του Κωστή Σταμπολή* Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα σαν χώρα έχει ένα μικρό σχετικά πληθυσμό (11 εκατ. κάτοικοι) και έχει περιορισμένες ανάγκες και κατανάλωση ενέργειας, εν τούτοις το τελευταίο διάστημα τείνει ν΄ αποκτήσει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον από γεωπολιτικής πλευράς. Η γεωγραφική θέση της χώρας σε συνδυασμό με την σταθερή πολιτική και οικονομική της κατάσταση, δηλ. πλήρες μέλος της Ε. Ενωσης και στην ευρωζώνη, την κατατάσσει σε μία πλεονεκτική θέση όσο αφορά την ανάπτυξη μιας νέας δυναμικής ενεργειακής αγοράς στην ευρύτερη περιφέρεια της Ν.Α. Ευρώπης. Επίσης, λόγω της καλής οικονομικής της θέσης, σε σύγκριση με τα γειτονικά της κράτη, και της δυναμικής οικονομίας της σε συνδυασμό με την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων της, η Ελλάδα διαδραματίζει σήμερα έναν εξέχοντα ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής. Μέχρι σήμερα τα ενδιαφέροντα των Ελληνικών επιχειρήσεων εκάλυπταν τους τομείς των κατασκευών, της βιομηχανίας, των τηλεπικοινωνιών και στον τραπεζικό τομέα με αρκετά αξιόλογες επενδύσεις στις γύρω χώρες. Τελευταία όμως οι προσπάθειες τόσο από πλευράς κυβερνήσεως όσο και εταιρειών επικεντρώνονται στον ενεργειακό τομέα με διείσδυση σε νέες αγορές τόσο στο πετρέλαιο όσο και στον ηλεκτρισμό και το φυσικό αέριο. Χωρίς υπερβολή μπορούμε να πούμε ότι η Ελλάδα πρωτοστατεί σήμερα στη δημιουργία μίας νέας περιφερειακής αγοράς ενέργειας. Η περιφερειακή αυτή ενεργειακή αγορά είναι εν τω γίγνεσθαι και περιλαμβάνει την ανάπτυξη νέων ηλεκτρικών διασυνδέσεων αλλά και αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου. Σύμφωνα με ενεργειακούς αναλυτές στην Αθήνα εκτιμάται ότι μέχρι τα τέλη του 2006 θα έχει ολοκληρωθεί η κατασκευή του μεγαλύτερου μέρους των ενεργειακών δικτύων της περιοχής ο σχεδιασμός των οποίων ευρίσκεται ήδη σε προχωρημένο στάδιο ενώ ορισμένα έργα έχουν ήδη κατασκευασθεί ή κατασκευάζονται. Σημαντικός είναι ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην όλη διαδικασία δημιουργίας νέων ενεργειακών δικτύων αφού όλα σχεδόν τα μεγάλα διασυνοριακά έργα υποδομής υποστηρίζονται και χρηματοδοτούνται μέσα από Ευρωπαϊκά προγράμματα. Χαρακτηριστικό είναι το εν εξελίξει πρόγραμμα, υπό την αιγίδα της Ε.Ε., για τη δημιουργία Περιφερειακής Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας στην Ν.