Του Μιχάλη Καϊταντζίδη
Κάθε χρόνος που περνάει, δείχνει την όλο και μεγαλύτερη σημασία που έχει η ενέργεια στην ανάπτυξη των οικονομιών. Η διατήρηση των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου σε υψηλά επίπεδα, σε συνδυασμό με τις κινήσεις στη διεθνή σκακιέρα των μεγάλων διεθνών παικτών, δείχνουν προς τα πού πρέπει να προσανατολιστεί μια οικονομία και μία κοινωνία, ώστε να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν σε ένα ιδιαίτερα ρευστό περιβάλλον. Το 2006, αλλά και τα προηγούμενα χρόνια, διαπιστώνουμε ότι η στρατηγική που ακολουθείται στην Ελλάδα είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Παράλληλα, όμως, διαπιστώνεται ότι οι ανακολουθίες, οι καθυστερημένες αποφάσεις και η αδυναμία των κυβερνήσεων να προκαλέσουν ρήξεις με κατεστημένες αντιλήψεις και λαϊκίστικες νοοτροπίες, σωρεύουν στρεβλώσεις και προκαλούν προβλήματα, με αποτέλεσμα μακροπρόθεσμα να ζημιώνεται ο καταναλωτής, να υπονομεύεται η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και να επιβαρύνεται το φυσικό περιβάλλον. Την περασμένη χρονιά έγιναν ορισμένες σημαντικές κινήσεις στην προώθηση μεγάλων επενδυτικών σχεδίων και μπήκαν οι βάσεις για την πραγματοποίηση άμεσων ιδιωτικών επενδύσεων στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, η λειτουργία της πρώτης μεγάλης μονάδας ηλεκτροπαραγωγής εκτός ΔΕΗ, της μονάδας των ΕΛ.ΠΕ. στη Θεσσαλονίκη, έφερε στην επιφάνεια το στρεβλό τρόπο που λειτουργεί η αγορά. Επίσης, η πρώτη προσπάθεια για την είσοδο ιδιωτικών κεφαλαίων στην εκμετάλλευση του εγχώριου λιγνίτη, ενώ θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί εδώ και καιρό, βρίσκεται ακόμη στο στάδιο της προσπάθειας, καθώς προέκυψαν διαδικαστικές εμπλοκές. Το τοπίο στα θέματα της ιδιωτικής ηλεκτροπαραγωγής όσο και στην πώληση του κρατικού λιγνιτωρυχείου, θα πρέπει να έχει ξεκαθαρίσει μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου. Την ίδια στιγμή, στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, η ΔΕΗ δείχνει να ασφυκτιά και να μην μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα που της προκαλεί το υψηλό κόστος του πετρελαίου, αν και η παραγωγή της σε συντριπτικό ποσοστό προέρχεται από εγχώριο λιγνίτη. Διαμαρτύρεται δε όλο και πιο έντονα, για τον τρόπο που καθορίζονται οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στην αγορά χονδρικής, καθώς της αφαιρούνται πόροι, δηλαδή στην ουσία αναγκάζεται να αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια από την αγορά χονδρικής και να τη μεταπουλά στη λιανική με ζημία. Ωστόσο, η ίδια αρνείται να «ανοίξει τα χαρτιά της» στα θέματα κόστους. Δηλαδή να εφαρμόσει επί της ουσίας, τις κοινοτικές οδηγίες και την εθνική νομοθεσία, σε ό,τι αφορά την ανταπόκριση των επιμέρους τιμολογίων της σε πραγματικά κοστολογικά δεδομένα και να αποδείξει ότι δεν εφαρμόζει σύστημα επιδότησης του ενός τιμολογίου από το άλλο. Σε ό,τι αφορά τις κινήσεις του ιδιωτικού τομέα, αυτές είναι προσαρμοσμένες στο κλίμα αναμονής, με εξαίρεση την αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Εδώ οι κινήσεις είναι περισσότερο επιθετικές, καθώς το πεδίο, παρ' όλα τα προβλήματα, είναι περισσότερο ξεκαθαρισμένο, βοηθούντος και του νέου