Του Στέλιου Ψωμά*
Η ύπαρξη και μόνο ειδικού πλαισίου χωροταξικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης για τις ΑΠΕ συνιστά θετική πρωτοβουλία, την οποία χαιρετίζει και επικροτεί ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ). Δεδομένης της χαοτικής κατάστασης που επί δεκαετίες επικρατεί στη χώρα σε ό,τι αφορά τις χρήσεις γης, ένα σύνολο ρυθμίσεων που καθορίζουν και ιεραρχούν τους κανόνες του παιχνιδιού μπορεί μακροπρόθεσμα να αποβεί ιδιαίτερα χρήσιμο για την προστασία του περιβάλλοντος και την υγιή ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Bασική προϋπόθεση γι' αυτό, βέβαια, είναι οι ρυθμίσεις αυτές να βοηθούν όντως στην υγιή και αειφόρο ανάπτυξη των ΑΠΕ και να μη θέτουν αναίτια και ανυπέρβλητα εμπόδια για την ανάπτυξή τους. Οι παρατηρήσεις που ακολουθούν στοχεύουν ακριβώς στην κατεύθυνση αυτή: να συμβάλουν στο δημόσιο διάλογο, έτσι ώστε να ρυθμιστεί νομοθετικά ένα πλαίσιο που θα επιτυγχάνει αυτό που υπόσχεται ο τίτλος του. 1. Έκταση εφαρμογής του Ειδικού Χωροταξικού Στο άρθρο 3 του σχεδίου προτείνουμε να προστεθεί μία παράγραφος που θα ορίζει σαφώς ότι: «Για τις εγκαταστάσεις που δεν υπάγονται στις διατάξεις της παρούσας απόφασης, δεν ισχύουν οι ρυθμίσεις και οι περιορισμοί που περιγράφονται σε επόμενα άρθρα (6 έως 19) και επομένως μπορούν να χωροθετηθούν σε κάθε περιοχή, με την επιφύλαξη τυχόν άλλων απαγορεύσεων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία». 2. Η περίπτωση των αγροτικών περιοχών υψηλής παραγωγικότητας Σύμφωνα με το σχέδιο του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού, ως ζώνες αποκλεισμού εγκαταστάσεων ΑΠΕ ορίζονται, μεταξύ άλλων, και οι γεωργικές γαίες υψηλής παραγωγικότητας. Με βάση την τρέχουσα πρακτική, ακόμη και σε αγροτικές περιοχές υψηλής παραγωγικότητας επιτρέπονται συγκεκριμένες χρήσεις (περιλαμβανομένης της εγκατάστασης μεταποιητικών επιχειρήσεων), αφού μια ύπαιθρος χωρίς υποδομές και άλλες λειτουργίες θα ήταν πλήρως αποστεωμένη και μη λειτουργική. Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν είναι το κατά πόσον η εκμετάλλευση των ΑΠΕ συνιστά δραστηριότητα συμβατή με τον αγροτικό χαρακτήρα κάποιων περιοχών ή αν θα έπρεπε να εξοβελίζεται από αυτές ως μη συνάδουσα με τις αγροτικές δραστηριότητες. Πιστεύουμε πως η εγκατάσταση και λειτουργία μονάδων ΑΠΕ είναι απολύτως συμβατή με τον αγροτικό χαρακτήρα ακόμη και εκείνων των περιοχών που έχουν χαρακτηριστεί υψηλής παραγωγικότητας. Για το λόγο αυτό, προτείνεται η απαλοιφή από το σχέδιο ειδικού χωροταξικού των ρυθμίσεων που αποκλείουν τις ΑΠΕ από τις περιοχές υψηλής παραγωγικότητας, αλλά και την ταυτόχρονη τροποποίηση του άρθρου 56 του Ν. 2945/2001, ώστε να προστατεύεται ουσιαστικά η γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας και να προχωρήσει απρόσκοπτα η ανάπτυξη των καθαρών πηγών ενέργειας, κάτι που αποτελεί άλλωστε τυπική αλλά και ουσιαστική υποχρέωση της χώρας μας. Η προτεινόμενη τροποποίηση έχει ως εξής: «Σε αγροτεμάχια που χαρακτηρίζονται από την οικεία Διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης ως αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας, απαγορεύεται η άσκηση οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας, εκτός από τη γεωργική εκμετάλλευση και την εκμετάλλευση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Σε περιοχές που χαρακτηρίζονται κατά τα ανωτέρω ως αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας, απαγορεύεται η κατάτμηση των αγροτεμαχίων, είτε με διανομή μεταξύ των συνιδιοκτητών είτε με πώληση ή οποιαδήποτε άλλη πράξη με την οποία μεταβιβάζονται δικαιώματα κυριότητας, χωρίς προηγούμενη άδεια της οικείας Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης, με ποινή την απόλυτη ακυρότητα της σχετικής δικαιοπραξίας. Η άδεια παρέχεται μόνο εφόσον με την κατάτμηση διευκολύνεται η αγροτική εκμετάλλευση ή η εκμετάλλευση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και επισυνάπτεται στη σχετική συμβολαιογραφική πράξη στην οποία γίνεται μνεία αυτής». 