Του Νίκου Νικολάου
Η κακοδιαχείριση του δημοσίου χρήματος στην οκταετία Σημίτη είχε ως γνωστόν εκτινάξει στα ύψη το δημόσιο χρέος και είχε διογκώσει τα ελλείμματα σε επίπεδα υπερβαίνοντα κατά πολύ τα όρια του Συμφώνου Σταθερότητος. Αντί να ληφθούν μέτρα για να διορθωθεί η κατάσταση, οι υπουργοί του Σημίτη κατέφυγαν στη λαθροχειρία της δημιουργικής λογιστικής, εξαφανίζοντας ταχυδακτυλουργικά τα ελλείμματα και μειώνοντας το χρέος. Μια τέτοια κορυφαία απάτη ήταν το δάνειο του ελληνικού Δημοσίου με την πολυεθνική τράπεζα Goldman Sachs, για την οποία έχω γράψει προ μηνών. Υπενθυμίζω λοιπόν τα εξής: «Αφού η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 2000 είχε, διά της δημιουργικής λογιστικής, σχεδόν εκμηδενίσει το έλλειμμα, ήλθε η ώρα να “καταπολεμήσει” και το δημόσιο χρέος. Το χρέος είχε αφεθεί εκτός “μαγειρικής” του οικονομικού επιτελείου της τότε κυβέρνησης για δύο κυρίως λόγους: α) Επειδή το δημόσιο χρέος είναι το αποτέλεσμα έκδοσης ομολόγων και συμβάσεων δανείων τα οποία είναι διεθνώς καταχωρισμένα, η απόκρυψη των πραγματικών στοιχείων είναι δύσκολη. β) Οι επιτελείς των Βρυξελλών θεωρούν λιγότερο σημαντικό το δημόσιο χρέος σαν κριτήριο από ό, τι το έλλειμμα και γι’ αυτό τον λόγο δεν είναι τόσο αυστηροί. Το νέο ελληνικό “θαύμα” ή έγκλημα έγινε το 2001, όταν τα άλματα στην αύξηση του δημόσιου χρέους είχαν αρχίσει να γίνονται ανησυχητικά. Με τη βοήθεια μιας μεγάλης διεθνούς τράπεζας, της Goldman Sachs, η τότε κυβέρνηση κατόρθωσε κυριολεκτικά να εξαφανίσει περίπου ένα τρισεκατομμύριο δραχμές (για την ακρίβεια 2,8 δισ. ευρώ) και έτσι το χρέος του Δημοσίου μειώθηκε ισόποσα. Η “εξαφάνιση” έγινε με τη χρησιμοποίηση πλασματικών ισοτιμιών στη μετατροπή δανείων του Δημοσίου από δολάρια ΗΠΑ και γιεν, σε ευρώ. Η σύλληψη ήταν απλή. Οταν το 2001, με ένα ευρώ έπαιρνες λιγότερο από ένα δολάριο, εφόσον το ευρώ ήταν ίσο με 0,86 δολάρια, η μετατροπή δανείων από δολάριο σε ευρώ με μια πλασματικά “φουσκωμένη” ισοτιμία όπου με ένα ευρώ έπαιρνες 1,3 $, μείωνε τεχνητά το χρέος. Ανάλογες πλασματικές ισοτιμίες χρησιμοποιήθηκαν και για τα δάνεια σε γιεν. Το ευρώ τότε ήταν ασθενικό σε σχέση με το δολάριο και το γιεν. Χρησιμοποίησε λοιπόν το έξυπνο οικονομικό επιτελείο ισοτιμίες με πλασματικά “δυναμωμένο” ευρώ –κατά περίπου 50%– και έτσι μετατρέποντας σε ευρώ ένα σημαντικό αριθμό δανείων που αποτιμώντο σε δολάρια και γιεν, κατόρθωσε να μειώσει το δημόσιο χρέος κατά ένα τρισεκατομμύριο