Του Ανδρέα Ανδριανόπουλου
Φαντάζει αδύνατο σε Έλληνες σχολιαστές μαθημένους στις σχολές σκέψης της παλαιοκομμουνιστικής αριστεράς, να συνειδητοποιήσουν πως ο κόσμος αλλάζει. Και πως τα πιστεύω και τα οράματά τους ανήκουν οριστικά πιά στα μουσεία της ιστορίας. Μπορεί οι διακηρυγμένες τελικές τους επιδιώξεις (η ευημερία των πολιτών και η απάμβλυνση των λογής κοινωνικών διαφορών) να συνεχίζουν να αποτελούν πολιτικούς στόχους. Αλλά τα μέσα και οι πολιτικές για την υλοποίησή τους δεν έχουν πιά καμμιά σχέση με τις αναχρονιστικές και κατά βάση αυταρχικές τους αντιλήψεις. Κολλημένοι στις ιδεολογικές δοξασίες της άγονης πολιτικής γραμμής, οι λογής προπαγανδιστές της οικονομίας και της κοινωνίας της προσταγής βλέπουν παντού εχθρούς των λαϊκών στρωμάτων και υπονομευτές των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Και τί προτείνουν; Συνήθως τίποτε. Ή λίγο από τα ίδια... Η αντίδρασή τους σε κάθε τι καινούργιο είναι απόλυτη. Και την ονομάζουν μάλιστα και «προοδευτική»! Στον τομέα της παιδείας η κατάσταση έχει φθάσει σχεδόν στο απροχώρητο. Το κίνημα βολεμένων καθηγητών και αδρανών φοιτητών δεν θέλει μη κρατικά πανεπιστήμια αλλά ούτε και θεμελιακές αλλαγές στα δημόσια. Στην παρακμή λοιπόν της ανωτάτης παιδείας προσθέτουν την αναπόφευκτη εξαθλίωση. Όχι στην αξιολόγηση, διατήρηση της κομματοκρατίας στα πανεπιστήμια, φροντίδα για τους μόνιμους –και συχνά υπερήλικες πιά– φοιτητές. Αυτές είναι οι προτάσεις των εξεγερμένων. Μαζί βέβαια και με τη γνωστή μόνιμη επωδό της αύξησης της κρατικής χρηματοδότησης προς τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Πιό πολλά λεφτά δηλαδή για τη διατήρηση της ίδιας αθλιότητας. Γι’ αυτά κινητοποιούνται οι φοιτητές. Για τα ίδια απεργούν και οι «προοδευτικοί» καθηγητές. Που κάνοντας όμως πράξη την «προοδευτικότητά» τους στο τέλος του μήνα δεν δηλώνουν όλοι στο λογιστήριο της Σχολής τους πως απείργησαν. Κι έτσι εισπράττουν τον μισθό τους στο ακέραιο! Δίχως να ενδιαφέρεται κανένας εισαγγελέας. Με την ανοχή όλων των πολιτικών κομμάτων. Με τη σιωπή των πρυτανικών αρχών και την προφανή κάλυψη των μέσων ενημέρωσης. Υπάρχει όμως και το ζήτημα του περίφημου ασύλου. Που αντί να προστατεύει την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών έχει μετατραπεί σε εργαλείο φίμωσης και καθυπόταξής τους. Το χειρότερο όμως απ’ όλα είναι πως η υπάρχουσα νομοθεσία δεν προστατεύει τις αθλιότητες που καθημερινά σχεδόν αντικρίζουμε. Προβλέπει την επέμβαση της αστυνομίας εφ’ όσον διαπράττονται κακουργηματικές πράξεις. Δεν υπάρχει όμως κυβέρνηση που να έχει το πολιτικό θάρρος να χαλάσει την «ηρεμία» των παιδιών. Κι αφήνει τα πανεπιστήμια να γίνονται μεσανατολικά παζάρια, κέντρα διακίνησης ναρκωτικών ουσιών και καταφύγιο λογής ανισόρροπων εχθρών του συστήματος που δεν τολμούν όμως να αντιμετωπίσουν και τους μηχανισμούς που έχει αυτό για να αμύνεται. Δεν υπάρχει πιό αποκρουστικό θέαμα από