Του Κώστα Κόλμερ
Σύμφωνα με τον υφυπουργόν Οικονομικών κ. Πέτρο Δούκα, το συνολικό χρέος, ιδιωτικό και δημόσιο, της ελληνικής οικονομίας, στα τέλη του λήξαντος έτους, ανήρχετο εις 700 δισ. ευρώ περίπου, ήταν δηλαδή υπερτριπλάσιο της ακαθαρίστου εθνικής δαπάνης (ΑΕΔ)*. Το πραγματικό έλλειμμα της δημοσίας οικονομίας, το νέον έτος, υπολογίζεται αισίως από τον κρατικό προϋπολογισμόν εις 35 δισ. ευρώ, δηλαδή στο 14,5% της ΑΕΔ. Κατά το καλύτερο σενάριον, οι δημόσιες δαπάνες θ' αυξηθούν στα 88 δισ. ευρώ και τα αντίστοιχα έσοδα δεν θα υπερβούν τα 53 δισ. ευρώ, το νέον έτος 2007. Αλλά σύμφωνα με μία μελέτην (**) οι κρατικοί προϋπολογισμοί ουδέποτε ετηρήθησαν τα τελευταία 23 χρόνια. Τα δημόσια έσοδα πάντοτε υπερεκτιμώνται και οι δαπάνες υποεκτιμώνται. Αποτέλεσμα: αποκλίσεις στα έσοδα 3,3% ετησίως και στα έξοδα 2,5%, που αντιστοιχούν εις πολλά δισ. ευρώ. Υπ' αυτάς τα συνθήκας αδυνατεί κανείς να ομιλεί σοβαρώς περί «δημοσιονομικού ισοζυγίου». Καλύτερες θα ήσαν χονδρικές προσεγγίσεις εσόδων-εξόδων, που βεβαίως δεν προϊωνίζονται παρά αύξησι του δημοσίου χρέους, το οποίον ήδη υπερβαίνει τα 226 δισ. ευρώ ή το 100% της (νέας) ΑΕΔ . Οπότε εγείρεται το ερώτημα διατηρησιμότητος των δημοσιονομικών μεγεθών του νέου έτους. -Μήπως όμως η ελληνική οικονομία έχει ήδη χρεωκοπήσει και το παραβλέπομεν; Ανάλογον ερώτημα απησχόλησε προσφάτως στην Αμερική την Κεντρική Τράπεζα του Σαίν Λούις (***). Επιφανείς οικονομολόγοι εξήτασαν την ευστάθεια του ομοσπονδιακού, δημοσιονομικού, πιστωτικού και συνταξιοδοτικού συστήματος και κατέληξαν στο συμπέρασμά ότι εάν δεν ληφθούν άμεσα και επώδυνα μέτρα, η χρεωκοπία της ομοσπονδιακής κυβερνήσεως και του ασφαλιστικού συστήματος είναι αναπόφευκτος. Σύμφωνα με τους οικονομολόγους Κόκχεηλ και Σμέτερς το δημοσιονομικόν άνοιγμα των ΗΠΑ υπελογίσθη εις 66 δισ. δολ. περίπου - πενταπλάσιον του αμερικανικού ΑΕΠ και σχεδόν διπλάσιο του πλούτου των Αμερικανών. Οι αριθμοί αυτοί αποκτούν νόημα μόνον εάν αναλογισθή κάποιος τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να καλυφθή η «κόκκινη τρύπα» στα δημόσια οικονομικά των Ηνωμένων Πολιτειών. Μία πρότασι θα ήταν ο άμεσος διπλασιασμός του φόρου εισοδήματος των πολιτών και επιχειρήσεων στις ΗΠΑ. Άλλη, η περικοπή στο ήμισυ των συντάξεων και ιατροφαρμακευτικών παροχών του αμερικανικού ΙΚΑ και μία τρίτη, η μείωσι των ελαστικών ομοσπονδιακών δαπανών κατά 143%. Περιττόν να λεχθή πόσον αντιλαϊκά θεωρούνται τα μέτρα αυτά ώστε μόνον μία αυτοχειριαζομένη ή αυταρχική κυβέρνησι θα ημπορούσε να λάβη. Όταν ο πρώην υπουργός Οικονομικών Πώλ Ο' Νέηλ ετόλμησε να λάβη ορισμένα διορθωτικού χαρακτήρος μέτρα στον προϋπολογισμό του 2003, ο πρόεδρος Τζωρτζ Μπους τον απέλυσε και απηγόρευσε την δημοσίευσι της μελέτης.Οι Δημοκρατικοί επίσης κατάπιαν τις σχετικές διαπιστώσεις περί μεταρρυθμίσεως του αμερικανικού ΙΚΑ και ο υποψήφιός των διά την Προεδρία γερουσιαστής Κέρρυ απέφυγε πάσαν σχετική νύξι στην προεκλογική του εκστρατείαν. Εν τούτοις, «η δημοσιονομική ανευθυνότης αμφοτέρων των κομμάτων εξουσίας στις ΗΠΑ θα έχη σοβαρές επιπτώσεις επί των τέκνων και των εγγονών της παρούσης γενεάς», γράφει σχετικώς ο οικονομολόγος Κοτλίκοφ, «καθ' όσον οι μέλλουσες γενεές θα πρέπει να διπλασιάσουν τις καταβολές φόρων στη μέση διάρκεια της ζωής των. Εισφορές, «προσδιοριζόμενες ως η παρούσα