Πετρέλαιο: Αβεβαιότητα διακατέχει τις διεθνείς αγορές - Υπομονή χαρακτηρίζει την ελληνική αγορά (23/1/2003)

Δευ, 27 Ιανουαρίου 2003 - 14:40
του Κ.Ν. Σταμπολή Παρά την επίσημη αύξηση παραγωγής του αργού πετρελαίου κατά 1,5 εκατ. βαρ./ημέρα, η οποία συμφωνήθηκε από τις χώρες-μέλη του ΟΠΕΚ στη σύνοδο τους στη Βιέννη στις 12 Ιανουαρίου, η τιμή του μαύρου χρυσού συνεχίζει την αυξητική της πορεία έχοντας, σε ορισμένες περιπτώσεις, ξεπεράσει τα 34 δολ./βαρέλι στις αγορές spot Λονδίνου και Ν. Υόρκης για παραδόσεις Φεβρουαρίου. Τιμή η οποία θεωρείται η υψηλότερη των τελευταίων δύο ετών. Χθες (23/1) πάντως οι τιμές εκινούντο πτωτικά γύρω στα 31,4 δολ./βαρέλι, τύπου Brent (dated), στο Λονδίνο και στα 33 δολ./βαρέλι στο NYMEX της Ν. Υόρκης για παραδόσεις Μαρτίου. Η λογική του ΟΠΕΚ ήτο και είναι ότι με το να τροφοδοτήσει την αγορά με 1,5-2 εκατ. βαρέλια την ημέρα περισσότερο από την υπάρχουσα παραγωγή του ΟΠΕΚ, η οποία συνολικά έχει διαμορφωθεί τώρα στο επίπεδο των 24,5 εκατ. βαρ/ημέρα, η τιμή θ΄ αρχίσει να υποχωρεί. Αυτό πράγματι θα συνέβαινε εάν όλες οι άλλες παράμετροι που ευθύνονται για τη διαμόρφωση των διεθνών τιμών του αργού είχαν παραμείνει σταθερές. Κάτι τέτοιο όμως δεν έγινε αφού στο διάστημα των τελευταίων ημερών εντάθηκαν οι πολεμικές προετοιμασίες κατά του Ιράκ από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, με την συνεχή αποστολή στρατευμάτων και στρατιωτικού υλικού στον Κόλπο, και υψώθηκαν οι τόνοι του πολεμοχαρούς ενοίκου του Λευκού Οίκου στην Ουάσινγκτον. Εδώ θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η παραγωγή του ΟΠΕΚ εκπροσωπεί συνήθως ένα 32-34% της παγκόσμιας πετρελαϊκής παραγωγής, με τις εκτός ΟΠΕΚ χώρες να συνεισφέρουν σήμερα (στοιχεία Δεκεμβρίου) περί τα 48 εκατ. βαρ. σε ημερήσια βάση, δηλ. αρκετά μεγαλύτερη ποσότητα όσο όλες οι χώρες του ΟΠΕΚ μαζί. Ομως ο ΟΠΕΚ, ως γνήσιο καρτέλ, είναι σε θέση να ανεβοκατεβάζει τις διεθνείς τιμές με εργαλείο την αυξομείωση της παραγωγής του. Παράλληλα, συνεχίζεται η πολιτική αστάθεια στη Βενεζουέλα παρά την ειρηνική παρέμβαση του τ. προέδρου Τζίμυ Κάρτερ και την επιστροφή στις εργασίες των απεργούντων πλοηγών του Μαρακαίμπο, με άμεσο αποτέλεσμα την μη αποκατάσταση του εξαγωγικού πετρελαϊκού δυναμικού της χώρας. Χωρίς να αποκλείεται μια έκτακτη σύνοδος των Υπουργών Πετρελαίου του ΟΠΕΚ μέσα στις αμέσως επόμενες ημέρες, με στόχο την περαιτέρω αύξηση της παραγωγής του Οργανισμού, η οποία φυσικά μπορεί να προέλθει μόνο από την παραγωγή της Σ. Αραβίας και των ΗΑΕ, που έχουν άμεση τεχνική δυνατότητα αυξομείωσης της παραγωγής των, αναλυτές στο Λονδίνο εκτιμούν ότι όσο πλησιάζει η ημερομηνία της Αμερικανικής επίθεσης στο Ιράκ η τιμή του πετρελαίου στη διεθνή αγορά θα επηρεάζεται προς τα άνω με το ενδεχόμενο αυτή να εκτιναχθεί στα 40 δολ./βαρέλι ή ακόμα και στα 50 δολ. Αυτό είναι δυνατό να συμβεί εάν συνεχισθεί η έντονη πολιτική αντιπαράθεση στη Βενεζουέλα και συγχρόνως σταματήσει η ημερήσια παραγωγή του Ιράκ, με την έναρξη των εχθροπραξιών. Πάντως, σημειώνουν οι ίδιοι αναλυτές, οι υψηλές αυτές τιμές δεν πρόκειται ν’ αντέξουν για πολύ διότι εν τω μεταξύ αναμένεται ότι θα εκδηλωθούν διάφορες εξισοροπιστικές κινήσεις όπως π.