Tου Σωκράτη Τσιχλιά
Στην ενήλικη ζωή μου έχω πολλές φορές βιώσει πως μπροστά στον θάνατο λυγίζουν και τα πιο σκληρά πάθη. Έχω δει να λιώνουν σαν κεράκια πολύχρονα μίση, να σμίγουν απομακρύνσεις, να συνεννοούνται σε άπταιστη ανθρωπιά παρεξηγήσεις δεκαετιών. Η οδύνη για τη ζωή που χάνεται φέρνει κοντά τους ανθρώπους, έστω για λίγο, ώσπου η καθημερινότητα να τους πάρει πάλι στην αγκαλιά της και να τους νανουρίσει ως αθάνατους. Ο Γρηγόρης Φαράκος που έφυγε από τη ζωή την περασμένη εβδομάδα σε ηλικία 84 ετών και κηδεύτηκε το Σάββατο 24 Μαρτίου στη γενέτειρά του το Ναύπλιο, υπήρξε ένας από τους ιστορικούς ηγέτες της Αριστεράς. Ήταν μόλις 17 ετών το 1940 όταν εντάχθηκε στο ΕΑΜ Νέων και ένα χρόνο αργότερα έγινε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος από όπου απεχώρησε το 1991 ως γενικός γραμματέας. Πήρε μέρος στην αντίσταση, στον εμφύλιο, έζησε εξόριστος, γύρισε κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, συνελήφθη. Τυπική περίπτωση ενός ανθρώπου της Αριστεράς που βίωσε με την ψυχή και το σώμα του την ταραγμένη ιστορία της πατρίδας μας. Ο Γρηγόρης Φαράκος έζησε για πενήντα χρόνια ως ορθόδοξος κομμουνιστής, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ από το 1961 και του Πολιτικού Γραφείου από το 1968, θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί σκληρός και δογματικός. Ό,τι δεν μπόρεσε να αντιληφθεί με την εισβολή των σοβιετικών τανκς στην Πράγα το 1968, το ένιωσε με τις δραματικές εξελίξεις που προοιωνίζονταν την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Υπήρξε από τους πρωταγωνιστές της προσπάθειας να σπάσει η Αριστερά τα δεσμά της μ’ ένα παρελθόν που απεδείχθη ολέθριο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν έχυσε ούτε ένα δάκρυ για τον θάνατό του. Σε 150 λέξεις όλες κι όλες, στη σελίδα 21 του «Ριζοσπάστη» της 27ης Μαρτίου, κάτω κάτω χώρεσαν η ζωή και η είδηση του θανάτου ενός ανθρώπου που έδωσε σ’ αυτό το κόμμα 50 χρόνια της ζωής του. Είναι παλιό κουσούρι του ΚΚΕ να μη λυγίζει ούτε μπροστά στον θάνατο. Κυρίως των «δικών του» που κάποια στιγμή άλλαξαν. Παλιά το αντιμετώπιζα πιο ψύχραιμα, μπορούσα να το εξηγήσω, ένα ηττημένο κόμμα, διωγμένο, παράνομο, εξόριστο φτιάχνει τους δικούς του κανόνες επιβίωσης. Σήμερα όμως; Δεν μπορεί ν’ αγωνίζεσαι για τους ανθρώπους και να αρνείσαι το δικαίωμα στο διαφορετικό. Δεν μπορεί να μην αγαπάς, να μη συμπονάς, να μη συγχωρείς, να μην αισθάνεσαι και να ισχυρίζεσαι ότι κυοφορείς δικαιοσύνη. Υπάρχει πάντως μια φράση στο ειδησάριο του «Ριζοσπάστη», ιδιαιτέρως αποκαλυπτική: «Το Κόμμα τον εξέλεξε βουλευτή επί σειρά ετών». Με αυτές τις οκτώ λέξεις θα μπορούσε κανείς να κάνει διδακτορικό. Τον Γρηγόρη Φαράκο δεν τον εξέλεξαν ποτέ πολίτες, δεν υπήρξε πρόσωπο με αρετές και αδυναμίες, δεν υπήρξε προσωπικότητα που άξιζε να εκλεγεί. Ο Γρηγόρης Φαράκος ήταν ιδιοκτησία του ΚΚΕ που τον εξέλεγε. Ήταν ένα αντικείμενο, ένα εργαλείο των ζηλωτών ενός οράματος. Όταν το εργαλείο σκούριασε, το πέταξαν. Όταν πέθανε, του αφιέρωσαν 150 λέξεις. (Καθημερινή, 31/3/07)

Διαβάστε ακόμα