Του Στέλιου Παπαθεμελή
Στην Ελλάδα του 2007, όσοι διαβάζουν έντυπα μεγάλης κυκλοφορίας και παρακολουθούν «τηλεπαράθυρα» σχηματίζουν την εντύπωση ότι επήλθε το ιστορικό τέλος του Ελληνισμού. Οι δυνάμεις που επικυριαρχούν στα ΜΜΕ, αν και μειοψηφούν στην κοινωνία, έχουν ισχύ αντιστρόφως ανάλογη. Μέσω αυτής απεργάζονται τη στρέβλωση και κατασυκοφάντηση της ιστορικής μας αυτοσυνειδησίας. Χλευάζεται και οιδορείται οτιδήποτε γνησίως ελληνικό. Υπονομεύεται ο αυτοσεβασμός μας. Ό,τι σεμνότερο και αγιώτερο ανέδειξε αυτό το έθνος, οι μάρτυρες της πίστεώς του και οι ήρωες, των υπέρ της ελευθερίας αγώνων του, περιφρονούνται. Το επίμαχο βιβλίο της ΣΤ΄ Δημοτικού είναι μάλλον η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Σχεδόν το σύνολο του εκπαιδευτικού μας συστήματος είναι πια διαποτισμένο με παρακμιακές αναφορές για ένδοξες και πλούσιας πολιτιστικής συγκομιδής φάσεις του εθνικού μας βίου, π.χ. Βυζάντιο. Αν όμως, αφήσουμε κάποιους να ξεριζώσουν τη διαχρονία μας θα συμπνιγούμε στις συμπληγάδες ευρωμιμητισμού και αμερικανομιμητισμού. Υπάρχουν αυτά που μας υπερβαίνουν, το ιερό και η Πατρίδα. Όποιος αρνείται να σταθεί με σεβασμό και δέος απέναντι σ' αυτά, αρνείται το μέλλον του Γένους του. Ακούγονται, εσχάτως απίθανες αν και όχι πρωτότυπες παραφωνίες ανιστορήτων «επαϊόντων» για πρόσωπα και γεγονότα του αγώνα της Εθνεγερσίας. Λένε: Πρώτον: Εθνικά ανάξιος ο μαρτυρικός Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ αφού αφόρισε την Επανάσταση. Ο ίδιος ο «αφορισθείς» Υψηλάντης ζητεί απ' τον Κολοκοτρώνη (Επιστολή του 29-1-1821) τα περί αφορισμού «να τα θεωρείτε ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ θελήσεως του Πατριάρχου». Ο Σουλτάνος μόλις πληροφορήθηκε για την Επανάσταση στη Μολδοβλαχία, μετά την αρχική στάση αναμονής εν όψει διερεύνησης των εξελίξεων, έλαβε απόφαση γενικής σφαγής των Ελλήνων και λοιπών Ορθοδόξων. Προς εκτέλεση της φοβερής απόφασης εξολόθρευσης, ζήτησε κατά τα θέσμια του Κορανίου έγκριση από τον ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη, τον Σεϊχούλισλάμη, Χατζή Χαλήλ Εφένδη. Τίμιος και φιλάνθρωπος ο Σεϊχουλισλάμης την αρνήθηκε, ζητώντας προθεσμία να σκεφθεί. Από τον Πατριάρχη, που τον επισκέφθηκε, ζήτησε αποδεικτικά για τη μη ενοχή των Ελλήνων. Εκεί φθάνει η μεγάλη στιγμή του Πατριάρχη: Θα παραιτηθεί σώζοντας εαυτόν ή θα επιδείξει υπέρτατο ηθικό σθένος και θα προβεί με τη Σύνοδο στη σωστική ενέργεια του αφορισμού, αποτρέποντας την εξολόθρευση του ποιμνίου του. Επιλέγει ορθώς τον αφορισμό. Προσφέρει επιχείρημα στον Χαλήλ να αρνηθεί οριστικά τον φετφά. Ο σουλτάνος θανατώνει τον Σεϊχουλισλάμη. Φυσικά η τύχη του Γρηγορίου Ε΄ είναι προδιαγεγραμμένη. Ολόκληρη η σουλτανική «προκήρυξη» περιλαμβάνεται στην αναφορά του τότε ολλανδού επιτετραμμένου της Κωνσταντινούπολεως, Gaspar Testa, όπου καταγγέλλεται ο Γρηγόριος για προδοσία κ.λπ. και ότι «ο ίδιος όπισθεν του παρασκηνίου έδρα, κρυφίως, ως αρχηγός της Επαναστάσεως» (Ζώρας, Παρνασσός 1976, σ. 127 επ.). Κατά τον Ολλανδό, ο Πατριάρχης «είχε καταστεί εγγυητής υπέρ του Μητροπολίτου Πατρών, υποκινητού της Επανάστασης της Πελοποννήσου, πιστοποιηθείσης της συμμετοχής του διά σαφών αποδείξεων και εγγράφων». Δεύτερον: Ότι ο Καποδίστριας, ως υπουργός Εξωτερικών του Τσάρου, «απεκήρυξε» τον Υψηλάντη στον Λάιμπαχ. Αλλά διά της αποκηρύξεως έσωσε την Επανάσταση, ματαιώνοντας την καταδικαστική απόφαση του αντεπαναστατικού συνασπισμού της Ιεράς Συμμαχίας που συνεδρίαζε εκεί, ενώ με την περίτεχνη διπλωματική διατύπωση της επιστολής του Τσάρου, που συνέταξε ιδιοχείρως, περιφρούρησε το προσωπικό κύρος του Υψηλάντη. Τρίτον: Ονομάζουν μύθο το Κρυφό Σχολειό. Αλλά ως τις αρχές του 17ου αι. δεν υπήρχαν φανερά σχολεία. Και αφότου επετράπησαν, φυσικά ο κατακτητής δεν ίδρυσε κανένα, όπως λέει ο Φωτάκος (Απομνημονεύματα Α, 46). «Εν ελλείψει διδασκάλου ο ιερεύς εφρόντιζε περί τούτων. Όλα αυτά εγίνοντο εν τω σκότει και προφυλακτά από τους Τούρκους». Εφ' ω και το «φεγγαράκι μου λαμπρό». Τέταρτον: Αμφισβητούν ότι ο Παλαιών Πατρών ευλόγησε τους Επαναστάτες και ψάχνουν το λάβαρο. Ο εγκυρότερος ιστορικός της Επαναστάσεως Σπυρίδων Τρικούπης μαρτυρεί: «Ο δε Παλαιών Πατρών διέταξε και έστησε επί της πλατείας του Αγίου Γεωργίου Σταυρόν ον έτρεχον και ησπάζοντο οι παρευρεθέντες, ορκιζόμενοι τον υπέρ Πίστεως και Πατρίδος όρκον. Εμοίραζον δε οι αρχηγοί και εθνόσημα εξ ερυθρού υφάσματος φέροντα σταυρόν κυανόχρουν, διέταξαν και τους ιστοποιούς να τυπώσωσι σημαίας προς χρήσιν των παρόντων οπλοφόρων και αποστολήν τους εις άλλα μέρη». (τ.Α΄,σ. 62). Ο θρύλος θέλει ένα λάβαρο, στην πραγματικότητα υπήρξαν πολλά. Το συμπέρασμα μας το δίνει ο Ποιητής: Αυτό το λόγο θα σας πω δεν έχω άλλο κανένα μεθύστε με τ'αθάνατο κρασί του Εικοσιένα. Κωστής Παλαμάς (Το Παρόν, 25/3/07)

Διαβάστε ακόμα