Του Λουκά Τσούκαλη*
Η μεγάλη πρόκληση για την Ευρώπη στα χρόνια που έρχονται θα είναι να καθορίσει και να υπερασπιστεί ενεργά τα συλλογικά της συμφέροντα σε ένα ταχύτατα μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Το σχετικό μέγεθος της Ευρώπης, είτε το μετράμε με αναφορά στον πληθυσμό, το εισόδημα ή τις εμπορικές συναλλαγές, θα συνεχίσει να μειώνεται λόγω δημογραφικών εξελίξεων και της ανάδυσης νέων οικονομικών δυνάμεων στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Η μεγάλη πλειοψηφία των Ευρωπαίων δεν είναι πρόθυμη να αφήσει τις δυνάμεις της αγοράς ή τις Ηνωμένες Πολιτείες να δώσουν κατ’ αποκλειστικότητα μορφή και σχήμα στην παγκοσμιοποίηση. Αλλά απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσουν οι Ευρωπαίοι να επηρεάσουν τις διεθνείς εξελίξεις είναι να επενδύσουν πρώτα στη δική τους ενότητα. Μεμονωμένα, οι ευρωπαϊκές χώρες διαθέτουν μικρό ειδικό βάρος. Θα γίνει ακόμη μικρότερο στο μέλλον. Μέχρι σήμερα, κάποιες επιχείρησαν να αποκομίσουν πρόσθετα οφέλη ακολουθώντας τον ηγεμόνα. Άλλες υιοθέτησαν το πρότυπο του λαθρεπιβάτη. Πόσον ακόμη χρόνο θα χρειασθούν οι Ευρωπαίοι για να συνειδητοποιήσουν ότι ο αποτελεσματικότερος τρόπος να υπερασπιστούν τις δικές τους αξίες και συμφέροντα είναι μέσω μιας κοινής ευρωπαϊκής δράσης; Στα θέματα ενέργειας και περιβάλλοντος, για παράδειγμα, η Ευρώπη μπορεί να έχει ουσιαστικό ρόλο μόνον όταν δρα συλλογικά. Πρόκειται για την προάσπιση κοινών συμφερόντων, αλλά και παγκόσμιων δημόσιων αγαθών. Ποιος άλλος, εκτός της Ευρώπης, μπορεί να αναλάβει μια αξιόπιστη πρωτοβουλία σε θέματα περιβάλλοντος; Αλλά και σε έναν κόσμο όπου η ισχύς θα τείνει να διαχέεται σε περισσότερα του ενός κέντρα, η Ευρώπη μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για τη δημιουργία ενός παγκόσμιου συστήματος διακυβέρνησης. Άλλωστε, οι Ευρωπαίοι έχουν μάθει στην πράξη να λειτουργούν με κοινούς κανόνες και θεσμούς. Ιδού μια εμπειρία που αξίζει να εξάγουν εκτός Ευρώπης και ένας στόχος που θα μπορούσε να κινητοποιήσει πολλούς Ευρωπαίους, ιδιαίτερα στις νεότερες γενιές που αισθάνονται τον κόσμο των Βρυξελλών βαρετό και απόμακρο. Μεταρρυθμίσεις στους θεσμούς Οι αποτελεσματικές εξωτερικές δράσεις δεν προκύπτουν από διακυβερνητικές δομές. Απαιτούν αποφάσεις με (ειδική) πλειοψηφία και κοινή εκπροσώπηση. Η εμπορική πολιτική της Ε.Ε. αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα. Χρειάζονται διεθνείς θεσμοί που παράγουν έργο και αυτό προϋποθέτει ριζικές μεταρρυθμίσεις στους ήδη υπάρχοντες. Σε αυτές τις μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να περιλαμβάνεται και η ενιαία ευρωπαϊκή εκπροσώπηση, όπως στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Παγκόσμια Τράπεζα. Για το απώτερο μέλλον, ίσως τολμούσαμε να σκεφτούμε κάτι αντίστοιχο και για το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Η Ευρώπη έχει αναπτύξει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα σε διάφορες μορφές της λεγόμενης «ήπιας δύναμης» - ποιώντας την ανάγκην φιλοτιμίαν, θα πρόσθετε πιθανότατα ένας κυνικός παρατηρητής των διεθνών εξελίξεων. Σε έναν κόσμο όπου η βία δεν πρόκειται δυστυχώς να εξαλειφθεί σύντομα, η Ε.