Α. Ευρώπη όπου πρόσφατα, στις 15 Νοεμβρίου 2002, παρουσία της Κοινοτικής Επιτρόπου κας Loyola de Palacio και του Dr Erhard Busek, Special co-ordinator of the Stability Pact in the Balkans, και των υπουργών Ενέργειας όλων των συμμετεχόντων χωρών της περιοχής, υπεγράφη στην Αθήνα το Μνημόνιο Συνεργασίας (Memorandum of Understanding). Εχοντας πρωτοστατήσει στην οργάνωση και δημιουργία αυτής της περιφερειακής αγοράς, η Αθήνα ανέλαβε την φιλοξενία της έδρας της Αγοράς και το secretariat. Η οργάνωση αυτής της Αγοράς έχει δύο βασικούς στόχους. Ο πρώτος στόχος είναι να δημιουργηθεί η κατάλληλη τεχνική υποδομή ώστε να υπάρξει σύντομα διασύνδεση όλων των ηλεκτρικών δικτύων της ευρύτερης περιοχής ώστε να διευκολυνθούν οι ανταλλαγές ηλεκτρικού ρεύματος, γεγονός που θα διευκολύνει τις επενδύσεις σε νέες μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην περιφέρεια. Αυτό προϋποθέτει την θέσπιση κοινών προτύπων (standards) αλλά και κανόνων λειτουργίας και ελέγχου του ενιαίου περιφερειακού συστήματος ηλεκτρισμού. Ο δεύτερος στόχος είναι η δημιουργία ανταγωνισμού στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας βάσει των ευρωπαϊκών προτύπων, πράγμα που θα οδηγήσει σε χαμηλότερες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος ενώ συγχρόνως θα ενισχύσει το επενδυτικό κλίμα. Το ανωτέρω MOU υπέγραψαν οι εξής χώρες πέραν της Ελλάδας: Albania, Herzegovina, Bulgaria, Croatia, Romania, Turkey, Federal Republic of Yugoslavia, FYROM, ενώ ως παρατηρητές συμμετέχουν οι εξής χώρες: Austria, Hungary, Italy, Moldova και Slovenia. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ελληνικό ηλεκτρικό δίκτυο είναι ήδη διασυνδεδεμένο με την Αλβανία, την Γιουγκοσλαβία και την Βουλγαρία με συνολική διασυνδεδεμένη ισχύ 600 MW, ισόποσα μοιρασμένη ανάμεσα στις τρεις χώρες. Η διασύνδεση της Ελλάδας από βορρά με την Δυτική Ευρώπη δεν λειτουργεί σήμερα, αφού η μεταφορά ρεύματος μέσω Αυστρίας έχει διακοπεί, λόγω καταστροφών στο δίκτυο, από την εποχή του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία. Ομως μία νέα σημαντική σύνδεση ισχύος 500 MW (με μελλοντική αναβάθμιση στα 1.000 MW) ετέθη σε λειτουργία το περασμένο καλοκαίρι όταν διασυνδέθηκαν τα ηλεκτρικά δίκτυα Ελλάδας-Ιταλίας με υποβρύχιο καλώδιο στην Αδριατική, ένα σημαντικό έργο αξίας 340 εκ. € στο οποίο συμμετέχουν η ελληνική ΔΕΗ (25%) και η ιταλική ENEL (75%) και έλαβε σημαντικές κοινοτικές επιδοτήσεις σε ποσοστό 38%. Η διασύνδεση αυτή, με συνολικό μήκος καλωδίου που φθάνει τα 316 χλμ, 163 χλμ του οποίου είναι υποβρύχιο στην Αδριατική, θεωρείται μεγάλης στρατηγικής σημασίας αφού εξασφαλίζει την απευθείας διασύνδεση της Ελλάδας με την Ευρώπη αλλά συγχρόνως εξασφαλίζει τη δυνατότητα ανταλλαγών ηλεκτρικού ρεύματος σε περιφερειακό επίπεδο, δηλ. βαλκανικό ηλεκτρικό pool με το αντίστοιχο ευρωπαϊκό. Παράλληλα προωθείται η ηλεκτρική διασύνδεση μεταξύ του ελληνικού και του τουρκικού δικτύου στα σύνορα με τον Εβρο στην Ανατολική Θράκη. Εχει ήδη υπογραφεί συμφωνία μεταξύ της Ελληνικής ΔΕΣΜΗΕ και της τουρκικής TEAS, των εταιρειών που έχουν την ευθύνη των ηλεκτρικών δικτύων στις δύο χώρες. Η τεχνική μελέτη έχει ήδη ολοκληρωθεί και η έναρξη της κατασκευής