Στην Μελέτη καταγράφονται και περιγράφονται οι βασικές, τεχνικές και μη, παράμετροι που ενσωματώνει η τεχνολογία των ηλεκτρικών οχημάτων, καθώς και η μελλοντική εξέλιξή της, όπως επίσης και οι περιορισμοί της προσαρμογής των Η.Ο. στην υφιστάμενη αγορά μεταφορών.
Ο συνδυασμός μιας σειράς εξελίξεων, που έχουν ωριμάσει σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς και τα σενάρια της IEA για τη ζήτηση και την κατανάλωση ενέργειας, που αντικατοπτρίζουν τις δεσμεύσεις οι οποίες αναλήφθηκαν στο πλαίσιο της Διάσκεψης του Παρισιού για το Κλίμα, συνέβαλαν στο να κατανοήσουμε τα επόμενα βήματα που χρειάζονται για την ενεργειακή μετάβαση.
Η υιοθέτηση του σεναρίου 2DS της Διάσκεψης του ΟΗΕ, αποτελεί ορόσημο για το σύνολο του ενεργειακού τομέα και υπογραμμίζει τις θεμελιώδεις αλλαγές στη μελλοντική προσέγγιση της, ανά κλάδο, ενεργειακής κατανάλωσης, συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών. Οι εν λόγω πολιτικές εστιάζονται στην ανάπτυξη της αγοράς ηλεκτρικών οχημάτων, ως πυλώνα που θα υποστηρίξει τις προσπάθειες που καταβάλλονται σε παγκόσμιο επίπεδο για την απανθρακοποίηση των τομέων της ενέργειας και των μεταφορών από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
Επομένως, η Μελέτη για την ανάπτυξη των ηλεκτροκίνητων οχημάτων στην Ελλάδα και στην Νοτιοανατολική Ευρώπη είναι αναγκαία για να διαμορφωθεί ο σχεδιασμός για τη μελλοντική χρήση ενέργειας στις μεταφορές, σε εθνικό επίπεδο και σε περιφερειακό επίπεδο.
Στην Μελέτη του ΙΕΝΕ τονίζεται πως αυτές οι πολιτικές, θα πρέπει να συνάδουν με τις προτάσεις των κορυφαίων διεθνών οργανισμών. Συνεπώς, η ανεξάρτητη έρευνα που στοχεύει στην αναθεώρηση των επιχειρησιακών στόχων των συναφών τοπικών βιομηχανιών, αποκτά ιδιαίτερη σημασία για τη διαμόρφωση αυτών των στρατηγικών.
Η βιομηχανία πετρελαίου, οι εταιρείες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, οι επιχειρήσεις διανομής ηλεκτρισμού, η αυτοκινητοβιομηχανία και οι8 βιομηχανίες κατασκευής μπαταριών, θα πρέπει να προσαρμοστούν στο νέο περιβάλλον, υπό το πρίσμα της προώθησης της ενεργειακής μετάβασης και της απαλλαγής του τομέα μεταφορών από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
Η Μελέτη τοποθετεί την ανάπτυξη των Η.Ο. σε μεταγενέστερο χρόνο, όπου, σύμφωνα με το σενάριο 2DS, η ηλεκτροκίνηση και η υψηλή διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, θα διαμορφώσουν την κύρια στρατηγική που θα καθορίσει το μελλοντικό ενεργειακό μείγμα σε παγκόσμιο επίπεδο. Υπό αυτό το πρίσμα, αναμένεται ότι οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας θα κληθούν να μειώσουν το ανθρακικό αποτύπωμά τους, προωθώντας τη μετάβαση σε καύσιμα χαμηλότερης έντασης άνθρακα, όπως είναι το φυσικό αέριο και οι ΑΠΕ, με το σταδιακό κλείσιμο των σταθμών παραγωγής ηλεκτρισμού με καύση άνθρακα.
Προς αυτή την κατεύθυνση, ορισμένοι από τους μεγαλύτερους παραγωγούς ενέργειας, που δραστηριοποιούνταν παραδοσιακά στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, με την καύση πετρελαίου και άνθρακα, στρέφονται, τώρα σε τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα και ΑΠΕ. Η υιοθέτηση των ηλεκτρικών οχημάτων θα συνεισφέρει στην απανθρακοποίηση των μεταφορών από τις εκπομπές CO2, ενισχύοντας, κατ’ αυτό τον τρόπο, τΙς μεταφορές που θα χρησιμοποιούν, πλέον, ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ.
Η προσαρμογή της τεχνολογίας ηλεκτροκίνητων οχημάτων στις ανάγκες μετακίνησης των καταναλωτών θεωρείται ζωτικής σημασίας για την επιτυχία της ενεργειακής μετάβασης σε αυτό τον τομέα. Η ταχέως αναπτυσσόμενη τεχνολογία των μπαταριών, από πλευράς κόστους και ενεργειακής πυκνότητας και η διάχυση και ανάπτυξη της τεχνολογίας φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων, θα διαδραματίσει καίριο ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση.
Τα ηλεκτρικά δίκτυα και οι μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού, θα πρέπει να προσαρμόσουν, επίσης, τις λειτουργίες τους κατά τρόπο που να διευκολύνει την ηλεκτροδότηση του τομέα των μεταφορών. Η αναδιάρθρωση, η βελτίωση και η επέκταση των δικτύων διανομής ενέργειας, είναι σημαντικές παράμετροι για να διασφαλιστεί η ανθεκτικότητα του συστήματος, κατά την φόρτιση μεγάλου αριθμού ηλεκτρικών οχημάτων, στις αγορές υψηλής διείσδυσης των Η.Ο.