Εξαιτίας της τρέχουσας συγκυρίας στον Κόλπο, διογκώνεται το ενδιαφέρον για ενεργειακές πηγές ανεξάρτητες από τον αραβικό κόσμο και αυτό φανερώνεται μεταξύ άλλων και από την πρόσφατη υψηλόβαθμη συμφωνία Ρωσίας-Ιαπωνίας, με θέμα την ροή πετρελαίου στην Απω Ανατολή, όπως επισημαίνεται από τους Αντριου Τζακ, Ντέιβιντ Στερν και Ντέιβιντ Μπιούκαν, αναλυτές των FT για τη διεθνή πετρελαϊκή αγορά. Οι παραπάνω αναλυτές παρατηρούν ότι η προσπάθεια της Ρωσίας να διοχετεύσει σε διεθνείς αγορές καυσίμων το πετρέλαιό της από τα πλούσια σιβηρικά κοιτάσματά της «υποστηριζόταν» κατά κύριο λόγο από την προσπάθεια αύξησης των ρωσικών εξαγωγών «μαύρου χρυσού» από διόδους στη Βόρεια Θάλασσα, τα ρωσικά λιμάνια του Αρκτικού Κύκλου και από λιμάνια στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Τώρα όμως το ενεργειακό αυτό σκηνικό αλλάζει. Αλλάζει με το διαπιστωμένο ενδιαφέρον για την κατασκευή ενός αγωγού πετρελαίου που να μπορεί να ενώσει το ρωσικό Ανγκάρσκ με τον ιαπωνικό τερματικό σταθμό στο Νακόντκα, ένα ενεργειακό κατασκευαστικό πρόγραμμα που θα ανταγωνίζεται ευθέως εκείνο, που θέλει να ενώσει το Ανγκάρσκ με την Μαντζουρία —και με απώτερο προορισμό την κινεζική αγορά καυσίμων. Ο αγωγός από το Ανγκάρσκ μέχρι το Νακόντκα έχει δύο «ατού», πρώτον ότι μειώνει δραστικά την ενεργειακή εξάρτηση της Ιαπωνίας από καύσιμα της περιοχής του Κόλπου και, δεύτερον, ότι είναι στην κατεύθυνση του αμερικανικού στρατηγικού στόχου για μία διεθνή πετρελαϊκή αγορά με πολύ μεγαλύτερη ποικιλία συγκριτικά με την τωρινή. Κάτι πάντως που η υλοποίησή του, όπως επίσης σημειώνεται από τους τρεις αναλυτές, μέχρι και πριν από λίγα έτη μόνον στη σφαίρα του ονείρου ανήκε. Γενικά, αυτές οι «περιφερειακές πετρελαϊκές οδοί», προσθέτουν οι ίδιοι αναλυτές, καταδεικνύουν πόσο έχει αλλάξει στις μέρες μας τόσο η οικονομική όσο και η πολιτική κατάσταση σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη μας. Αντιθέτως με ό,τι συμβαίνει με τη Μόσχα και την περιοχή της ολόγυρα, η ρωσική Απω Ανατολή από την άποψη των ενεργειακών υποδομών εγκαταλείφθηκε στη διάρκεια όλης της περασμένης δεκαετίας και παρέμεινε επομένως, σε σύγκριση με την υπόλοιπη επικράτεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας, υπανάπτυκτη. Οι ίδιες οι ρωσικές εταιρείες εκδήλωσαν ενδιαφέρον μόνον για τη διασφάλιση των καθιερωμένων «οδών του πετρελαίου» προς Δυσμάς και μόνον. Τώρα αντιστρέφεται η τάση και μάλιστα για ορισμένες από αυτές τις ενεργειακές διαδρομές του ρωσικού πετρελαίου προς τις αγορές στη Δύση υπάρχει ρωσική βούληση για συμμετοχή σε αυτές και ξένων εταιρειών, εν μέρει ή και κατά πλειοψηφία. Από την άλλη, η κατοχύρωση του θεσμού της ιδιοκτησίας, οι υψηλές το τελευταίο 24μηνο τιμές του «μαύρου χρυσού», που άφησαν το περιθώριο αποταμίευσης κερδών, η ρωσική πολιτική σταθερότητα, συντρέχουν όλες μαζί ως οι προϋποθέσεις για τη σύσταση ενός ενεργειακού δικτύου