της διασύνδεσης είναι θέμα μηνών. Οπως στον ηλεκτρισμό έτσι και στον τομέα του πετρελαίου η Ελλάδα έχει προχωρήσει σε σημαντικές επενδύσεις στις γειτονικές χώρες με στόχο την διεύρυνση της αγοράς της και την εκμετάλλευση νέων εμπορικών ευκαιριών. Ετσι πριν 3 περίπου χρόνια η μεγαλύτερη Ελληνική εταιρεία πετρελαιοειδών, τα ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ (ΕΛΠΕ) εξαγόρασαν το μοναδικό διυλιστήριο στη γειτονική FYROM, γνωστό ως OKTA, δυναμικότητας 2,5 εκατ. τον. διύλισης αργού το χρόνο προχωρώντας συγχρόνως στον πλήρη εκσυγχρονισμό του. Πέρυσι το καλοκαίρι μάλιστα ολοκληρώθηκε η διασύνδεση των Σκοπίων με την Θεσσαλονίκη με πετρελαϊκό αγωγό μήκους 210 χλμ, όπου ευρίσκεται άλλο διυλιστήριο ιδιοκτησίας ΕΛΠΕ (το παλαιό διυλιστήριο της ESSO, διυλιστικής ικανότητας 3,4 εκατ. τον./έτος) και μεγάλοι αποθηκευτικοί χώροι. Τα ΕΛΠΕ διαθέτουν και ένα τρίτο διυλιστήριο, το μεγαλύτερο στην Ελλάδα, στον Ασπρόπυργο, κοντά στην Αθήνα, με διυλιστική ικανότητα που ξεπερνά τα 6,6 εκατ. τ. το χρόνο. Με αφετηρία τα Σκόπια, τα ΕΛΠΕ κατασκευάζουν σήμερα δύο νέους αγωγούς οι οποίοι θα μεταφέρουν προϊόντα πετρελαίου από το διυλιστήριο της ΟΚΤΑ προς το Κόσοβο, γεγονός που θα τους δώσει μία μοναδική πρόσβαση στην αγορά της πρώην Γιουγκοσλαβίας η οποία έχει τώρα αρχίσει να αναζωογονείται. Τον περασμένο Οκτώβριο εξάλλου τα ΕΛΠΕ προχώρησαν στην εξαγορά του πλειοψηφικού πακέτου της πετρελαϊκής εταιρείας Jugo Petrol AD KOTOR στο Μαυροβούνιο (Montenegro) η οποία διαθέτει ικανούς αποθηκευτικούς χώρους και μεγάλο δίκτυο πρατηρίων ενισχύοντας περαιτέρω τη διείσδυση τους στην περιοχή. Την ίδια περίοδο τα ΕΛΠΕ, ακολουθώντας μία έντονη επεκτατική πολιτική, απέκτησαν δίκτυο 70 πρατηρίων και σχετικές αποθηκευτικές εγκαταστάσεις της εταιρείας BP στην Κύπρο η οποία αποφάσισε να εγκαταλείψει οριστικά τη Μεγαλόνησο. Με την ολοκλήρωση αυτών των εξαγορών τα ΕΛΠΕ έχουν αναδειχθεί πλέον ως η κυρίαρχος εταιρεία πετρελαίων στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων τόσο από πλευράς κύκλου εργασιών όσο και δικτύου διανομής. Θα πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι και άλλες ελληνικές εταιρείες του πετρελαϊκού χώρου όπως η JETOIL και η AVIN έχουν αναπτύξει ανάλογες εμπορικές δραστηριότητες στις γειτονικές με την Ελλάδα χώρες στα Βαλκάνια (Αλβανία, FYROM, Βουλγαρία). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το σχέδιο κατασκευής αγωγού πετρελαίου μεταξύ του βουλγαρικού λιμένος Μπουργκάς και της Αλεξανδρούπολης στην Ελλάδα και η προοπτική επέκτασης του στη Θεσσαλονίκη. Αν και συζητήσεις για τον εν λόγω αγωγό άρχισαν από το 1994 μόλις φέτος οριστικοποιήθηκαν οι λεπτομέρειες για το κοινοπρακτικό σχήμα που θα κατασκευάσει και θα λειτουργήσει τον αγωγό συνολικού μήκους 280 χλμ μέσω του