙΕΑ) το 1990 η πρωτογενής ενεργειακή προμήθεια (ΤΡΕ S) ήτο 50 εκατ. τόνοι ισοδύναμου πετρελαίου ( Mtoe) ενώ το 2016 αυτή είχε εκτιναχθεί στα 134.6 Mtoe. Με τις διαρκώς αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες της γείτονος να οφείλονται τόσο στην εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη όσο και στην σταθερή αύξηση του πληθυσμού της.


Σήμερα η ηλεκτρική εγκατεστημένη ισχύς της Τουρκίας υπολογίζεται στα 85,2 GW και περιλαμβάνει μονάδες που χρησιμοποιούν άνθρακα (28%) και φυσικό αέριο (39%) υδροηλεκτρικά (26%) και Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (65%). Βάσει εκτιμήσεων του ΙΕΑ αλλά και του ΙΕΝΕ η συνολική ηλεκτρική ισχύς της Τουρκίας αναμένεται να έχει διαμορφωθεί στα 105.5 GW μέχρι το 2030 όπου οι σχεδιαζόμενες πυρηνικές μονάδες θα συνεισφέρουν ένα σημαντικό μερίδιο σε μια προσπάθεια ενδυνάμωσης της εγχώριας παραγωγικής ικανότητας.

Η πρώτη από τις τρείς μονάδες πρόκειται να εγκατασταθεί στην παραλιακή περιοχή Ακούγιου , απέναντι από την Κύπρο, στην επαρχία της Μερσίνης. Η μονάδα αυτή συνολικής εγκατεστημένης ισχύς 4.500 MW (4.5 GW) κατασκευάζεται από κοινοπραξία Τουρκικών και Ρωσικών εταιρειών με leader την Ρωσική Rosatom, η οποία κατέχει και την σχετική τεχνολογία, και εκτιμάται ότι το έργο θα έχει ολοκληρωθεί το 2023. Τα εγκαίνια για την επίσημη έναρξη κατασκευής του έργου ( ground breaking ceremony) έχουν προγραμματισθεί για την ερχόμενη εβδομάδα με την συμμετοχή του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν και του Τούρκου ομολόγου του Ταγίπ Ερντογάν. Όμως οι εργασίες στο Ακούγιου είχαν ξεκινήσει από τον Μάιο του 2017, και η επανεκκίνησή τους, τότε, κρίθηκε ακόμη ένα ουσιαστικό σημάδι της γενικότερης αναθέρμανσης των ρωσοτουρκικών σχέσεων. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της πυρηνικής μονάδος του Ακούγιου θα είναι το καθεστώς λειτουργίας τους. Πρακτικά, το πυρηνικό εργοστάσιο του Ακούγιου δεν θα κατασκευαστεί απλά από τη Ρωσία, αλλά η λειτουργία του για τουλάχιστον 49 χρόνια θα εποπτεύεται από τη Μόσχα, αφού η Ρωσική εταιρεία θα προμηθεύσει τις ράβδους ουρανίου τις οποίες και θα παραλαμβάνουν μετά τη χρήση τους για reprocessing.

Όμως, οι φιλοδοξίες της Άγκυρας δεν περιορίζονται στο Ακούγιου, το οποίο βρίσκεται στη νότια μεσογειακή ακτή της χώρας, καθώς η κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σχεδιάζει την κατασκευή δύο ακόμα πυρηνικών εγκαταστάσεων, ένα στη Σινώπη, στη Μαύρη Θάλασσα (από ιαπωνικό κονσόρτσιουμ, η διακρατική συμφωνία υπογράφηκε το 2013), και ένα στην Ιγκνιάντα, στα σύνορα με τη Βουλγαρία, περίπου 250 χιλιόμετρα από την Ελλάδα. Το τελευταίο project είναι ακόμη υπό συζήτηση, ωστόσο στην προσπάθεια της Τουρκίας να μειώσει την εξάρτησή της από την εισαγωγή ενέργειας, δεν είναι διόλου απίθανο να προωθηθεί και αυτό. Σε φάση υλοποίησης όμως εισήλθε και το project στην Σινώπη όπου έχουν αρχίσει οι χωματουργικές εργασίας για την κατασκευή ενός πυρηνικού complex 4.000 MG (4.0 GW) σε συνεργασία με Ιαπωνικές εταιρείες οι οποίες προσφέρουν τεχνολογία και χρηματοδότηση.