του Ανδρέα Ανδριανόπουλου
Μεγάλο μέρος των ευθυνών για τα προβλήματα και τις δυσλειτουργίες του πολιτικού μας συστήματος πέφτουν στους ώμους των Ελλήνων επιχειρηματιών. Σήμερα η χώρα κατακλύζεται από ένα δυσβάστακτο κλίμα καχυποψίας κατά της επιχειρηματικότητας. Το κέρδος καθυβρίζεται. Ο επιχειρηματίας εμφανίζεται περίπου ως λήσταρχος έτοιμος να κάνει τα πάντα προκειμένου να εξασφαλίζει τους οικονομικούς του στόχους. Η επιχείρηση χρωματίζεται περίπου ως πολιορκητικός κριός που στοχεύει στην υπονόμευση της καλοπέρασης των «αγνών» εργαζομένων και στην καταβύθιση των οικογενειών τους στη δυστυχία. Σε πρωινές τηλεοπτικές εκπομπές, ο ακραίος λαϊκισμός κατακλύζει τα σπίτια των τηλεθεατών με κραυγές απόγνωσης για τους ταλαίπωρους συνταξιούχους των 200 ή 300 ευρώ, για τις άνεργες μητέρες, για τους δίχως απασχόληση νέους που περνούν τον χρόνο τους στις καφετέριες και για την φονική ακρίβεια που τινάζει στον αέρα κάθε ιδέα οικογενειακού προϋπολογισμού. Οι υψηλο-αμειβόμενοι τηλεοπτικοί αστέρες χύνουν μαύρο δάκρυ για τους αδικοπάσχοντες συνανθρώπους τους. Δίχως σκέψη βέβαια εξήγησης των αιτίων για κάποια από τα παραπάνω φαινόμενα. Παρά με την αφελή συνήθως εξήγηση πως για τα πάντα σχεδόν υπεύθυνος είναι ο επιχειρηματικός οίστρος της κερδοσκοπίας και το ...κράτος! Ετσι, σκέτα και απρόσωπα. Δίχως βέβαια την παραμικρή ανάλυση για το τεράστιο ρίσκο που έχει κάθε επιχειρηματική πρωτοβουλία, για τα κεφάλαια που ξοδεύονται δίχως απόδοση για μεγάλα χρονικά διαστήματα (πληρώνοντας μισθούς, εξοπλισμούς και έξοδα λειτουργίας) πριν η όποια επιχείρηση κάν ξεκινήσει. Για το γεγονός πως οι συντάξεις είναι συνάρτηση των εισοδημάτων που έχουν ασφαλισθεί. Και των εισφορών που έχουν πληρωθεί. Συνήθως όλες από τους εργοδότες. Χαμηλές εισφορές, χαμηλές συντάξεις. Το ανάποδο δεν είναι δυνατόν. Αν και στην Ελλάδα, και αυτό έχει γίνει. Με την ένταξη κατά το παρελθόν στο ΙΚΑ ασθενών ή χρεοκοπημένων ταμείων. Και πως η ακρίβεια είναι κατά κύριο λόγο αποτέλεσμα των κρυφών ή μαύρων εισοδημάτων. Οι τιμές είναι και παραμένουν υψηλές διότι υπάρχουν χρήματα (αδήλωτα συνήθως) που προσέρχονται και τις συναντούν. Αν πράγματι δεν υπήρχαν χρήματα δεν θα μπορούσαν και οι τιμές να παραμένουν υψηλές. Εφ’ όσον κανένας δεν θα αγόραζε τα διατιθέμενα προϊόντα. Αλλά τις τηλεοράσεις αυτές τις συντηρούν ιδιωτικά κεφάλαια. Που προφανώς ως στόχο έχουν το κέρδος. Είτε από την τηλεόραση είτε από άλλες παράπλευρες δραστηριότητες. Και που εν τούτοις ενθαρρύνουν τα «αστέρια» τους να κατακεραυνώνουν τη βασική αιτία ύπαρξής τους. Μα αν δεν