οποίου θα μεταφέρεται ρωσικό πετρέλαιο στη Μεσόγειο, αποφεύγοντας έτσι τα στενά του Βοσπόρου, η διέλευση των οποίων καθίσταται ολοένα και πιο δύσκολη λόγω των σοβαρών περιβαλλοντικών κινδύνων. Στην συνολική επένδυση 300 εκ. δολ. συμμετέχουν ελληνικές, βουλγαρικές και ρωσικές εταιρείες με ίση κατανομή μεριδίων. Η διασύνδεση Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης αποκτά πραγματικό ενδιαφέρον σε περιφερειακό επίπεδο εάν τελικά ο αγωγός αυτός επεκταθεί, όπως συζητείται αυτή την εποχή, προς Θεσσαλονίκη και προς τα Δυτικά παράλια της Ελλάδας στην Ηγουμενίτσα, όπου τότε θα αναδειχθεί σε βασικό άξονα για την μεταφορά ρωσικού πετρελαίου προς τις δυτικές αγορές. Τέλος, ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα ενεργειακά έργα της περιοχής αφορά την διασύνδεση Ελλάδας-Τουρκίας με δίκτυο αγωγών φυσικού αερίου, η κατασκευή των οποίων έχει ήδη δρομολογηθεί. Ενας αγωγός 285 χλμ θα συνδέσει την τουρκική πόλη Bursa με την Κομοτηνή στην Ελλάδα (200 χλμ εντός της Τουρκίας και 85 εντός της Ελλάδας) διασχίζοντας τα ελληνο-τουρκικά σύνορα στον Εβρο. Η κατασκευή του αγωγού αυτού, η οποία θα ενισχυθεί οικονομικά από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (European Regional Development Fund) και από διάφορα κοινοτικά προγράμματα, θεωρείται μεγάλης στρατηγικής σημασίας λόγω των δυνατοτήτων μεταφοράς Αζέρικου αλλά κυρίως ιρανικού φυσικού αερίου. Και οι δύο χώρες έχουν υπογράψει μακροπρόθεσμα συμβόλαια αγοράς φυσικού αερίου με τις δύο αυτές χώρες ενώ έχουν δυνατότητα εισαγωγής και από άλλες πιο ανατολικές χώρες όπως το Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν. Η Ελλάδα πρόκειται η ίδια να χρησιμοποιεί πολύ μικρές ποσότητες ιρανικού φυσικού αερίου (0,5-1 BCM το έτος) λόγω της περιορισμένης αγοράς της. Ομως το ενδιαφέρον της έγκειται στις δυνατότητες όπως αυτή εξελιχθεί σε διαμετακομιστικό κέντρο για την διέλευση από το έδαφος της Ιρανικού κυρίως φυσικού αερίου, για κατανάλωση στην Ευρώπη. Το Ιράν ως γνωστό, διαθέτει τεράστια αποθέματα φυσικού αερίου, δεύτερα σε μέγεθος μετά τη Ρωσία και ψάχνει απεγνωσμένα τρόπους για την εξαγωγή τους στη Δύση. Ο ελληνο-τουρκικός αγωγός προσφέρει μία ασφαλή δίοδο μέσω της οποίας τόσο το Ιράν αλλά και η Τουρκία, η οποία έχει συμβολαιοποιημένα 10.0 BCM’s ιρανικού αερίου το χρόνο, που όμως δεν μπορεί να καταναλώσει η ίδια, μπορούν να διαθέσουν φθηνό σχετικά φυσικό αέριο στη Δύση. Ομως για να πραγματοποιηθούν τέτοιου είδους εξαγωγές θα πρέπει να κατασκευαστεί ένας νέος αγωγός με πρόσβαση στη νότιο Ιταλία ή μέσω Γιουγκοσλαβίας προς τη Σλοβενία και από εκεί στη βόρειο Ευρώπη. Η Δημόσια Επιχείρηση Αερίου (ΔΕΠΑ) η οποία διαχειρίζεται το δίκτυο αγωγών στην Ελλάδα και εισάγει σήμερα φυσικό αέριο από την Ρωσία με αγωγό μέσω Βουλγαρίας και LNG