Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
Με τον πρόεδρο Σεζέρ να προειδοποιεί ότι το πολιτικό σύστημα αντιμετωπίζει «πρωτοφανή στην ιστορία της Δημοκρατίας απειλή» και με περισσότερους από 300.000 διαδηλωτές να κραυγάζουν «δεν θέλουμε ιμάμη πρόεδρο», η Τουρκία διολισθαίνει σε ατμόσφαιρα οξύτατης πόλωσης: από τη μια το «βαθύ κράτος» της μετα-κεμαλικής, στρατιωτικοπολιτικής γραφειοκρατίας, από την άλλη η «βαθιά κοινωνία» των αποκλεισμένων από τον σκληρό πυρήνα της εξουσίας κοινωνικών στρωμάτων, εύπορων και «πληβειακών», που βρίσκουν στο Ισλάμ ενοποιητικό σημείο αναφοράς και πολιορκητικό κριό για την άλωση της κρατικής μηχανής. Στην Άγκυρα και στην Κωνσταντινούπολη κάνουν θραύση τα σενάρια περί «πραξικοπήματος-λάιτ», όπως εκείνο που ανέτρεψε τον Ερμπακάν το 1997, προκειμένου να αποτραπεί η εκλογή του ισλαμιστή Ερντογάν στην προεδρία. Τα τελευταία εικοσιτετράωρα πιθανολογείται αιματηρό επεισόδιο-προβοκάτσια στον εορτασμό της Εργατικής Πρωτομαγιάς, που θα χρησιμοποιηθεί ως άλλοθι για μια «λυτρωτική» παρέμβαση του στρατού. Από την πλευρά τους, οι ισλαμιστές διαμηνύουν ότι δεν θα μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια και ότι αυτό που θα ξεκινήσει ως «πραξικόπημα-λάιτ» θα πυροδοτήσει γενικευμένη λαϊκή εξέγερση. Λέγεται μάλιστα ότι το κόμμα του Ερντογάν έχει συγκροτήσει σκιώδες Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας, κάτι που επιτείνει την αίσθηση έρπουσας «δυαδικής εξουσίας». Είναι πολύ πιθανό τα παραπάνω σενάρια να μείνουν στο επίπεδο του ψυχολογικού πολέμου, καθώς ο Ερντογάν έχει πολλούς λόγους να αποφύγει μια πρόωρη ρήξη. Σε κάθε περίπτωση, η Τουρκία έχει εισέλθει σε περίοδο παρατεταμένης αστάθειας, που θα διαρκέσει τουλάχιστον μέχρι τις βουλευτικές εκλογές του φθινοπώρου. Στο μεταξύ, εκείνο που εντυπωσιάζει είναι η εύγλωττη σιωπή της Δύσης απέναντι στις σχεδόν ανοιχτές απειλές ανατροπής μιας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης, από τον τουρκικό στρατό. Ορισμένοι αναλυτές, που βλέπουν τα πάντα υπό το πρίσμα της ισλαμοφοβίας, θεωρώντας ότι η βασική διαχωριστική γραμμή του σύγχρονου κόσμου είναι μεταξύ Δύσης - Ισλάμ, φτάνουν να θεωρούν προτιμότερη μια κοσμική στρατοκρατία από μια μετριοπαθή, ισλαμική Δημοκρατία στην Τουρκία. Λησμονούν έτσι ότι το μετα-κεμαλικό «βαθύ κράτος» έκανε τον Αττίλα, την αιμοσταγή χούντα του Εβρέν και τα Λευκά Κελιά. Παραβλέπουν επίσης ότι οι πασάδες του στρατού είναι οι πιο ευεπίφοροι, σήμερα, σε στρατιωτικούς τυχοδιωκτισμούς, είτε στο ιρακινό Κουρδιστάν είτε στο Αιγαίο, προκειμένου να ενισχύσουν τη θέση τους έναντι των ισλαμιστών σε ατμόσφαιρα εθνικιστικής ψύχωσης. Σε κάθε περίπτωση, όσο η Τουρκία εμφανίζεται να ταλαντεύεται ανάμεσα στους μιναρέδες και τις ξιφολόγχες, η ήδη άκρως αμφίβολη ευρωπαϊκή προοπτική της θα απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο. (Καθημερινή, 19/4/07)

Διαβάστε ακόμα