Παρά την Επαπειλούμενη Οικονομική της Κατάρρευση, η Τουρκία Παραμένει Χώρα-Κλειδί για την Ενεργειακή Ασφάλεια της Ευρώπης

Παρά την Επαπειλούμενη Οικονομική της Κατάρρευση, η Τουρκία Παραμένει Χώρα-Κλειδί για την Ενεργειακή Ασφάλεια της Ευρώπης
του Κ.Ν. Σταμπολή
Δευ, 27 Αυγούστου 2018 - 13:37

Η μεγάλη θρησκευτική εορτή των Μωαμεθανών, γνωστή ως Ειντ αλ Άδχα (Eid al-Adha) - Kurban Bayramı (τουρκικά), η οποία ξεκίνησε την περασμένη Δευτέρα (20/8) και συνεχίζεται ως το τέλος αυτής της εβδομάδας, ήρθε ως μάννα εξ ουρανού για την χειμαζόμενη τουρκική οικονομία, αφού τόσο το Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης, όσο και τράπεζες και οικονομικές κυβερνητικές υπηρεσίες παρέμειναν κλειστές, προσφέροντας μία πρόσκαιρη, αλλά άκρως απαραίτητη ασπίδα προστασίας από το ανελέητο σφυροκόπημα των διεθνών αγορών κατά της τουρκικής λίρας.

Ως γνωστό το τουρκικό εθνικό νόμισμα έχει υποστεί σωστή πανωλεθρία τις τελευταίες 20 ημέρες, έχοντας σημειώσει συνεχή καθοδικά ρεκόρ της ισοτιμίας του έναντι του δολαρίου, του ευρώ και άλλων σκληρών νομισμάτων. Με την τουρκική λίρα να βάλλεται πανταχόθεν και ιδιαίτερα από τις ΗΠΑ, η κυβέρνηση των οποίων και ευρίσκεται σε ανοικτή αντιπαράθεση με την Άγκυρα, συνέπεια της άκαμπτης στάσης του πρόεδρου Ταγίπ Ερντογάν αναφορικά με τη σύλληψη και εγκλεισμό του Αμερικανού ευαγγελιστή πάστορα Μπράνσον με βαρύτατες κατηγορίες για κατασκοπεία και συμμετοχή στο αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016.

Από την αρχή του έτους, η τουρκική λίρα έχει υποτιμηθεί περίπου 40% έναντι του δολαρίου, καθώς οι αγορές ανησυχούν σταδιακά ολοένα και περισσότερο για την οικονομική πολιτική που ακολουθεί ο Ταγίπ Ερντογάν, για τον πληθωρισμό που βρίσκεται εκτός ελέγχου πάνω από το 15% και για το μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που υπερβαίνει το 5% του τουρκικού ΑΕΠ και σημαίνει ότι η τουρκική οικονομία εξαρτάται πλήρως από εξωτερική χρηματοδότηση. Ατυχώς για την Τουρκία, η εισροή κεφαλαίων των προηγούμενων ετών έχει αντιστραφεί πλήρως και πλέον έχουμε αρνητική ροή κεφαλαίων που πιθανώς να είναι μεγαλύτερη και από εκείνη του 2009, κάτι που χαρακτηρίζεται από οικονομικούς αναλυτές ως «πιστωτική ασφυξία».

