Του Νίκου Νικολάου
Η οικονομία είναι ίσως η πιο δυναμική έκφραση μιας κοινωνίας, αφού με τις θυελλώδεις εξελίξεις της, αλλάζει την παγκόσμια ισορροπία, αναδεικνύει νέες δυνάμεις, στηρίζει σε ασφαλείς βάσεις την ειρήνη, αλλά προκαλεί και άδικους πολέμους. Και το πιο σημαντικό ίσως είναι ότι πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτές τις μεγάλες αλλαγές παίζουν τώρα όχι οι ανεπτυγμένες οικονομίες αλλά οι αναδυόμενες του Τρίτου Κόσμου. Ειδικά στα πέντε τελευταία χρόνια, όλη η διεθνής αγορά βρίσκεται σε πυρετό εξαιτίας της ορμητικής ανάπτυξης των δύο πιο πολυάνθρωπων χωρών του κόσμου, της Κίνας και της Ινδίας, οι οποίες με ρυθμούς ανάπτυξης, που προσεγγίζουν διψήφια επίπεδα, έχουν πυροδοτήσει αυξήσεις στα καύσιμα, τα μέταλλα, το διεθνές εμπόριο, τη ναυτιλία κ.λπ. Και στις δύο χώρες, παρά τις πολιτικές τους διαφορές (η Ινδία είναι κοινοβουλευτική δημοκρατία, ενώ στην Κίνα οργανώνει και διευθύνει την οικονομία το κομμουνιστικό κόμμα), οικοδομείται το καπιταλιστικό σύστημα με βάση βέβαια τις προδιαγραφές της παγκοσμιοποίησης. Το περίεργο, όμως, είναι ότι το κομμουνιστικό κόμμα, που ως ιδεολογία του έχει τη συντριβή του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού, επιτυγχάνει καλύτερα αποτελέσματα στην ανάπτυξη του καπιταλισμού σε αντίθεση με δημοκρατικά κόμματα, που ιδεολογικά είναι ταυτισμένα με την οικονομία της αγοράς. Και όταν λέω ότι το κομμουνιστικό κόμμα επιτυγχάνει καλύτερα αποτελέσματα στην ολοκλήρωση του καπιταλισμού, δεν αναφέρομαι μόνο στις παραγωγικές επιδόσεις, δηλαδή στο πόσα εργοστάσια χτίζει και στο πόσους τόνους ατσάλι παράγει, αλλά κυρίως στα αποτελέσματα που έχει η ανάπτυξη της οικονομίας για την ευημερία του λαού. Στην Ινδία, π.χ., το πλουσιότερο 8% του πληθυσμού (80 εκατ.) έχει εισοδήματα που ξεπερνούν τα 250 ευρώ τον μήνα. Τα υπόλοιπα 920 εκατ. ζουν με λιγότερα από 8 ευρώ την ημέρα και ειδικά 500 εκατ. ζουν με λιγότερο από 1 ευρώ την ημέρα. Υπάρχει, λοιπόν, μια τρομακτική ανισοκατανομή στο εθνικό εισόδημα, με μια προνομιούχο τάξη και ένα απέραντο πλήθος φτώχειας και εξαθλίωσης. Η ανάπτυξη στην Ινδία, που αυξάνεται με ρυθμό 9% τον χρόνο, δεν διαχέεται σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, σε αντίθεση με την Κίνα, όπου πέραν ενός 10% του πληθυσμού, που είναι πλούσιοι, υπάρχει άλλο ένα 20% - 40% που ανήκει στη λεγόμενη μεσαία τάξη, με κατά κεφαλήν εισόδημα πάνω από τα 7.500 δολάρια. Η ύπαρξη αυτής της μεσαίας τάξης είναι εμφανής στον επισκέπτη της Κίνας, που εντυπωσιάζεται από το πλήθος των ιδιωτικών αυτοκινήτων, αλλά και από τις νέες σύγχρονες κατοικίες. Η επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης στην Κίνα έβγαλε εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων από τη φτώχεια, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού, ιδιαίτερα στην επαρχία, δεν ζει ακόμη σε άθλιες συνθήκες. Η δημιουργία, πάντως, μιας νέας οικονομικά εύπορης μεσαίας τάξεως στην Κίνα συνάγεται και από το γεγονός ότι το 2005 ταξίδεψαν ως τουρίστες (με ημερήσια δαπάνη πάνω από 300 δολάρια) μόνο στην Ευρώπη 22 εκατ. Κινέζοι, έναντι μόνο 785.000 Ινδών. Φυσικά, όλα αυτά δεν μας επιτρέπουν να βγάλουμε γενικευμένα πολιτικά και ιδεολογικά συμπεράσματα άλλα, πέραν του ότι η ζωή ή μάλλον η οικονομία είναι από τη φύση της τόσο πλούσια δραστηριότητα ώστε μπορεί να αναδείξει πρωτοτυπίες που δεν μπαίνουν στις ρετσέτες των ιδεολογιών. Στην Κίνα, πάντως, που ο πληθυσμός της σε αντίθεση με την Ινδία απολαύει ταυτόχρονα υψηλών υπηρεσιών σε Υγεία και Παιδεία, οι επαρχιώτες που έρχονται στο Πεκίνο στήνονται με τις ώρες στη μεγάλη ουρά μπροστά στο Μαυσωλείο του Μάο, του μεγάλου τιμονιέρη. (Καθημερινή, 9/2/07)

Διαβάστε ακόμα