Tου Σταύρου Δήμα – Επιτρόπου Περιβάλλοντος
Μετά από μισό αιώνα «οικοδόμησης της Ευρώπης», η περιβαλλοντική πολιτική της ΕΕ συγκαταλέγεται στις επιτυχίες. Συνεπώς δεν προκαλεί έκπληξη το ότι κατά μέσο όρο το 80% των περιβαλλοντικών νόμων στα κράτη-μέλη προήλθε από ευρωπαϊκό επίπεδο. Διά μέσου των διαδοχικών διευρύνσεων της Ε.Ε., η ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία είχε καταλυτικό αποτέλεσμα όσον αφορά την ενίσχυση των περιβαλλοντικών προτύπων. Όταν η Ελλάδα εντάχθηκε στην ΕΟΚ το 1981, η ευρωπαϊκή περιβαλλοντική πολιτική μόλις είχε ξεκινήσει να κάνει ορατά τα αποτελέσματά της στα παλαιότερα μέλη. Σήμερα, είναι σίγουρο ότι σε αυτήν οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, το υψηλό επίπεδο υποστήριξης που το ευρωπαϊκό όραμα απολαμβάνει στην Ελλάδα, όπου αναδύεται μία αυθεντική περιβαλλοντική συνείδηση. Μία επιτυχία ακόμη είναι τα όσα η Ε.Ε. έχει επιτύχει στο πλαίσιο του ΟΗΕ στο σημαντικό θέμα των κλιματολογικών αλλαγών. Προκειμένου να ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις του Κιότο, η Ε.Ε. έχει δημιουργήσει το μεγαλύτερο πολυεθνικό σχήμα περιβαλλοντικής εμπορίας στον κόσμο. Στην πρώτη φάση, από το 2005 έως το 2007, έχει στόχο να μειώσει τα τεράστια επίπεδα των εκπομπών CO2 που προέρχονται από περίπου 12.000 οργανισμούς και εγκαταστάσεις ανά την Ευρώπη -κυρίως από τους τομείς ενέργειας και βιομηχανίας. Στην επόμενη φάση, από το 2008 έως το 2012, θα συμπεριλάβει και τα αέρια του θερμοκηπίου και όλους τους τομείς της βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένων και των μεταφορών. Προκειμένου η Ευρώπη να βαδίζει πραγματικά στην οδό της αειφόρου ανάπτυξης, η περιβαλλοντική πολιτική πρέπει να ενσωματωθεί σε όλους τους τομείς της ευρωπαϊκής αρμοδιότητας. Γι αυτό τον λόγο, η Επιτροπή έχει ξεκινήσει μία σειρά από πολύ φιλόδοξες θεματικές στρατηγικές που είναι σχεδιασμένες για να αντιμετωπίσουν περιβαλλοντικά ζητήματα με τρόπο περισσότερο παγκοσμιοποιημένο και αποτελεσματικό από πλευράς κόστους. Αφορούν «οριζόντια ζητήματα», όπως η μόλυνση του αέρα, η διατηρήσιμη εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, η αποτροπή και η ανακύκλωση απορριμμάτων, η προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, η προώθηση της εκλογικευμένης χρήσης των φυτοφαρμάκων, η προστασία του εδάφους και η βελτίωση του αστικού περιβάλλοντος. Η εφαρμογή αυτών των θεματικών στρατηγικών ξεκινά τώρα και θα μας κρατήσει απασχολημένους για πολλά χρόνια ακόμα. Παράλληλα, πρέπει να συνεχίσουμε να ασχολούμεθα με άλλα επείγοντα θέματα. Οι κλιματικές αλλαγές είναι ίσως το σημαντικότερο όλων. Είναι πλέον σχεδόν βέβαιο ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα είναι η κύρια αιτία της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Ο χρόνος για τη λήψη αποφασιστικής δράσης εξαντλείται. Η νέα ενεργειακή πολιτική της Ε.Ε., αντιμετωπίζει ταυτόχρονα τις κλιματικές αλλαγές, την ενεργειακή ασφάλεια και την ανταγωνιστικότητα. Όπως ακριβώς και με το Πρωτόκολλο του Κιότο, η Ε.Ε. καταβάλει τεράστιες προσπάθειες στην κατεύθυνση της διπλωματίας του περιβάλλοντος. Πρέπει να πείσει τις ΗΠΑ και άλλες χώρες ότι είναι προς το συμφέρον τους να είναι πρωτεργάτες στη μάχη κατά των κλιματικών αλλαγών. Εξίσου ανησυχητικός είναι ο ρυθμός απώλειας της βιοποικιλίας. Τον Μάιο του 2006, η Κομισιόν υιοθέτησε μία στρατηγική για να ανταποκριθεί στους στόχους της Ε.Ε. να σταματήσει η απώλεια στη βιοποικιλία εντός της Ε.Ε. και να μειωθεί σημαντικά η απώλεια βιοποικιλίας σε παγκόσμιο επίπεδο, έως το 2010. Εντός της Ε.Ε., η πολιτική πλαίσιο, λίγο ως πολύ, υπάρχει. Το σημαντικότερο χαρακτηριστικό της είναι το δίκτυο προστατευόμενων περιοχών NATURA 2000. Τώρα χρειαζόμαστε την πολιτική θέληση, σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης, για να εφαρμόσουμε πλήρως και αποτελεσματικά την υπάρχουσα πολιτική. Αλλά η στρατηγική για τη βιοποικιλία προτείνει, επίσης, νέες πρωτοβουλίες. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες της εμπορίας βιοποικιλίας και να αναπτύξουμε την απάντηση της Ε.Ε. στο πρόβλημα των «ξένων ειδών». (Ημερησία, 24/3/07)

Διαβάστε ακόμα