Σύμφωνα με έκθεση που εξέδωσε την περασμένη εβδομάδα η Διεθνής Ένωση Τραπεζών (IIF), τα προκαταρκτικά στοιχεία έως τις 10 Αυγούστου δείχνουν ότι «η ροή κεφαλαίων είναι σημαντικά αρνητική κατά το τρέχον τρίμηνο». Μάλιστα, η IIF εκτιμά ότι η αντιστροφή της ροής κεφαλαίων είναι σημαντικότερη από εκείνη που είχε καταγραφεί στην Τουρκία την περίοδο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008-2009. «Αυτό είναι πολύ πιθανό ότι θα επηρεάσει αρνητικά την οικονομική δραστηριότητα και είναι ενδεχόμενη η συρρίκνωση της (τουρκικής) οικονομίας τα επόμενα τρίμηνα», αναφέρει το IIF στην τελευταία του έκθεση. Το θετικό στοιχείο, σύμφωνα με τη Διεθνή Ένωση Τραπεζών, είναι ότι η πιστωτική ασφυξία που καταγράφεται στην Τουρκία οδηγεί σε «ταχεία συρρίκνωση» του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Η IIF θεωρεί ότι η τουρκική λίρα είναι πλέον αρκετά υποτιμημένη έναντι των βασικών νομισμάτων των εμπορικών της εταίρων και ότι αυτή η υποτίμηση θα μετατρέψει το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε πλεόνασμα τα επόμενα χρόνια. Ως αποτέλεσμα, η μεγάλη υποτίμηση της λίρας ενισχύει την ανταγωνιστικότητα της τουρκικής οικονομίας και ιδιαίτερα όσων επιχειρήσεων δεν εξαρτώνται από την εισαγωγή πρώτων υλών.

Όπως παρατηρούν έγκυροι οικονομικοί αναλυτές, μετά την τελευταία αναταραχή και την ανορθόδοξη οικονομική πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση Ερντογάν, αρνούμενη να προχωρήσει σε αύξηση των επιτοκίων προς μείωση του ανεξέλεγκτου πληθωρισμού, καθίσταται σαφές πλέον ότι η οικονομία της γείτονος εισέρχεται σε μια δύσκολη περίοδο οικονομικής διαχείρισης, κατά την οποία εκτιμάται ότι θα μειωθεί δραστικά ο ρυθμός οικονομικής της ανάπτυξης με παράλληλη δυσχέρεια λειτουργίας πολλών επιχειρήσεων. Δεν είναι τυχαίο ότι τόσο η S&P, όσο και η Moody’s πριν λίγες ημέρες υποβάθμισαν τα κρατικά τουρκικά ομόλογα στο επίπεδο junk (δηλαδή σκουπίδια), όπως ακριβώς συνέβη και με τα ελληνικά ομόλογα το 2015.

Εύλογα τίθεται το ερώτημα πώς μια οικονομικά αποδυναμωμένη Τουρκία μπορεί να συνεχίσει να παίζει έναν κομβικό ρόλο και να θέλει να εγγυάται την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, αφού σημαντικό μέρος της ενεργειακής της προμήθειας διέρχεται μέσω της τουρκικής ενδοχώρας. Όπως σημειώναμε σε παλαιότερη ανάλυσή μας στο energia.gr (18/7/2016), αλλά ισχύει ακριβώς το ίδιο και σήμερα, αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός η μεγάλη γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας για τον ενεργειακό εφοδιασμό της Δύσης και ιδιαίτερα της Ευρώπης. Και ασφαλώς η σημασία αυτή δεν είναι αποτέλεσμα της εγχώριας παραγωγής σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο της Τουρκίας, που δια της βίας καλύπτει το 8% της ζήτησης, ή της προοπτικής για ανακάλυψη και εκμετάλλευση νέων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, όσο της θέσης της χώρας ως ενός ανερχόμενου διαμετακομιστικού κόμβου ενεργειακών πρώτων υλών.

Πιο συγκεκριμένα, μέσω των εδαφών και θαλασσίων στενών της Τουρκίας διέρχονται σε καθημερινή βάση 4,0 εκατ. βαρέλια πετρελαίου την ημέρα, ποσότητα που αντιστοιχεί στο 4,2% της παγκόσμιας ζήτησης. Περί τα 2,6 εκατ. αργού και προϊόντων προέρχονται από Ρωσία και Καζακστάν και μεταφέρονται μέσω Μαύρης Θάλασσας και των στενών του Βοσπόρου στις διεθνείς αγορές, ενώ 1,4 εκατ. βαρέλια αργού μεταφέρονται μέσω χερσαίων αγωγών από Αζερμπαϊτζάν και Καζακστάν (βλέπε αγωγός BTC), αλλά και πιο πρόσφατα από το Βόρειο Ιράκ (βλέπε KRG) με κατάληξη το λιμένα του Τσειχάν, απ’ όπου και εξάγονται κυρίως προς ευρωπαϊκούς προορισμούς. Οι ανωτέρω ποσότητες είναι εξαιρετικά πιθανό να αυξηθούν κατά τα επόμενα χρόνια, καθώς αναμένεται μεγαλύτερη παραγωγή από το Καζακστάν, όπου το 2017 ξεκίνησε πάλι η παραγωγή από το τεράστιο κοίτασμα Kashagan, ενώ και από το Κουρδιστάν εκτιμάται επιπλέον παραγωγή από νέα κοιτάσματα, η εκμετάλλευση των οποίων έχει δρομολογηθεί για το 2019 - 2020.

