Του Νίκου Νικολάου
Η ιστορία, η παλαιά και η νεότερη, είναι γεμάτη παραδείγματα κομμάτων και κινημάτων, που ξεκίνησαν σαν προοδευτικά και κατέληξαν να γίνουν αντιδραστικά και καταπιεστικά για τους λαούς τους. Από τους μπολσεβίκους του 1917 μέχρι τα απελευθερωτικά κινήματα στον Τρίτο Κόσμο, γνωρίσαμε ηγέτες και κόμματα που ηγήθηκαν νικηφόρων αγώνων για την ανατροπή μιας διεφθαρμένης τάξης πραγμάτων, για την αποτίναξη του αποικιακού ζυγού, για την κατάργηση της φεουδαρχίας και το μοίρασμα της γης στους αγρότες. Η μακρόχρονη όμως παραμονή στην εξουσία, μετά τη νίκη τους, έφθειρε αυτά τα κόμματα, διέφθειρε τους ηγέτες του και οι διάδοχοί τους έγιναν στυγνοί δικτάτορες για να κρατηθούν στην αρχή. Το κίνημα του Πάντσο Βίλα στο Μεξικό εκφυλίστηκε στη μακρόχρονη δικτατορία του PRI, ο Μουγκάμπε έδιωξε τους Αγγλους και έγινε στυγνός τύραννος για τον λαό του, ο Σοεκάρνο στην Ινδονησία ανετράπη ως διεφθαρμένος κ.λπ. Το παρελθόν δεν δικαιώνει ποτέ το παρόν και δεν αφήνει ελπίδες για το μέλλον. Στη διπλανή μας χώρα, την Τουρκία π.χ., ο Μουσταφά Κεμάλ όντως υπήρξε μεγάλος ηγέτης για τη χώρα του και οδήγησε τον λαό του από το σκοτάδι της σουλτανικής παράδοσης στον σύγχρονο κόσμο, θέτοντας τις βάσεις για ένα νεωτερικό κράτος, με στήριγμα τον στρατό, που, όπως συνέβαινε σε όλες τις χώρες του Τρίτου Κόσμου, ήταν το πιο προοδευτικό και δυναμικό τμήμα του πληθυσμού. Σχεδόν 80 χρόνια όμως μετά τον Κεμάλ τι εκπροσωπεί πια ο στρατός για την Τουρκία; Τον θεματοφύλακα του κοσμικού κράτους και το ανάχωμα στον μουσουλμανικό φονταμενταλισμό, υποστηρίζουν αρκετοί αναλυτές, μεταξύ των οποίων και ο καλός μου φίλος και συνάδελφος κ. Αντ. Καρκαγιάννης. Αν και εμείς στην Ελλάδα έχουμε ιδίαν πείρα ότι στρατός ίσον Αττίλας, εγώ θέλω να επισημάνω ορισμένες άλλες πλευρές αυτού του στρατιωτικού κατεστημένου, που παραβιάζει ωμά τη δημοκρατία, αρνούμενο στον νόμιμο πρωθυπουργό τις εξουσίες που έχει ένας ηγέτης εκλεγμένος από τον λαό. Ο στρατός στην Τουρκία, λοιπόν, δεν είναι το ένοπλο τμήμα του πληθυσμού, όπως συμβαίνει σε όλα τα δημοκρατικά κράτη, αλλά ένα πανίσχυρο κατεστημένο, που η μακρόχρονη παραμονή του στην εξουσία το έφθειρε και το διέφθειρε και οι εθνικιστές κεμαλιστές των δεκαετιών του ’20 και του ’30 έχουν μετεξελιχθεί στους σημερινούς στρατηγούς - πασάδες, που ευθύνονται για αρκετά πραξικοπήματα, για βάρβαρη καταπίεση των μειονοτήτων, για επιθετικούς πολέμους. Η διαφθορά εκφράζεται κυρίως με το οικονομικό παρακράτος που δημιούργησαν οι στρατηγοί έχοντας στην ιδιοκτησία τους εργοστάσια και τράπεζες, ενώ ταυτόχρονα συνάπτουν αποικιακές συμβάσεις με ξένες εταιρείες (π.χ. τη Renault) αποκομίζοντας κέρδη, από τα οποία οι ίδιοι παίρνουν τη μερίδα του λέοντος, αλλά συντηρούν ταυτόχρονα και τους πραιτωριανούς τους με τη χορήγηση πρόσθετων αποδοχών, σπιτιών κ.λπ. Εχουν μετατραπεί πλέον σε μια στρατιωτική φεουδαρχία γι’ αυτό και πίσω από τη σύγκρουσή τους με τον Ερντογάν δεν κρύβεται ο φόβος τους για τη μαντίλα της γυναίκας του Γκιουλ, αλλά η αντίθεσή τους στο άνοιγμα της αγοράς και στην απελευθέρωση της οικονομίας που προωθεί το κόμμα της Δικαιοσύνης και της ανάπτυξης (ΑΚΡ). Ολες οι αναλύσεις που διαβάζω στον Τύπο, ελληνικό και διεθνή, βρίθουν από επαίνους για το έργο του κυβερνώντος κόμματος του κ. Ταγίπ Ερντογάν. Ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας ήταν 7% για πέντε συνεχή χρόνια, το δημόσιο έλλειμμα έχει πέσει στο 2%, ο πληθωρισμός μειώνεται και εργάτες και αγρότες ζουν καλύτερα τώρα, γι’ αυτό και οι στρατηγοί δικαίως φοβούνται ότι το ΑΚΡ θα θριαμβεύσει στις εκλογές της 22ας Ιουλίου. Ο Ερντογάν στο πλαίσιο της πολιτικής του για ένταξη στην Ευρώπη έκανε σημαντικές οικονομικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις και οι ξένοι επιχειρηματίες που συρρέουν μαζικά στην Τουρκία (μεταξύ των οποίων και Ελληνες) φοβούνται ότι το ανερχόμενο κύμα εθνικισμού και ξενοφοβίας που καλλιεργούν οι κεμαλιστές μπορεί να φέρει στην εξουσία κόμματα με αντιευρωπαϊκή νοοτροπία. Βέβαια, μέσα στις τάξεις του ΑΚΡ φωλιάζουν αναμφισβήτητα ισλαμιστές. Πρώτον, όμως, είναι ελεγχόμενοι από την ηγεσία του κόμματος και δεύτερον, όπως δείχνει το παράδειγμα όλης της Μέσης Ανατολής, τον ισλαμισμό τον γιγάντωσαν η πολιτική καταπίεσης, η κοινωνική και οικονομική απαθλίωση και η σύγχρονη αποικιοκρατία. (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 23/05/2007)