νόμου. Ειδικότερα, μέσα στο χρόνο, κατατέθηκαν 4 επενδυτικές προτάσεις από ισάριθμους ομίλους, για την ανάπτυξη αιολικών πάρκων στα νησιά και τη διασύνδεσή τους με το ηπειρωτικό σύστημα μέσω υποβρυχίων καλωδίων. Η πρώτη ήταν των ομίλων Κοπελούζου-Σαμαρά για τις κεντρικές Κυκλάδες. Ακολούθησε η πρόταση του ομίλου Μυτιληναίου για τις Δυτικές Κυκλάδες, του ομίλου Ρόκα για τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και της τεχνικής εταιρείας J&P Άβαξ για την εκμετάλλευση του τεράστιου δυναμικού της Γυάρου. Ωστόσο, καμία από τις προτάσεις αυτές, αν και προσφέρουν ιδιαίτερα συμφέρουσες λύσεις στην ηλεκτροδότηση των νησιών, δεν προχωρά. Πάντως, το 2007, ο τομέας στον οποίο θα παρακολουθήσουμε ιδιαίτερα σημαντικές κινήσεις, είναι αυτός των φωτοβολταϊκών συστημάτων. Ήδη πολλές εταιρείες προωθούν τη δέσμευση μεγάλων εκτάσεων στην ηπειρωτική Ελλάδα για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστοιχιών, ενώ στα νησιά το ενδιαφέρον μικροεπενδυτών είναι ιδιαίτερα έντονο. Απελευθέρωση της αγοράς - επάρκεια Τον Ιούλιο του 2007, απελευθερώνεται πλήρως η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, με την αποδέσμευση και των καταναλωτών χαμηλής τάσης από το μονοπώλιο. Αυτό σημαίνει, τυπικά, ότι κάθε καταναλωτής θα μπορεί να επιλέξει τον προμηθευτή του σε ηλεκτρική ενέργεια. Δεν πρέπει να υπάρξουν αυταπάτες, ότι από τη μία στιγμή στην άλλη θα γίνει δυνατό να δραστηριοποιηθούν νέοι προμηθευτές. Ηδη οι τιμές χονδρικής πολλές ώρες της ημέρας είναι ακριβότερες από τις τιμές λιανικής. Ετσι, ο μόνος που μπορεί να διατηρήσει τη δυνατότητα να πουλά ηλεκτρική ενέργεια στον τελικό καταναλωτή είναι η ΔΕΗ, καθώς είναι και παραγωγός, με κόστος πολύ χαμηλότερο από την τιμή χονδρικής για το συντριπτικό ποσοστό της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Ενδιαφέρον για εμπλοκή στη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας έχουν δείξει και άλλες εταιρείες, όπως η αυστριακή Verbund, σε συνεργασία με την ελληνική Energa. Ωστόσο, την υλοποίηση των επιχειρηματικών τους προθέσεων την εξαρτούν από τις τιμές που θα ισχύσουν το επόμενο διάστημα και κυρίως από τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν εισαγωγές. Και στις εισαγωγές όμως τα πράγματα θα είναι πιο δύσκολα το 2007, αλλά και τα επόμενα χρόνια, από τη στιγμή που ο κυριότερος εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας στα Βαλκάνια, η Βουλγαρία, στερεύει από περίσσεια ηλεκτρικού, λόγω διακοπής των δύο πυρηνικών μονάδων του Κοζλοντούι. Διεθνείς διασυνδέσεις Αναφορικά με τις διεθνείς ενεργειακές διασυνδέσεις της χώρας, το μόνο βέβαιο είναι ότι, στο τέλος του πρώτου εξαμήνου, θα λειτουργήσει ο αγωγός φυσικού αερίου που θα συνδέει τα δίκτυα Ελλάδας και Τουρκίας. Το έργο θωρείται στρατηγικής σημασίας για την Ελλάδα, καθώς θα επιτρέψει τη διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας φυσικού αερίου, από τη στιγμή που στην Τουρκία καταλήγει αέριο από το Αζερμπαϊτζάν, το Ιράν και αλλού. Το κυριότερο όμως είναι ότι το έργο αυτό θα αποτελέσει τη βάση για την επέκταση του αγωγού μέχρι την Ιταλία, αποτελώντας το λεγόμενο νότιο διάδρομο. Ωστόσο, το νότιο διάδρομο ανταγωνίζονται έντονα και άλλοι αγωγοί, όπως ο