Του Ευθ. Π. Πέτρου
Οι τελευταίες κινήσεις της Τουρκίας στα σύνορά της με το Ιράκ, επιβεβαιώνουν αυτό που έχει καταστή προφανές από την αρχή της πολιτικής κρίσεως στην γείτονα. Ότι δηλαδή οποιαδήποτε εξέλιξις στην ευρύτερη περιοχή, εν τέλει θα συνδεθή με το μέλλον του Κουρδιστάν. Δεν είναι μόνον οι στρατιωτικές κινήσεις. Ο υπουργός Εξωτερικών και υποψήφιος πρόεδρος υποστηριζόμενος από το ισλαμικό κόμμα, Αμπντουλάχ Γκιούλ, μίλησε για «εξάντληση της υπομονής» της Τουρκίας, ενώ λίγες εβδομάδες πριν, ο Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων Γιασάρ Μπουγιούκανιτ είχε προειδοποιήσει για ενδεχόμενες ενέργειες στο βόρειο Ιράκ. Η ανάλυσις των προσεκτικά διατυπωμένων δηλώσεών του, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δια στόματός του, το κεμαλικό κατεστημένο διατύπωνε εμμέσως την απειλή ότι αμφισβήτησις του ρόλου του στην τουρκική πολιτική ζωή, θα εσήμαινε «περιπέτειες» στο βόρειο Ιράκ. Με τον τρόπο αυτόν οι Τούρκοι στρατιωτικοί αντιδρούν στο γεγονός ότι ήδη η Ευρωπαϊκή Ένωσις έχει εκφράσει την συμπαράστασή της προς τις κινήσεις του πρωθυπουργού Ερντογάν, οι οποίες πάντως διατηρούν τον μανδύα της δημοκρατικής νομιμότητος. Και μιλούμε για μανδύα, αφ’ ενός μεν διότι στην Τουρκία ουδέποτε επεκράτησαν θεσμοί πράγματι δημοκρατικοί και αφ’ ετέρου διότι το κυβερνητικό πρόγραμμα του Ερντογάν, αποβλέπει -σε βάθος χρόνου βεβαίως- στην κατάλυση του κοσμικού κράτους που συνεπάγεται και κατάλυση του κοινοβουλίου. Για τους ανά τον κόσμο Σουνίτες ισλαμιστές η νομοθετική εξουσία είναι περιττή, αφού συμφώνως προς τα πιστεύω τους μοναδική νομοθεσία είναι αυτή την οποία εκληροδότησε ο «προφήτης». Είναι ο ισλαμικός νόμος τον οποίο θέλουν να επιβάλουν. Αυτό βεβαίως το αποκρύπτουν επιμελώς, όσο χρησιμοποιούν τις δημοκρατικές διαδικασίες για να καταλάβουν την εξουσία. Η ελληνική στάσις, να συνταχθή με την κοινή γραμμή της ΕΕ, υπέρ του Ερντογάν, ήταν όχι απλώς ενδεδειγμένη, αλλά επιβεβλημένη. Αρκεί να μην περιμένουμε ότι για να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα που μπορεί να προκύψουν στην συνέχεια, είναι αρκετό απλώς να συμπαρατασσόμεθα με τους Ευρωπαίους εταίρους… Το ζήτημα όμως, γίνεται εξαιρετικά πολύπλοκο από την στιγμή που τα αναμενόμενα προβλήματα τοποθετούνται στο συνολικό πλαίσιο, που περιλαμβάνει επίσης τα θέματα της Βαλκανικής, αλλά και τις ενδοευρωπαϊκές όσο και τις διατλαντικές σχέσεις. Το τελευταίο που θα επιθυμούσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες, ειδικά στην παρούσα φάση που η θητεία του Τζώρτζ Μπους πλησιάζει την ολοκλήρωσή της, είναι μια αστάθεια στην Τουρκία. Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει επιλέξει την περαιτέρω διεύρυνση του ΝΑΤΟ ως το διπλωματικό ορόσημο με το οποίο θα επισφραγίση την διέλευσή του από τον Λευκό Οίκο. Η διεύρυνσις αυτή περιλαμβάνει την Αλβανία, την Κροατία και τα Σκόπια. Αναμένεται δε, κατά το προσεχές ταξίδι του στα Τίρανα να δώση με σαφήνεια το στίγμα των προθέσεών του. Ευνόητες είναι οι επιπτώσεις στην Ελλάδα από ενδεχομένη δρομολόγηση της εντάξεως των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, ανεξαρτήτως της μεθοδεύσεως που θα επιλεγή. Για τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών τέτοια ζητήματα λύνονται με την πολιτική των «αστερίσκων». Στα επίσημα κείμενα δηλαδή σημειώνονται με αστερίσκο οι μεμονωμένες αντιρρήσεις κρατών-μελών. Και ερχόμαστε να αναγνωρίσουμε τις επιπτώσεις της διπλωματικής αδρανείας των προηγουμένων ετών. Αφήσαμε το Σκοπιανό κυριολεκτικά στην τύχη του. Όπως και πριν από την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, όλοι μας, από τις Κυβερνήσεις μέχρι τον τελευταίο πολίτη, υιοθετήσαμε την τακτική της στρουθοκαμήλου. Προσποιούμεθα ότι δεν υπάρχει. Το θυμόμαστε ευκαιριακά, για να ελεεινολογήσουμε κάποιους που κατά καιρούς μιλούσαν για «Μακεδονία». Όμως την ίδια στιγμή, η χώρα αυτή εδέχετο ουσιαστική στρατιωτική βοήθεια από την Αθήνα. Πόσοι άραγε γνωρίζουν ότι Σκοπιανοί αξιωματικοί φοιτούν στις ελληνικές Σχολές Πολέμου και ότι έχουν λάβει βοήθεια, στην οποία περιλαμβάνονται και ελικόπτερα! Αυτά για να επισημανθή το αντιφατικό της πολιτικής μας. Τώρα λοιπόν, που πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που συνεπάγεται η πολιτική κρίσις στην Τουρκία, βγαίνει και πάλι το αγκάθι του Σκοπιανού το οποίο απειλεί να διαταράξη τις σχέσεις με τους συμμάχους και εταίρους μας. Με αποτέλεσμα να μην έχουμε την άνεση που απαιτείται για τους χειρισμούς έναντι της Τουρκίας. Αν υποτεθή ότι είμαστε σε θέση να τους σχεδιάσουμε… (Από την Εφημερίδα ΕΣΤΙΑ 29/05/2007)