υπήρχε το κέρδος, δεν θα υπήρχαν κεφάλαια διαθέσιμα για την ίδρυση και λειτουργία τηλεοπτικών σταθμών (συνήθως ελλειμματικών). Και βέβαια δεν θα υπήρχαν οι φωνές του ακραίου λαϊκισμού που υποστηρίζουν ακατέργαστα συνθήματα και φτηνές εντυπώσεις. Τα οποία όμως υπονομεύουν τις προοπτικές του τόπου να κάνει βήματα σοβαρά προς το μέλλον. Με ποιά λογική λοιπόν, επιχειρηματικά κεφάλαια χρηματοδοτούν μέσα μετάδοσης μηνυμάτων (τηλεοράσεις, ραδιόφωνα και έντυπα) που καθυβρίζουν τη λογική του κέρδους, αμαυρώνουν την έννοια της επιχειρηματικής δράσης και γενικά υπονομεύουν τις αρχές της οικονομίας της αγοράς; Ακούω συχνά επιχειρηματίες να διαμαρτύρονται για τον άκρατο παρεμβατισμό, για την ασύδοτη γραφειοκρατία, για την αυθαίρετη φορολογική στόχευση του κράτους. Και αναρωτιέμαι αν σοβαρολογούν. Μου θυμίζουν αυτόν που αυτοπυροβολήθηκε στο πόδι και στη συνέχεια αναρωτιόταν γιατί δυσκολεύεται να περπατήσει! Η Ελλάδα πρέπει να είναι η μοναδική χώρα της Δύσης –και όχι μόνο- που δεν διαθέτει ούτε ένα κέντρο, ίδρυμα ή ινστιτούτο που να ασχολείται με τη μελέτη της ελεύθερης επιχειρηματικής δράσης και να προωθεί τις αρχές της οικονομίας της αγοράς. Ο ΣΕΒ, που συχνά διαμαρτύρεται για την κυβερνητική ατολμία και ζητά δραστικές μεταρρυθμίσεις, διαθέτει ένα κέντρο μελετών, το ΙΟΒΕ, του οποίου τα έγκυρα, αλλά αυστηρά ακαδημαϊκά, πονήματα αμφιβάλλω αν τα διαβάζει κανείς πέραν του κύκλου των δημιουργών τους. Αλλά και κοντά στον χρόνο των εκλογών, η επιχειρηματική τάξη σπάνια λειτουργεί σαν συμπαγής ομάδα με στόχους και επιδιώξεις. Ποτέ δεν αποτύπωσαν οι επιχειρηματίες κάποιο κώδικα συγκεκριμένων ρυθμίσεων (δραστική μείωση της γραφειοκρατίας για την ίδρυση επιχειρήσεων, ουσιαστική περικοπή των φόρων, σύνδεση δημοσίων δαπανών με αύξηση παραγωγικότητας κ.λπ.) που να οδηγούν σε ευρύτερης σημασίας κοινωνικά αποτελέσματα (καταπολέμηση της ανεργίας, διεύρυνση της οικονομικής δραστηριότητας, μεγάλωμα του πλούτου), με δημόσια όμως καταδίκη των κομμάτων που δεν δέχονται εγγράφως να δεσμευθούν. Αντίθετα, οι περισσότεροι επιχειρηματίες προτιμούν τις προσωπικές σχέσεις με πολιτικούς για την ενδεχόμενη διεκπεραίωση συγκεκριμένων ατομικών κυρίως διευκολύνσεων. Γι’ αυτό τίποτα δεν πάει μπροστά. Και θα είμαστε σχεδόν για πάντα υπανάπτυκτοι. Δέσμιοι ενός συστήματος κρατικού συγκεντρωτισμού, αχαλίνωτης κλεπτοκρατίας και μιάς ατμόσφαιρας καταξίωσης των ιδεών της Αριστεράς. Ακόμη κι όταν παντού αλλού αποτελεί αντικείμενο κοινωνικής χλεύης και ολοκληρωτικής σχεδόν πολιτικής απόρριψης. (Από την Εφημερίδα ΕΣΤΙΑ 19/062007)