Ε. θα συνεχίσει να λειτουργεί ουσιαστικά ως «ήπια δύναμη», χωρίς όμως να αποκλείεται και η προσφυγή σε στρατιωτικά μέσα ως το έσχατο όπλο. Η διαμόρφωση μιας κοινής ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής θα είναι αναμφισβήτητα μια μακρά και επίπονη διαδικασία. Οι ευρωπαϊκές χώρες αδυνατούν να συμφωνήσουν μέχρι που μπορεί μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική να διαφέρει από την πολιτική που ακολουθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η αδυναμία αυτή υπήρξε μέχρι σήμερα καθοριστική. Το μέλλον της διατλαντικής συμμαχίας εξαρτάται από τη διαμόρφωση μιας περισσότερο ισότιμης σχέσης, ενώ η ισοτιμία αυτή προϋποθέτει μεγαλύτερη ενότητα στην ευρωπαϊκή πλευρά. Ο στόχος θα πρέπει να είναι η δημιουργία ενός αξιόπιστου εταίρου που συνεργάζεται με τις ΗΠΑ, αλλά που δικαιούται επίσης να ορίζει τα συμφέροντά του και να διαμορφώνει πολιτικές που δεν ταυτίζονται πάντοτε με τα αμερικανικά συμφέροντα ή πολιτικές. Οι διαδοχικές διευρύνσεις υπήρξαν η πιο αποτελεσματική εξωτερική πολιτική της Ευρώπης. Με την ένταξη νέων χωρών, η Pax Europea επεκτείνεται σε χώρες της γηραιάς ηπείρου που χαρακτηρίζονταν μέχρι πρόσφατα από πολιτική αστάθεια και οικονομική υπανάπτυξη. Η περαιτέρω διεύρυνση εξαρτάται όμως άμεσα από την προώθηση των εσωτερικών μεταρρυθμίσεων στην Ε.Ε.. Με άλλα λόγια, συνεπάγεται ένα τίμημα οικονομικό και θεσμικό. Θα φανεί στο μέλλον αν η Ευρώπη είναι έτοιμη να το πληρώσει. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση υπήρξε ουσιαστικά μια υπόθεση των ελίτ, με καλές προθέσεις και εντυπωσιακά αποτελέσματα. Με αυτήν τη μορφή, έχει ήδη αγγίξει τα όριά της. Οι εποχές μεγάλων οικονομικών αναδιαρθρώσεων, όπως αυτή που ζούμε σήμερα, δεν ήταν ποτέ αναίμακτες υποθέσεις. Υπάρχουν κερδισμένοι και χαμένοι στο εσωτερικό κάθε μιας χώρας, καθώς και αυξανόμενη αβεβαιότητα που διαχέεται στην κοινωνία ευρύτερα. Αναπόφευκτα, η παγκοσμιοποίηση πολιτικοποιείται. Το ίδιο συμβαίνει και με την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Και δεν φαίνεται να υπάρχει δρόμος επιστροφής. Σε ένα όχι τόσο μακρινό μέλλον, κάποιοι θαρραλέοι πολιτικοί στην Ευρώπη θα αρχίσουν να συζητούν για τις μεγάλες επιλογές σε θέματα αρμοδιότητας των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, καθώς και την σχέση που έχουν αυτές οι επιλογές με την κατανομή εξουσιών ανάμεσα στο ευρωπαϊκό και το εθνικό επίπεδο. Η φορολογία και η κοινωνική πολιτική δεν μπορούν να μείνουν έξω από αυτήν τη συζήτηση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται πολιτική αναζωογόνηση και οι πολίτες της ζητούν καλύτερη ενημέρωση και περισσότερες επιλογές. Είναι χρέος των πολιτικών ηγετών να αρθρώσουν ένα λόγο κατανοητό στους πολλούς και να προτείνουν επιλογές στην ευρωπαϊκή και την εθνική τους διάσταση. Η πολιτικοποίηση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την περαιτέρω εξέλιξη της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αν όχι για την επιβίωση της Ε.Ε. Η εκλογή του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε συνδυασμό με τις εκλογές για το Ευρωκοινοβούλιο, προσφέρεται για μια τέτοια διαδικασία πολιτικοποίησης. Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα (ή, όπως είναι σήμερα, οι συνασπισμοί κομμάτων) θα πρέπει να παρουσιάσουν υποψήφιους για τη θέση του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς και κοινά προγράμματα. Τα νεοεκλεγέντα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα εκλέξουν στη συνέχεια, με πλειοψηφία, τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που θα χρειάζεται επίσης την επικύρωση της εκλογής του/της από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με ειδική πλειοψηφία. Μια τέτοια εξέλιξη θα έδινε μια τελείως διαφορετική διάσταση στις ευρωεκλογές του 2009. Θα άλλαζε επίσης και τις θεσμικές ισορροπίες. Πολλοί σίγουρα θα προβάλουν έντονη αντίσταση. Έφτασε ο καιρός να μετρηθούμε; * Ο κ. Λουκάς Τσούκαλης είναι πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ. (Καθημερινή, 24/3/07)

Διαβάστε ακόμα