αξία των φόρων μείον των μεταβιβαστικών εισπράξεων διαιρουμένων διά της παρούσης αξίας των ισοβίων εσόδων», θα πρέπει ν' αυξηθούν σημαντικά για να ισορροπήσει το σύστημα. Δοθείσης της απροθυμίας των κομμάτων να λάβουν τα ανάλογα μέτρα, για ν' αποφευχθή η χρεωκοπία του αμερικανικού δημοσίου, το πλέον πιθανόν σενάριο συνίσταται στον εξαναγκασμό της Κεντρικής Αμερικανικής Τραπέζης να εκτυπώσει χαρτονόμισμα προκειμένου να εξαγοράσει τα αμερικανικά ομόλογα για να συγκρατήσει τα επιτόκια από την προοδευτική άνοδό των. Τούτο όμως δυνατόν να οδηγήσει εις πληθωρισμόν και ενδεχομένως εις υπερπληθωρισμόν, καταλήγει ο αμερικανός μελετητής. Διάφορες χώρες ημπορούν και πράγματι κηρύσσονται εις κατάστασι χρεωκοπίας, όταν δεν τιθασσεύουν τα ελλείμματά των, ιδίως όταν αυτά παράγονται από το τεράστιο δημόσιο χρέος, όπως στην περίπτωσι της Ελλάδος, όπου μόνον διά τόκους του δημοσίου χρέους ο φορολογούμενος πληρώνει 10 δισ. ευρώ ετησίως - περισσότερα των όσων πληρώνει για τις επιχορηγήσεις των (χρεωκοπημένων) ασφαλιστικών ταμείων. Για τα χρεωλύσια, η κυβέρνησι αναδανείζεται 24,3 δισ. ευρώ (στοιχεία προϋπολογισμού 2007) κάθε χρόνο και το χειρότερον: το δημόσιον χρέος αυξάνει εις απόλυτα μεγέθη. Πέραν αυτού προσετέθη το λήξαν 2006 και ένα άνοιγμα στο ισοζύγιον εξωτερικών πληρωμών 20 δισ. ευρώ, που εκαλύφθη με εισροές βραχυπρόθεσμων κεφαλαίων από το εξωτερικόν. Εν τούτοις, η πλειονότης των πολιτών εμπαίζει την άποψιν ότι το ελληνικό κράτος αδυνατεί τώρα ή εις το μέλλον να πληρώσει τις υποχρεώσεις του. Η χρεωκοπία προς το παρόν αναβάλλεται, αφού το ελληνικό Δημόσιον εκδίδει ετησίως άνω των 40 δισ. ευρώ ομόλογα, τα οποία αγοράζουν προθύμως ξένοι και εγχώριοι επενδυτές, για μια μετρία απόδοσι 4% ετησίως που σε δέκα ή 20 χρόνια θα έχει εξαφανισθή από τον εν τω μεταξύ έρποντα πληθωρισμόν. Εάν όμως τα επιτόκια υπερβούν τον ρυθμό της οικονομικής αναπτύξεως της χώρας, τότε οι διεθνείς επενδυτές θ'απαιτήσουν ένα «πρίμιουμ» του ελληνικού κινδύνου χρεωκοπίας, επί του επιτοκίου, που δυνατόν να τον καταστήσει επικείμενον. Εν αντιθέσει προς τις ΗΠΑ, η ελληνική κυβέρνησι δεν μπορεί να τυπώσει χαρτονόμισμα, για να πληρώσει μισθούς και συντάξεις -λόγω του ευρώ. Οπότε η αναδιαπραγμάτευσι του δημοσίου χρέους θα καταστή αναπόφευκτη και φυσικά θα διακοπεί ο νέος δανεισμός. Η νέα γενεά θα έλθη εις σύγκρουσι με την παλαιά, η οποία και θα μείνει συνταξιοδοτικώς ακάλυπτη, χωρίς ν'αναφέρωμε τις άλλες δυσάρεστες επιπτώσεις της στάσεως πληρωμών. Να λοιπόν γιατί η αναθεώρησι του καθεστώτος της κοινωνικής ασφαλίσεως δεν πρέπει να βραδύνει περαιτέρω. (*) Η εθνικοσοσιαλιστική «μας» στατιστική υπηρεσία (ΕΣΥΕ) αναφέρει ως σχέσι του χρέους/ελλείμματος το «ακαθάριστο εθνικό προϊόν» (ΑΕΠ). Πρόκειται περί αυταπάτης. Στην πραγματικότητα αυτό που μετρεί η ΕΣΥΕ είναι η εθνική δαπάνη, συντηρουμένη υπό δανειακών κεφαλαίων και των επιχορηγήσεων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως -πόρρω απέχουσα από το εθνικό προϊόν που συνεχώς συρρικνούται. (**) Μελέτη της Γιούρομπανκ που διεπίστωσεν αποκλίσεις των προϋπολογισμών από τους αντιστοίχους απολογισμούς της τάξεως του 8,2% μεταξύ 1982-93 και 6,3% μεταξύ των ετών 1994-2005. (***) Ίδε: «Is the United States Bankrupt?» Federal Reserve of St. Louis, 7/8 2006, V.88, N#4. (Το Παρόν, 31/12/06)

Διαβάστε ακόμα