Nabucco (ανατολικά Βαλκάνια) και ο νέος αγωγός που σχεδιάζει η ρωσική Γκαζπρόμ στα δυτικά Βαλκάνια (Βουλγαρία, Σερβία, Κροατία, Ιταλία). Με τα δεδομένα αυτά, τα επόμενα βήματα πρέπει να είναι γρήγορα, καθώς το ελληνο-ιταλικό σχέδιο δεν έχει εξοπλιστεί ακόμη με τα συμβόλαια αγοράς και πώλησης φυσικού αερίου, που είναι απαραίτητα για να προχωρήσουν παρόμοια σχέδια. Φυσικό αέριο Η κατανάλωση φυσικού αερίου, το 2006, για πρώτη φορά στα 10 χρόνια που το καύσιμο εισήλθε στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, ξεπέρασε τα 3 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα. Ωστόσο, την περασμένη χρονιά φάνηκαν και τα αποτελέσματα των λανθασμένων χειρισμών του παρελθόντος σε ό,τι αφορά τη διείσδυσή του στον οικιακό τομέα. Η αδυναμία της εταιρείας διανομής της Αττικής να ανταποκριθεί στα αιτήματα των καταναλωτών για νέες συνδέσεις προκάλεσε τις παρεμβάσεις του υπουργείου Ανάπτυξης και του Συνηγόρου του Καταναλωτή. Πάντως, σύμφωνα και με δηλώσεις των αρμόδιων παραγόντων, οι διαγωνισμοί για τις 3 νέες Εταιρείες Παροχής Αερίου που θα ιδρυθούν σε Μακεδονία-Θράκη και Κεντρική Ελλάδα, και οι οποίοι αναμένονται να ανακοινωθούν μέσα στο 2007, θα έχουν διαφορετικές προδιαγραφές, προκειμένου να διασφαλίζεται πρωτίστως η διείσδυση του αερίου στην μικρή κατανάλωση. Οι επιχειρηματικές συμμαχίες στον ενεργειακό τομέα Το 2006 ήταν η χρονιά που αποκρυσταλλώθηκαν σε μεγάλο βαθμό οι επιχειρηματικές συμμαχίες στον ενεργειακό τομέα. Τόσο μεταξύ ελληνικών και διεθνών επιχειρήσεων όσο και μεταξύ αποκλειστικά ελληνικών. Από τις κινήσεις που έγιναν, φάνηκε σαφώς ότι το ενδιαφέρον των διεθνών εταιρειών για την Ελλάδα παραμένει ισχυρό. Επίσης, ότι οι ελληνικές εταιρείες υπολογίζουν ιδιαίτερα το ρίσκο σε έναν τομέα, που είτε δεν γνωρίζουν πολύ καλά είτε αντικειμενικά ενέχει αβεβαιότητες, τις οποίες δεν μπορούν να αντέξουν τα μεγέθη τους. Έτσι, το σύνολο σχεδόν των ελληνικών ομίλων, που θα συμμετάσχουν στο διαγωνισμό του ΔΕΣΜΗΕ για τις νέες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, έχει περιορίσει το ποσοστό του, στις μεικτές εταιρείες που συνέστησαν, γύρω στο 25%. Για παράδειγμα, η Μότορ Οϊλ, που συνεργάζεται με την η Ιbedrola, ο όμιλος Κοπελούζου με την ENEL, η ΕΛΤΕΧ με την Edison, έχουν περιορίσει τα ποσοστά τους στα επίπεδα αυτά. Ο όμιλος Μυτιληναίου, επίσης, προχώρησε σε στρατηγική συμμαχία με την Alstom, μόνο όμως για το κομμάτι των κατασκευών, ενώ συζητά και με την ισπανική Endesa για συνεργασίες αντίστοιχες με των προηγούμενων ομίλων. Όσο για τις συνεργασίες μεταξύ ελληνικών ομίλων, αυτή που «τάραξε» κάπως τα νερά, σε επίπεδο κυρίως εντυπώσεων, ήταν του ομίλου Μυτιληναίου, με τα ΕΛ.ΠΕ. και την ΕΛΤΕΧ. Αυτή, εφόσον υλοποιηθεί, θα αφορά τη δημιουργία ενιαίου επιχειρηματικού σχήματος, στο οποίο θα συνεισφέρουν όλοι οι συμμετέχοντες πάγια στοιχεία, όπως μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, ή λιγνιτωρυχεία, εφόσον κάποιος από αυτούς τα αποκτήσει. Στόχος η δημιουργία ενός ενεργειακού ομίλου, με δυνατότητες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από περισσότερα καύσιμα και με μέγεθος τέτοιο που να επιτρέπει την έξοδό του και σε άλλες χώρες. (Ναυτεμπορική, 4/1/07)

Διαβάστε ακόμα