εκ του ασφαλούς πολέμιους του συστήματος που συλλαμβανόμενοι μετατρέπονται σε ντροπαλές κότες που «δεν ξέρουν» και «δεν άκουσαν» τίποτα για την υπόθεση... Η εμμονή όμως στην άγονη πνευματική γραμμή από απολογητές της διαφώτισης που κάποτε έκανε η ΚΝΕ στα στελέχη της, αποκτά κραυγαλέα διάσταση όταν γίνεται αναφορά στις διεθνείς εξελίξεις. Προ ημερών μάλιστα αρθρογράφος σοβαρής πρωινής αθηναϊκής εφημερίδας βάλθηκε να μας πείσει πως για όλα τα κακά αυτού του πλανήτη φταίει η παγκοσμιοποίηση κι ο νεοφιλελευθερισμός. Κι όχι βέβαια ο υπαρκτός σοσιαλισμός. Όπου ακόμη εξακολουθεί να εφαρμόζεται. Με αφορμή μια έκθεση του ΟΗΕ για την κατάσταση των παιδιών στον κόσμο τα πρώην, νυν κι αντεπιστέλλοντα μέλη της ΚΝΕ ξεσπάθωσαν. Οι ΗΠΑ και η Βρεταννία βρίσκονται πολύ χαμηλά στην σχετική αξιολόγηση. Φταίει λοιπόν το οικονομικό τους σύστημα για την κατάσταση. Το ζήτημα είναι πως μόλις ο ΟΗΕ βγάλει κάποια απόφαση ή δημοσιεύσει πόρισμα που χαλάει τη σούπα (λ.χ. Σχέδιο Αννάν, επέμβαση στο Αφγανιστάν κλπ) καταγγέλλεται αυτομάτως σαν «όργανο των Αμερικανών». Έτσι όμως και ψελλίσει έστω κάτι που μπορεί να εκληφθεί σαν αντιτιθέμενο στα συμφέροντα της «νεοφιλελεύθερης» Δύσης, εκλαμβάνεται σαν αξίωμα αποκαλυπτικής περίπου υφής. Υπάρχει πράγματι μεγάλο ποσοστό παιδιών στις ανεπτυγμένες κοινωνίες που έχει προβλήματα εγκατάλειψης και ζεί κάτω από το όριο της φτώχειας. Όμως διαφορετικά ορίζεται η φτώχεια στις κοινωνίες αυτές και εντελώς αλλοιώς τη δεχόμαστε για τη δική μας. Στη Βρεταννία, λ.χ., τα όρια της φτώχειας ορίζονται στα 1.810 ευρώ τον μήνα, ενώ στην Ελλάδα κάτω από τα 470 ευρώ. Στην Ελλάδα όμως, του γιγαντιαίου κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία (που τα αριστερά μυαλά αγωνίζονται για να μην αλλάξει) οι τιμές των περισσότερων προϊόντων είναι περίπου ίδιες ή λίγο χαμηλότερες από τις βρεταννικές. Στην πράξη λοιπόν, ποιός ζεί χειρότερα; Χώρια που για τις χώρες αυτές (και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ) στις στατιστικές συνυπολογίζονται τα εκατομμύρια των παράνομων μεταναστών που εισρέουν συνέχεια και που αλλοιώνουν τη γενικότερη κοινωνική σύνθεση της χώρας. Στα Κνίτικα μυαλά ορισμένων αναλυτών δεν μπορεί να χωρέσει το απλό ερώτημα που κάθε εχέφρων άνθρωπος θα διατύπωνε. Αφού η ζωή είναι τόσο φρικτή στις ανεπτυγμένες νεοφιλελεύθερες κοινωνίες, γιατί οι κάτοικοι των περισσότερων χωρών του τρίτου κόσμου εκεί προσβλέπουν για την καλυτέρευση της ζωής τους; Και σε τελευταία ανάλυση, γιατί αυτοί είναι ανεπτυγμένοι και όλοι οι υπόλοιποι πασχίζουν να τους φθάσουν; Και πάντα με πολιτικές που περιφρονούν τον κρατισμό, υιοθετώντας (λ.χ. η Κίνα και η Ινδία) αρχές της οικονομίας της αγοράς; Όταν όμως ο εγκέφαλος έχει εθισθεί στις άγονες γραμμές, από Άγιο Κήρυκο σε Καρλόβασι και Βαθύ, δύσκολα μπορεί να απορροφήσει τα καινούργια δεδομένα του παγκόσμιου περιβάλλοντος. (ΕΣΤΙΑ, 21/2/07)

Διαβάστε ακόμα