από την Αλγερία (συνολικές εισαγωγές 2 BCM το έτος, που θα φθάσουν 4 BCM έως το 2006) μελετάει ήδη την κατασκευή ενός αγωγού στη Βόρεια Ελλάδα που θα διασχίζει Θράκη, Μακεδονία, Ηπειρο – και ο οποίος θα καταλήγει κάπου στα παράλια της Ηπείρου και από εκεί μέσω υποθαλασσίου αγωγού στη νότιο Ιταλία. Εκτιμάται ότι ο νέος αυτός αγωγός φυσικού αερίου που τελικά θα ενωθεί με το ιταλικό δίκτυο, θα έχει συνολικό μήκος 700 χλμ και κόστος κατασκευής 1,2 δισ. δολλάρια περίπου. Η ΔΕΠΑ έχει ήδη υπογράψει μία αρχική συμφωνία με την ιταλική Edisson Gas για τη μελέτη και κατασκευή του υποθαλάσσιου αγωγού, ενός έργου που με τα σημερινά τεχνολογικά δεδομένα θεωρείται απόλυτα εφικτό από κατασκευαστικής πλευράς. Ο αγωγός αυτός θα έχει την δυνατότητα μεταφοράς 12-15 BCM’s φυσικού αερίου το χρόνο. Μπορεί το ανωτέρω σχέδιο να ακούγεται πραγματικά φιλόδοξο αλλά φαίνεται ότι οι ανάγκες σε αέριο των ευρωπαϊκών χωρών είναι τόσο μεγάλες και προβλέπονται διαρκώς αυξανόμενες, ώστε η κατασκευή του ανωτέρω έργου να μπορεί να αντιμετωπισθεί με άνεση ενώ η ίδια η επένδυση θα μπορεί να αφήνει σημαντικά κέρδη στην Ελλάδα σε σταθερή βάση για τα επόμενα χρόνια. Χωρίς αμφιβολία όλα τ΄ ανωτέρω έργα αλλά και εν εξελίξει σχέδια καθιστούν την Ελλάδα ως τον κύριο παίκτη, μαζί με την Τουρκία, για τη δημιουργία μίας νέας και πολύ δυναμικής ενεργειακής αγοράς σε αυτή την πλευρά της Ευρώπης. Πέρα από την φυσική υποδομή που δημιουργείται σε αγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου, διυλιστήρια και αποθηκευτικούς χώρους και ηλεκτρικά δίκτυα, η αγορά αυτή προσφέρει επιπλέον σοβαρές ευκαιρίες για τη δημιουργία ενεργειακού εμπορίου. Ηδη μελετάται η δημιουργία ειδικών προϊόντων energy futures που θα διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο Αθηνών, στο οποίο λειτουργεί με μεγάλη επιτυχία αγορά χρηματιστηριακών παραγώγων από το 1999, και το οποίο θεωρείται ως το πλέον εξελιγμένο στην περιοχή. Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα φαίνεται ότι έχει σήμερα το προβάδισμα στη χρηματοδότηση και συντονισμό όλων των μεγάλων ενεργειακών έργων που σχεδιάζονται ή πρόκειται να κατασκευασθούν στην ευρύτερη περιφέρεια, ενισχύοντας έτσι ακόμα περισσότερο τον ηγετικό της ρόλο στην προώθηση αυτής της γρήγορα αναπτυσσόμενης αγοράς. ………………………………………………………………………………………….. *Κωστής Σταμπολής Ο κ. Κωστής Σταμπολής είναι Ξένος Ανταποκριτής με έδρα την Αθήνα και αρθρογραφεί πάνω σε θέματα σχετικά με την Οικονομία, την Ενέργεια και το Περιβάλλον. Εχει συνεργασθεί επί σειρά ετών με τους Financial Times, το International Environmental Reporter, το περιοδικό Eurobusiness και τις εφημερίδες Καθημερινή και Εστία στην Αθήνα. Εκδίδει το Ελληνικό περιοδικό ΕΝΕΡΓΕΙΑ και διευθύνει το ειδικευμένο web site www.energia.gr.

Διαβάστε ακόμα