Του Κ. Κόλμερ
Η δημοκρατία –έλεγεν ο Ουίνστον Τσόρτσιλ- είναι ένα ατελές πολίτευμα αλλά δεν υπάρχει καλύτερον αυτού. Βεβαίως, στο όνομα της δημοκρατίας τα κόμματα εξουσίας επιδίδονται συχνά σε αυθαιρεσίες, λησμονούντα ότι κατά το πολίτευμα αυτό η πλειοψηφία κυβερνά και η μειοψηφία ελέγχει τη νομιμότητα των αποφάσεων. Εάν δηλαδή εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον. Τον σεβασμό της πλειοψηφίας προσβάλλουν διάφοροι μικροφωνοφόροι πανηγυρίζοντες π.χ. τη «συντριπτική νίκη» του Νικολά Σαρκοζί, στις επαναληπτικές γαλλικές εκλογές της 6ης Μαΐου, ενώ στον πρώτον γύρον, ο εκλεγείς γάλλος Πρόεδρος δεν πήρε περισσότερο από το 35% των ψήφων. Επίσης, αρκετές κυβερνήσεις, μεταξύ των οποίων και η δική μας, εζήτησαν σεβασμό της δημοκρατικής τάξεως στην Τουρκία, όπου το εκεί κυβερνών κόμμα AKP διαθέτει πλειοψηφία 2/3 των εδρών στη Βουλή, ενώ δεν συγκεντρώνει πέραν του 1/3 των προτιμήσεων των ερωτηθέντων Τούρκων στις τελευταίες δημοσκοπήσεις. Κατά τις εκλογές του 2002, το ισλαμικό κόμμα του Ταγίπ Ερντογάν έλαβε το 29% των ψήφων αλλά πριμοδοτήθη με 360 έδρες, λόγω του «ορίου 10%» που απαιτείται διά την είσοδο ενός κόμματος στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση των 550 εδρών. Το γεγονός αυτό παρεγνωρίζουν οι αυτόκλητοι συνήγοροί του. Αλλά και στη χώρα μας σπανίως εφαρμόζεται η αρχή της πλειοψηφίας. Οι περισσότερες κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις, από της εποχής προ μεταπολιτεύσεως, αντιπροσώπευαν ολιγώτερο του 50% των ψηφοφόρων. Στις τωρινές σφυγμομετρήσεις τα κόμματα εξουσίας δεν υπερβαίνουν σχεδόν ποτέ το 35% των προτιμήσεων του εκλογικού σώματος. Εν τούτοις, οι κυβερνώντες συμπεριφέρονται ωσάν αντιπροσωπεύουν την απόλυτον και όχι την συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, ο οποίος συνήθως τους αποδοκιμάζει στις εκάστοτε εκλογές. Υπάρχει συνεπώς ένα έλλειμμα δημοκρατίας στη χώρας μας που επιβάλλεται εξαιτίας της ανάγκης διακυβερνήσεώς της, η οποία διακυβέρνηση δεν θα ήταν πάντοτε εφικτή με τον παρατηρούμενο πολυκερματισμό των πολιτικών δυνάμεων. Αλλ’ αυτός δεν είναι λόγος αυταρχικής συμπεριφοράς των εκάστοτε κυβερνώντων που εκλαμβάνουν το κράτος ως κτήμα των. Εντεύθεν προκύπτει η ανάγκη να λαμβάνονται υπ’ όψιν τα συμφέροντα ολόκληρου του ελληνικού λαού κι όχι μόνο ορισμένων ψηφοφόρων του κυβερνώντος κόμματος. Τούτο συμβαίνει όταν λ.χ. η κυβέρνησι χαλαρώνει τους όρους προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος ή την έννοια της εθνικής κυριαρχίας, όπως προσφάτως με το νομοσχέδιο Σουφλιά, που επιτρέπει την ανέγερσι ακινήτων, εις απόστασιν 50 μέτρων από της ακτής και ετοιμάζεται να πωλήσει τ’ ακατοίκητα νησιά του Αιγαίου Πελάγους σε ξένους επενδυτές. Λησμονεί όμως η κυβέρνησις ότι έχουν και οι μελλοντικές γενεές δικαιώματα στο φυσικό περιβάλλον και όχι μόνον οι σημερινοί τουριστικοί επιχειρηματίες, που παραβλέπουν την καταστροφή λ.χ. των ισπανικών ακτών από την αλόγιστη δόμησιν. Όπισθεν του «Δουρείου Ίππου» της πωλήσεως των νησιών ελλοχεύει κίνδυνος τούρκοι «επιχειρηματίες» ν’ αγοράσουν π.χ. την ακατοίκητο νήσο Καλόγηρου, στο μέσον της Αιγαιακής Θαλάσσης και ν’ αμφισβητούν εν συνεχεία την εθνική κυριαρχία μιας τεράστιας περιοχής γεωπολιτικής σημασίας. Όταν υπάρχουν νομοθετικές πρωτοβουλίες, ως οι ανωτέρω, δικαιώνουν εκείνους που φρονούν ότι η ατελής δημοκρατία είναι το καλύτερον εκ των κακών πολιτευμάτων και δι’ αυτό πρέπει ν’ ασκείται με μέτρον. Όπως έγραψεν ο Πλάτων «ούτε η (μοναρχική) Περσία, μήτε η (δημοκρατική) Αθήνα επέτυχαν να κατακτήσουν το μέτρον, ενώ η Σπάρτη και η (μινωική) Κρήτη το πέτυχαν περισσότερο». (Νόμοι 694α) Το μέτρον εξισορροπεί τις παρούσες με τις μελλοντικές ανάγκες και καθιστά σεβαστά τα συμφέροντα της σιωπηράς πλειοψηφίας, που δεν αντιπροσωπεύει η κυβέρνησι του 1/3. Εάν νομίζει διαφορετικώς, ας κάνει δημοψήφισμα ο κ. Σουφλιάς για το απαράδεκτο νομοσχέδιόν «του». (Από τη Εφημερίδα ΤΟ ΠΑΡΟΝ, 13/05/2007)