Πέρα από το πετρέλαιο, η Τουρκία μέλλει να αναδειχθεί και σε βασικό άξονα μεταφοράς φυσικού αερίου, αφού ήδη ολοκληρώθηκε η κατασκευή του τεράστιου αγωγού TANAP που, σε συνδυασμό με τον επίσης υπό κατασκευή TAP, θα μπορεί να μεταφέρει περιορισμένες, στην αρχή, ποσότητες αερίου (10 δισ. κ.μ. που μπορούν υπό προϋποθέσεις να αυξηθούν στα 20 - 40 δισ. κ.μ. κατ’ έτος) προς τις ευρωπαϊκές αγορές. Με τον TANAP, ανεξάρτητα από τον TAP, να αποτελεί μία εξαιρετικά σημαντική ενεργειακή αρτηρία, αφού από μόνος του θα έχει τη δυνατότητα μεταφοράς 36 δισ. κ.μ., πράγμα που σημαίνει ότι θα μπορεί αύριο να χρησιμοποιηθεί για την μεταφορά ιρανικού αερίου προς την Ευρώπη, εάν και εφόσον η Τουρκία αποφασίσει να δημιουργήσει transit regime. Ακόμα υπάρχει η προοπτική, αρκετά ρεαλιστική πλέον, για τη μεταφορά τουρκμένικου αερίου μέσω Τουρκίας προς την Ευρώπη, ιδίως μετά τη συμφωνία που επήλθε στις 11/8 μεταξύ των 5 παράκτιων κρατών της Κασπίας θάλασσας (εδώ).

Παράλληλα είναι σε εξέλιξη η κατασκευή του επίσης μεγάλου αγωγού Turkish Stream για τη μεταφορά ρωσικού αερίου, μέσω Τουρκίας, Ελλάδος και Βουλγαρίας, προς την Ευρώπη. Να σημειωθεί ότι έως το 2019 θα ξεκινήσουν οι πρώτες παραδόσεις αερίου (16 δισ. κ.μ.) στην Τουρκία μέσω του Turkish Stream για την κάλυψη εγχώριων αναγκών, ενώ από το 2021 η Gazprom θα είναι έτοιμη να διοχετεύσει επιπλέον 16 δισ. κ.μ. μέσω του εν λόγω αγωγού προς τις ευρωπαϊκές αγορές.

Όλα τα ανωτέρω καταδεικνύουν με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο τον πολύ σημαντικό ρόλο που ήδη διαδραματίζει η Τουρκία ως ο βασικός περιφερειακός ενεργειακός κόμβος, αλλά και εν δυνάμει ευρωπαϊκός, ιδίως μετά τη διέλευση του αζερικού αερίου το 2019, μέσω των εδαφών της, προς την Ευρώπη. Ως εκ τούτου καθίσταται πασιφανές ότι η αποκατάσταση της οικονομικής σταθερότητάς και η επίτευξη συνθηκών ασφάλειας στη γείτονα το συντομότερο δυνατόν, αποτελούν υψίστη προτεραιότητα για τη Δύση, και ιδιαίτερα για την Ευρώπη, η ενεργειακή ασφάλεια της οποίας εξαρτάται σ’ ένα μεγάλο βαθμό πλέον από την Τουρκία.