δραχμές περίπου. Το δημιουργικό “θαύμα” ή έγκλημα δεν ήταν τέλειο, γιατί η διεθνής τράπεζα που συνέπραξε είχε ουσιαστικά δανείσει στο ελληνικό Δημόσιο ένα τρισεκατομμύριο δραχμές και έπρεπε να πληρωθεί. Η πληρωμή όμως δεν μπορούσε να γίνει εμφανώς γιατί το δάνειο λογιστικά ήταν άφαντο. Επιστρατεύτηκε λοιπόν η μέθοδος των παραγώγων χρηματοοικονομικών πράξεων ή swaps. Με αυτές τις πράξεις, που είναι βέβαια νόμιμη τραπεζική πρακτική, έγιναν συμβόλαια για ανταλλαγή επιτοκίων, ισοτιμιών και δεικτών πληθωρισμού σε ένα πακέτο συμφωνιών. Η μέθοδος ήταν εξαιρετικά πολύπλοκη (χρειάστηκε μια σειρά από 12 συμβόλαια για όλες τις πράξεις ανταλλαγής), με αποτέλεσμα το ελληνικό Δημόσιο να επιβαρυνθεί με υπέρογκο κόστος συναλλαγής. Οι εκτιμήσεις είναι ότι για να γίνει η σύναψη, ακύρωση και εκ νέου σύναψη αυτών των περίπλοκων παραγώγων τάξεων, το Δημόσιο πλήρωσε το 2001 και 2002 συνολικό κόστος συναλλαγής 500 εκατ. ευρώ πάνω από το συνηθισμένο κόστος απλών πράξεων αυτού του είδους. Αυτό δηλαδή ήταν το άμεσο κόστος της “εξαφάνισης” μέρους του χρέους (γιατί υπάρχει και έμμεσο πολύ μεγαλύτερο). Στη συνέχεια όμως έπρεπε να κανονιστεί η δοσολογία των πληρωμών. Η προσφιλής τακτική της τότε κυβέρνησης να μεταθέτει τις πληρωμές για μετά τις εκλογές, επαλείφθηκε. Συμβατικά η αποπληρωμή άρχιζε από την άνοιξη του 2004 με δαπάνες της τάξης των 400 εκατ. τον χρόνο μέχρι το 2019. Μέσα σε αυτές τις ετήσιες πληρωμές εισέρχεται και ένα έμμεσο κόστος της τάξης του 1 δισ. ευρώ που δεν έχει προηγούμενο στην ιστορία της Ευρώπης (συγκριτικά δηλαδή πρέπει να πάμε σε παρόμοιες συμφωνίες στη Λατινική Αμερική). Επομένως, με τη συμφωνία αυτή σφραγίστηκε ο ακριβότερος δανεισμός του ελληνικού Δημοσίου όλων των εποχών έως σήμερα. Ταυτόχρονα, όμως, προκειμένου να μειωθεί τεχνητά το χρέος κατά 2,8 δισ. ευρώ το 2001, μεταφέρθηκε στους επόμενους προϋπολογισμούς αύξηση στο έλλειμμα της τάξης των 400 εκατ. ευρώ για 16 χρόνια. Και όλα αυτά προκειμένου να ωραιοποιηθεί η άσχημη εικόνα των δημόσιων οικονομικών και να στηριχθεί το σλόγκαν της ισχυρής οικονομίας». ΥΓ: Τα ξαναγράφω όλα αυτά γιατί χθες στη Βουλή ο υπουργός Οικονομίας κατέθεσε όλα τα επίσημα έγγραφα που πιστοποιούν την απάτη. Και ας έλθουν τώρα μερικοί άκριτοι εξυπνάκηδες να μας πουν ότι όταν η κυβέρνηση αποκαλύπτει ένα grosso colpo που στοίχισε στο Δημόσιο 1,5 δισ. ευρώ επιχειρεί «συμψηφισμό» με τα δικά της λάθη! (Καθημερινή, 23/3/07)

Διαβάστε ακόμα