3. Η ανακλαστικότητα των φωτοβολταϊκών πλαισίων Στο άρθρο 17 του σχεδίου του ειδικού χωροταξικού που παρουσίασε το ΥΠΕΧΩΔΕ ως ζώνες αποκλεισμού για τη χωροθέτηση εγκαταστάσεων εκμετάλλευσης της ηλιακής ενέργειας ορίζονται μεταξύ άλλων και «οι πολυσύχναστοι χώροι στους οποίους η αντανάκλαση του φωτός από τις εγκαταστάσεις μπορεί να αποτελεί σημαντική όχληση». Από μετρήσεις στον ελληνικό χώρο, είναι ξεκάθαρο ότι η ανάκλαση της ορατής ακτινοβολίας από την επιφάνεια των φωτοβολταϊκών πλαισίων δεν είναι σε επίπεδα που θα μπορούσε να προκαλέσει οπτική όχληση, τουλάχιστον όχι μεγαλύτερη από αυτήν που προκαλούν τα αυτοκίνητα. Προτείνουμε λοιπόν την απαλοιφή της παραπάνω διατύπωσης, αφού δεν στηρίζεται από κανένα επιστημονικό δεδομένο. 4. Αποστάσεις εγκατάστασης από ζώνες αποκλεισμού Η παράγραφος 3 του άρθρου 17 του σχεδίου ειδικού χωροταξικού αναφέρει τα εξής: Οι αποστάσεις των εγκαταστάσεων εκμετάλλευσης της ηλιακής ενέργειας από τις ζώνες αποκλεισμού της παραγράφου 2 και οι ειδικότεροι όροι χωροθέτησης των συνοδευτικών τους έργων πρέπει να καθορίζονται, κατά περίπτωση, στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, σύμφωνα με τα γενικά κριτήρια της νομοθεσίας και τους τυχόν ειδικούς κανονισμούς και πρότυπα που έχουν θεσμοθετηθεί για ορισμένες κατηγορίες συνοδευτικών έργων (π.χ. γραμμές μεταφοράς ΥΤ). Η παράγραφος αυτή αφήνει ανοιχτά τα περιθώρια αυθαίρετων ερμηνειών και αποφάσεων σε επίπεδο τοπικών αρχών. Καταρχήν, η ίδια η έννοια της ζώνης αποκλεισμού γύρω από ζώνη αποκλεισμού είναι παράλογη και αυθαίρετη. Όταν κάτι αποκλείεται από μία ζώνη, ο αποκλεισμός αίρεται στα όρια αυτής της ζώνης. Αλλιώς σε τι εξυπηρετεί ο καθορισμός της αρχικής ζώνης; Στην περίπτωση των φωτοβολταϊκών, το θέμα είναι πιο ξεκάθαρη, αφού η φύση της τεχνολογίας αυτής επιτρέπει να τοποθετούνται πάνω σε κτήρια και μέσα σε οικισμούς, και συνεπώς η λογική του καθορισμού ελάχιστων αποστάσεων εγκατάστασης καθίσταται πρακτικά χωρίς νόημα. Μην ξεχνάμε άλλωστε πως η ισχύουσα νομοθεσία επιτρέπει την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε περιοχές εντός εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων, εντός ορίων οικισμών με πληθυσμό μικρότερο των 2.000 κατοίκων ή οικισμών προϋφισταμένων του 1923, καθώς και σε εκτός σχεδίου περιοχές, ενώ επιτρέπεται να εγκαθίστανται και σε παραδοσιακούς οικισμούς, ιστορικά τμήματα πόλεων και διατηρητέα κτήρια ύστερα από έγκριση της αρμόδιας ΕΠΑΕ ως προς την ένταξή τους στο χώρο. 5. Η περίπτωση των ηλιοθερμικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής Με το Ν. 3468/06, η Ελλάδα έγινε η δεύτερη χώρα στον κόσμο, μετά την Ισπανία, που ενισχύει την παραγόμενη από ηλιοθερμικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια. Το εξαιρετικά θετικό αυτό μέτρο κινδυνεύει όμως να μείνει στα χαρτιά, για έναν απλό λόγο. Με το υπάρχον θεσμικό καθεστώς και τα προτεινόμενα στο Σχέδιο Ειδικού Χωροταξικού μέτρα, δεν υπάρχει διαθέσιμη γη για την υλοποίηση αντίστοιχων έργων. Εκτιμάται ότι την ερχόμενη δεκαετία θα μπορούσαν να εγκατασταθούν περί τα 200 MW τέτοιων σταθμών, κυρίως στις νότιες περιοχές της χώρας (λόγω καλύτερης ηλιοφάνειας). Αυτό μεταφράζεται σε ανάγκη εξεύρεσης περίπου 5.000 στρεμμάτων κατάλληλης γης. Σήμερα όμως, για να κατασκευάσει κανείς ένα σταθμό των 50 MW (ιδανικό μέγεθος από χρηματοοικονομική άποψη), είναι πρακτικά αδύνατο να βρει κατάλληλη γη στην Ελλάδα, για τους εξής λόγους: * Δεν υπάρχει τόση διαθέσιμη γη σε βιομηχανικές περιοχές. * Αποκλείονται οι γεωργικές γαίες υψηλής παραγωγικότητας. * Τίθενται διάφοροι άλλοι περιορισμοί από το προτεινόμενο Σχέδιο Ειδικού Χωροταξικού (και όχι μόνο) και δεν υπάρχει ιδιαίτερη πρόβλεψη για ηλιοθερμικούς σταθμούς. Η λύση θα ήταν βέβαια να επιτραπεί η εγκατάσταση τέτοιων σταθμών σε αγροτικές περιοχές (όπως συμβαίνει ήδη στην Ισπανία). Αυτός θα έπρεπε να είναι άλλωστε και ο ρόλος του Ειδικού Χωροταξικού για τις ΑΠΕ: να κάνει, εντέλει, δυνατή την υλοποίησή τους. * Ο κ. Ψωμάς είναι σύμβουλος του Συνδέσμου Εταιριών Φωτοβολταϊκών. (Ναυτεμπορική, 20/6/07)