χ. παρέμβαση από πλευράς της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας, το γνωστό ΙΕΑ που εδρεύει στο Παρίσι, για απελευθέρωση μέρους των στρατηγικών αποθεμάτων του οργανισμού, και συγχρόνως αύξηση παραγωγής και παραδόσεων από την Ρωσία, και ενδεχομένως τη Νορβηγία, οι οποίες διαθέτουν ικανά αποθέματα και δυνατότητα αύξησης παραγωγής. Βέβαια οι αυξήσεις θα είναι κυρίως φραστικές αφού απαιτείται χρόνος τουλάχιστον 3-4 εβδομάδων για μία αύξηση «φυσικών» ποσοτήτων. Οι συνεχιζόμενες υψηλές τιμές πετρελαίου στις διεθνείς αγορές είναι λογικό να επηρεάζουν και τις τιμές προϊόντων στην Ελλάδα, η οποία ως γνωστόν εισάγει το 98,5% των αναγκών της σε αργό. Αξίζει να αναφέρουμε ότι σε καθημερινή βάση η Ελληνική αγορά καταναλώνει 360.000-370.000 βαρέλια αργού περίπου αλλά καλύπτει μόνο 1,5% των αναγκών της από την παραγωγή του Πρίνου. (Ο Πρίνος παράγει πλέον μόνο 5.000-6.000 βαρέλια την ημέρα χωρίς προοπτική παραγωγής αργού από οποιοδήποτε άλλο σημείο της χώρας για τα επόμενα 3 χρόνια τουλάχιστον). Τα τέσσερα διυλιστήρια της χώρας (Ασπρόπυργος, Ελευσίνα, Αγ. Θεόδωροι και Θεσσαλονίκη) αγοράζουν αργό κυρίως βάσει μακροχρόνιων συμβολαίων με σταθερούς προμηθευτές (Σ. Αραβία, Ιράν, Λιβύη, Ρωσία, Ιράκ) αλλά και μέσω ορισμένων ευκαιριακών φορτίων (spot). Η τιμή αγοράς των φορτίων καθορίζεται μέσα από ένα μαθηματικό τύπο όπου αναπόφευκτα η τρέχουσα τιμή αργού επηρεάζει την διαμόρφωση της τελικής τιμής παράδοσης φορτίων κατά το μεγαλύτερο μέρος της. Έτσι οι διεθνείς τιμές έχουν άμεσο αντίκτυπο στην εγχώρια αγορά. Ανώτερα στελέχη των διυλιστηρίων που λειτουργούν στην Ελλάδα και από τους οποίους ζητήσαμε να σχολιάσουν την παρούσα κατάσταση συμφωνούν ότι ενώ από πλευράς αποθεμάτων στην Ελλάδα δεν υπάρχει λόγος για ουδεμία ανησυχία (η χώρα έχει αποθέματα για 100 ημέρες) εν τούτοις υπάρχει αβεβαιότητα ως προς τις τιμές οι οποίες δεν μπορούν να ελεγχθούν από Ελληνικής πλευράς, αφού βάσει του Κοινοτικού δικαίου καμία κυβέρνηση δεν έχει πλέον τη δυνατότητα για άμεσες ή έμμεσες επιδοτήσεις, εκτός από την περιορισμένη δυνατότητα αυξομείωσης του ειδικού φόρου κατανάλωσης ο οποίος είναι σε χαμηλά επίπεδα έτσι κι αλλιώς. Εδώ πρωτεύοντα ρόλο παίζουν τα κρατικά ελεγχόμενα Ελληνικά Πετρέλαια (ΕΛΠΕ) τα οποία για λόγους τιμολογιακής πολιτικής, μπορούν μέχρις ενός σημείου και εις βάρος των κερδών τους, να συγκρατήσουν τις τιμές με τις οποίες πωλούν τα προϊόντα τους (ιδίως την αμόλυβδη και το ντήζελ) στις εταιρείες εμπορίας. Ο χρόνος όμως που μπορούν να το πράξουν έχει ημερομηνία λήξης. Εάν τα ΕΛΠΕ δουν ότι συνεχίζονται οι υψηλές τιμές, π.χ. είναι άνω των 35 δολ./βαρέλι σταθερά για 10-12 ημέρες, σχολίαζε γνωστός παράγων της αγοράς, δεν θα έχουν άλλη επιλογή παρά μετακυλίσουν τις αυξήσεις στα προϊόντα τους και ν΄ αυξήσουν σημαντικά τις χονδρικές τιμές πώλησης. Αυτό πάντως μέχρι στιγμής δεν έχει συμβεί γι΄ αυτό και ο καταναλωτής δεν έχει διαπιστώσει κάποιες σοβαρές ανατιμήσεις. Εδώ θα πρέπει να τονισθεί ότι παρά τις όποιες αυξήσεις στις διεθνείς τιμές τις τελευταίες 3-4 εβδομάδες, οι τιμές σε επίπεδο καταναλωτών έχουν παραμείνει σταθερές και για έναν άλλο λόγο ο οποίος έχει να κάνει με την ισχυροποίηση του ευρώ έναντι του δολαρίου κατά την ίδια χρονική περίοδο. Προς το παρόν και μέχρι τα τέλη του μηνός πάντως, έχει διαμορφωθεί ένα κλίμα υπομονής (wait and see) στις τοπικές αγορές, όπως η δική μας, ενώ στις διεθνείς αγορές (Λονδίνο, Ν. Υόρκη, Σιγκαπούρη) η τάση είναι να προεξοφλούν πιο άμεσα τις όποιες αρνητικές συνέπειες ή θετικές προοπτικές.

Διαβάστε ακόμα