Η αυξανόμενη κρατική ιδιοκτησία και ο εντεινόμενος εθνικισμός σε σχέση με τις ενεργειακές πηγές αναδεικνύονται ως οι μεγαλύτερες απειλές για την τροφοδοσία των παγκόσμιων αγορών με πετρέλαιο, σύμφωνα με έκθεση που εκπονήθηκε για λογαριασμό των βιομηχανιών του κλάδου. Η έκθεση, που συντάχθηκε από την PFC Energy, επισημαίνει τη μεταφορά του κέντρου βάρους υπέρ των κρατικά ελεγχόμενων ομίλων, τη στιγμή που οι πολυεθνικές βλέπουν να περιορίζεται η ιδιοκτησία ή και η πρόσβασή τους στις πηγές ενέργειας. Ο εθνικισμός αυτού του είδους, σε συνδυασμό με την αδυναμία των κρατικών εταιρειών να επανεπενδύσουν τα κέρδη τους στην παραγωγή, περιορίζει τη δυνατότητα αναπλήρωσης των υπαρχουσών ενεργειακών δεξαμενών, οι οποίες εξαντλούνται με γοργούς ρυθμούς. Ο Ρόμπιν Γουέστ, διευθυντής της PFC, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Η ανησυχία μας δεν έχει να κάνει με το εάν και κατά πόσο ο κόσμος θα ξεμείνει από πετρέλαιο, αλλά κυρίως με την εξάντληση του δυναμικού παραγωγής». Η ίδια έρευνα επισημαίνει ότι οι πολιτικοί παράγοντες είναι εκείνοι που ευθύνονται για τη μείωση της παραγωγικής δυνατότητας στο Μεξικό, τη Βενεζουέλα, το Ιράν, το Ιράκ, το Κουβέιτ και τη Ρωσία. Η Σαουδική Αραβία αντιμετωπίζει επίσης ανάλογο πρόβλημα, ωστόσο εδώ ευθύνονται οι περιορισμοί που έχει θεσπίσει η ίδια όσον αφορά την παραγωγή. Σε αυτές τις επτά χώρες βρίσκεται το 65% των βεβαιωμένων παγκοσμίως αποθεμάτων, ενώ εκεί παράγεται το 45% των ημερήσιων ποσοτήτων αργού. Αξίζει να σημειωθεί ότι πριν από το 1961 η βιομηχανίες του κλάδου μπορούσαν να επενδύσουν οπουδήποτε, εκτός της Σοβιετικής Ένωσης και του Μεξικού. Στη συνέχεια, εκδιώχθηκαν από τη Μέση Ανατολή και τη Βενεζουέλα, με αποτέλεσμα οι επενδύσεις να επικεντρωθούν στη Βόρεια Θάλασσα, την Αλάσκα και τις υπεράκτιες περιοχές. Όμως, η παραγωγικές δυνατότητες στην Αλάσκα και τη Βόρεια Θάλασσα εξαντλούνται, την ίδια στιγμή μάλιστα που μειώνονται και οι ποσότητες που προωθούν στην αγορά άλλες μεγάλες πετρελαιοπαραγωγές χώρες. Αναφερόμενος στο θέμα, ο λόρδος Τράσκοτ, Βρετανός υφυπουργός Εξωτερικών για θέματα ενέργειας, δήλωσε: «Εάν η ζήτηση ξεπεράσει την προσφορά, τότε θα έχουμε μία έκρηξη των τιμών, απορύθμιση της ζήτησης και πολλές άλλες συνέπειες. Αυτό θα προκαλέσει τεράστιες πιέσεις στο πετρελαϊκό δίκτυο παγκοσμίως, στη διεθνή οικονομία, αλλά και στο παγκόσμιο πολιτικό σύστημα». (Ημερησία – Financial Times, 11/5/07)