για τη διοχέτευση ρωσικού πετρελαίου και προς Ανατολάς. Ο ρωσικός όμιλος Yukos -είναι ο δεύτερος σε μέγεθος- είναι εκείνος που έχει ωστόσο συγκεντρώσει σήμερα τα μεγαλύτερα αποθεματικά και παρουσιάζεται ως ο καλύτερος εταίρος για την ανάπτυξη του δικτύου ρωσικού πετρελαίου προς Ανατολάς στο εγγύς μέλλον. Μάλιστα, έχει προχωρήσει τις διαβουλεύσεις με την κινεζική ηγεσία για την κατασκευή αγωγού από το Ανγκάρσκ στη Μαντζουρία -αρχικός προϋπολογισμός 1,8 δισ. δολ., μήκος 2,4 χιλ. χλμ.- ικανού να προσφέρει την υλοποίηση μακροπρόθεσμών πετρελαϊκών συμβολαίων με την ταυτόχρονη πρόβλεψη για κατά το μάλλον ή ήττον σταθερή τιμή προϊόντος. Η αλλαγή των γεωπολιτικών παραμέτρων που επιτρέπει τον ανασχεδιασμό της ενεργειακής στρατηγικής Εύκολα κανένας μπορεί να υποστηρίξει ότι τη ρωσική κυβέρνηση θα ενδιέφερε πολύ περισσότερο η ολοκλήρωση του αγωγού προς το ιαπωνικό τερματικό στο Νακάντκα -μήκος τέσσερις χιλιάδες χλμ.- κυρίως επειδή μπορεί να συνδυάζεται με πολλούς περισσότερους «τελικούς» προορισμούς, δηλαδή πλην της ιαπωνικής αγοράς καυσίμων επιπλέον και της κινεζικής, αλλά μακροπρόθεσμα και της αμερικανικής, της μεγαλύτερης μάλιστα στον κόσμο από την άποψη των εισαγωγών. Θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί εν προκειμένω πρώτον ότι η ρωσική κυβέρνηση μπορεί σήμερα πλέον να επηρεάζει πολύ λιγότερο τους ιθύνοντες των ρωσικών εταιρειών πετρελαίου αναφορικά με τις μελλοντικές επενδύσεις, δεύτερον δε και όχι αμελητέο ότι παρόμοια σχέδια, όπως του ενεργειακού δικτύου προς Ανατολάς μπορεί να φθάσουν να κοστίσουν μέχρι και 5 δισ. δολ., κάτι που με τα σημερινά ρωσικά δημοσιονομικά μεγέθη αφήνει να εννοηθεί ότι η υλοποίησή τους εναπόκειται σε μεγάλο βαθμό και στους ιδιώτες επενδυτές ή καλύτερα στις επενδυτικές κοινοπραξίες. Σε τελική λοιπόν ανάλυση, εναπόκειται στον όμιλο Yukos να εκτιμήσει αν μπορεί να φέρει σε πέρας και τα δύο κατασκευαστικά προγράμματα των αγωγών Ανγκάρσκ-Νακόντκα και Ανγκάρσκ-Μαντζουρία προς ίδιον βασικά όφελος. Θα πρέπει πάντως να υπολογίσει ότι ο κρατικοδίαιτος κατασκευαστικός οργανισμός για τους πετρελαϊκούς αγωγούς καθώς και αυτούς του φυσικού αερίου, ο Transneft έχει στραμμένο το δικό του ενδιαφέρον στον αγωγό προς την Ιαπωνία και εφόσον ο όμιλος Yukos προκρίνει τελικά να υλοποιήσει και τον αγωγό προς την κινεζική Μαντζουρία, τότε μπορεί κάλλιστα να βρεθεί αντιμέτωπος με την «πίεση» κρατικής απόφασης για σημαντική μείωση των εξαγωγών προς Δυσμάς. Ο μοσχοβίτικος οίκος του χώρου της αγοράς πετρελαίου UFG δια γραφίδας του στελέχους του Στίβεν ο’ Σάλιβαν εκτίμησε πρόσφατα ότι «πέραν του ότι η ίδια η ρωσική κυβέρνηση δεν έκλινε οριστικά προς τον ιαπωνικό ή τον κινεζικό αγωγό, εκτιμάται επιπλέον ότι με τα σημερινά εμπορικά δεδομένα χώρος και για τους δύο αγωγούς δεν υπάρχει». Στο Τόκιο, ο αναλυτής επενδύσεων της τράπεζας «Αλφα», Κρις Γουίφερ, τόνισε ότι η ιαπωνική πλευρά