Του Σταύρου Λυγερού
Είναι ορατό διά γυμνού οφθαλμού ότι η κρίση στις σχέσεις Ουάσιγκτον - Τεχεράνης διολισθαίνει σε επικίνδυνα μονοπάτια. Οι απαγωγές Ιρανών διπλωματών στο Ιράκ και οι επαναλαμβανόμενες απειλές υποχρέωσαν το Ιράν να προειδοποιήσει ότι εάν δεχθεί επίθεση θα πλήξει τα αμερικανικά συμφέροντα παντού στον κόσμο. Φρόντισε, μάλιστα, να εκτοξεύσει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς. Η κρίση είναι σε μεγάλο βαθμό προϊόν της αμερικανικής πολιτικής. Παρά την εμπρηστική ρητορική της, η Τεχεράνη έχει αποφύγει επιμελώς έμπρακτες προκλήσεις. Και βεβαίως δεν είχε ποτέ ανάμιξη στην «ισλαμική τρομοκρατία» τύπου Αλ Κάιντα. Αντιθέτως, στον πόλεμο εναντίον των Ταλιμπάν συνεργάσθηκε με τη Δύση. Αυτό, ωστόσο, δεν εμπόδισε την Ουάσιγκτον να ταξινομήσει το Ιράν στον «άξονα του κακού» και να το απειλεί ότι θα είναι ο επόμενος στόχος. Αυτές οι απειλές έπαιξαν ρόλο στην ήττα των μετριοπαθών στο Ιράν και ώθησαν το καθεστώς στο συμπέρασμα πως ο μόνος τρόπος αποτροπής μίας αμερικανικής επίθεσης είναι να παίξει το πυρηνικό χαρτί. Γι’ αυτό και η συζήτηση για διεθνή έλεγχο του προγράμματος δεν μπορεί να είναι παραγωγική. Οι Ιρανοί, άλλωστε, δεν έχουν ξεχάσει ότι οι έλεγχοι που έγιναν στο Ιράκ επί Σαντάμ χρησιμοποιήθηκαν και για άσκηση κατασκοπείας, χωρίς τελικώς να αποτρέψουν την εισβολή. Η διεθνής ευαισθησία για τη μη διάδοση των πυρηνικών και οι φραστικές προκλήσεις του Αχμαντινετζάντ ευνοούν την Ουάσιγκτον, αλλά αυτό δεν αρκεί. Το αδιέξοδο δεν πρόκειται να αρθεί με την κλιμάκωση των απειλών, ειδικά όταν Ρωσία και Κίνα εμποδίζουν την επιβολή καταλυτικών κυρώσεων. Από την άλλη πλευρά, η αυτοκρατορική λογική ωθεί τις ΗΠΑ προς το σενάριο των βομβαρδισμών. Μία τέτοια επιλογή, όμως, εκ των πραγμάτων θα εξωθούσε την Τεχεράνη σε ακραίο τυχοδιωκτισμό. Το Ιράν δεν είναι ούτε Αφγανιστάν ούτε Ιράκ. Είναι μεγάλη χώρα με εθνική συνοχή. Διαθέτει ενεργειακές πηγές και δεσπόζουσα θέση στους δρόμους του «μαύρου χρυσού». Και αυτό έχει ξεχωριστή σημασία σε μια εποχή μεγάλης ζήτησης και υψηλών τιμών. Παρά το κλίμα δυσπιστίας για τις εκατέρωθεν προθέσεις, η μόνη ρεαλιστική λύση είναι η απ’ ευθείας πολυμερής διαπραγμάτευση. Η περίπτωση της Βόρειας Κορέας ήταν παράδειγμα προς μίμηση για το Ιράν και μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα και για τη λύση. Η Τεχεράνη μιλάει για ειρηνική χρήση, αλλά είναι σαφές ότι επιδιώκει ή να αποκτήσει πυρηνικά όπλα ή να αποσπάσει διεθνείς εγγυήσεις ότι δεν θα δεχθεί επίθεση. Προϋπόθεση για μία συμφωνία είναι η Ουάσιγκτον να εγκαταλείψει την έτσι κι αλλιώς καταρρέουσα στρατηγική της για «αναμόρφωση» της Μέσης Ανατολής και βεβαίως να πάψει η πολιτική της να επικαθορίζεται από τις γεωπολιτικές σκοπιμότητες του Ισραήλ. (Καθημερινή, 9/2/07)

Διαβάστε ακόμα