καλοβλέπει την εισροή στο μέλλον ρωσικού πετρελαίου, «έχοντας συνειδητοποιήσει πόσο η Ιαπωνία είναι σήμερα ευάλωτη από τα καύσιμα προέλευσης από τον περιοχή της Πρόσω Ασίας(του Κόλπου συγκεκριμένα)». «Και θέλει και έχει λοιπόν ανάγκη η Ιαπωνία αγωγό ρωσικού πετρελαίου» προστίθεται από τον ίδιο αναλυτή. «Για τον οποίο αγωγό εδώ και περίπου ενάμιση έτος κανένας δεν θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι είναι λύση αξιόπιστη στο πρόβλημα, σήμερα όμως η λύση προβάλλει αντιθέτως ως μία δυνατότητα παρά ως μία πιθανότητα». Μάλιστα, οι Ρώσοι θα μπορούσαν κάλλιστα να προσφέρουν και «αντισταθμιστικά οφέλη» τόσο στην Ιαπωνία, όσο και σε άλλους δυνητικούς αγοραστές ρωσικού πετρελαίου στην ευρύτερη περιοχή της Ιαπωνίας, στην περίπτωση που το Τόκιο θα αποδεσμευόταν από την εισαγωγή πετρελαίου των Αράβων παραγωγών στην Πρόσω Ασία. Αλλά και οι Αραβες παραγωγοί θα μπορούσαν να διαμορφώσουν μελλοντικά την τιμή του βαρελιού τους συν ή πλην ως και ενάμιση δολάριο, ειδικά για την Ιαπωνία και τους γύρω αγοραστές, επειδή ακριβώς αυτοί «κατηγοριοποιούνται» διαφορετικά. Πράγματι, πολλές ευρωπαϊκές πετρελαϊκές αγορές είναι σε θέση να εφοδιαστούν με το δικό τους πετρέλαιο –π.χ. η Βρετανία- ενώ και η αμερικανική εκτός του δικού της πετρελαίου μπορεί να προμηθευτεί και μη αραβικό. Αρα, οι Αραβες παραγωγοί είναι τρόπον τινά υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν μία πλέον ευέλικτη πολιτική τιμών με τους Ασιάτες πελάτες τους, ιδίως αν η Ρωσία μπορέσει να γίνει δυνητικός προμηθευτής. Ας μην υποτιμηθεί ωστόσο ότι για το μάνατζμεντ μπορεί στη Ρωσία λόγο να έχει και τώρα και στο μέλλον λόγο το κράτος, π.χ. θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να κρατικοποιήσει με «όχημα» την Transneft τμήματα των αγωγών της Κασπίας όπως αυτό που διέρχεται από το Καζακστάν. Ετσι, στο μέλλον βέβαια, θα μπορούσαν να γίνουν και «διαδικτυώσεις» μεταφοράς του σιβηρικού πετρελαίου και προς Ανατολάς, π.χ. και μέσω της επικράτειας του Καζακστάν και αυτής της Κίνας. Παραμένει ότι ο αμερικανικός παράγοντας ευνοεί ένα τερματικό για τον αγωγό του σιβηρικού πετρελαίου στο ιαπωνικό Ναγκόντκα, για μία σειρά από λόγους. Κατ’αρχήν επειδή από το Ναγκόντκα μπορεί το πετρέλαιο να φορτωθεί σε πετρελαιοφόρα και να φθάσει σε πολλούς άλλους προορισμούς, ακόμα και αμερικανικούς, χωρίς καμία κινεζική εξάρτηση, και δεύτερον -και κατά πολύ σπουδαιότερο- ότι αναφορικά με τις μελλοντικές εισαγωγές πετρελαίου από τις ακτές του Ειρηνικού, οι ΗΠΑ έχουν ήδη διαμορφώσει τη στρατηγική επιλογή που ευνοεί, αδιαμφισβήτητα, την υλοποίησή των εισαγωγών αυτών μέσω αμερικανικών εταιρειών. Μία στρατηγική επιλογή που συμπληρώνεται από την ολοένα μεγαλύτερη ενθάρρυνση των εκτός ΟΠΕΚ πετρελαιοπαραγωγών, ώστε η Ουάσινγκτον να μπορεί μελλοντικά να αψηφά όλα τα «τερτίπια» των 11 παραγωγών του πολυδύναμου, σήμερα, καρτέλ του ΟΠΕΚ. Μ.Ι.

Διαβάστε ακόμα