Του Β.Α. Κόκκινου
Η υποχωρητικότητα των Ελληνικών Κυβερνήσεων των τελευταίων δεκαετιών έναντι της άσπονδης γείτονος, αποδείχθηκε ανωφελής και ματαία. Η τουρκική αδιαλλαξία και επεκτατικότητα δεν περιορίσθηκαν, ούτε με την αντεθνική συμφωνία της Μαδρίτης, όπου η Ελλάδα ανεγνώρισε «ζωτικά εθνικά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο», ούτε με την αναγνώριση δικαιώματος εθνικού αυτοπροσδιορισμού στους Μουσουλμάνους της Θράκης, τους οποίους η Συνθήκη της Λωζάννης θεωρεί Έλληνες και όχι Τούρκους, ούτε με τους χορούς Τζεμ-Γιώργου, ούτε βέβαια με τις «κουμπαριές» Ερντογάν-Καραμανλή. Επί δεκαέξι αιώνες το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως είναι ο καθοδηγητικός Φάρος της Ορθοδόξου Χριστιανοσύνης, ανά την Υφήλιο. Όμως, το Ανώτατο Δικαστήριο της Τουρκίας, με πρόσφατη απόφασή του, αρνείται την οικουμενικότητα του Παναγιωτάτου Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου. Δεν έχει – λέγει- νόμιμο δικαίωμα να χρησιμοποιεί τον τίτλο του «οικουμενικού». Η μουσουλμανική και κοσμική Τουρκία έχει αντιρρήσεις για τον τίτλο αυτό. Διότι πιστεύει πως επιδέχεται πολιτικές ερμηνείες, που μπορεί να υπονομεύσουν την τουρκική κυριαρχία! Ο εκπρόσωπος του Υπουργείου των Εξωτερικών εδήλωσε ωστόσο ότι «η οικουμενικότητα του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, ως πνευματικού ηγέτη όλων των Ορθοδόξων Χριστιανών, στηρίζεται σε διεθνείς συμβάσεις, τους ιερούς κανόνες της Εκκλησίας, την Ιστορία και την Παράδοση. Όμως, ο κ. Πρωθυπουργός, κατά την συνάντησή του με τον κ. Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη δεν έθιξε καν το ζήτημα αυτό. Άφησε εκτός «ατζέντας» των συζητήσεών του με τον Τούρκο Πρωθυπουργό τα αιτήματα του Πατριαρχείου, μεταξύ των οποίων είναι η αναγνώριση της οικουμενικότητάς του και η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής Χάλκης. Και οι μεν Τούρκοι, ακόμη και με την πρόσφατη συνέντευξη του κ. Γκιούλ στην «Καθημερινή», έσπευσαν να προβάλουν τα «νόμιμα ζωτικά συμφέροντά τους στο Αιγαίο»! Ο Πρωθυπουργός μας όμως γιατί εμφανίσθηκε μετριοπαθής; Ο λαός ευλόγως δίδει την εξήγηση πως το έπραξε, για να μην ενοχληθεί ο κ. Ερντογάν. Αλλά κάποιος θα έπρεπε να υπενθυμίσει στον τελευταίο ότι οι Τούρκοι δεν είναι δυνατόν να θεωρηθούν Ευρωπαίοι, όταν παραμένουν στραγγαλιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα τους, αφού εμποδίζουν και την λειτουργία μιας σχολής του Πατριαρχείου, την οποία κατοχυρώνει πολλαπλώς η σύμβαση της Λωζάννης. Είναι φυσικό να μη μας υπολογίζουν οι Τούρκοι, όταν παραμελούμε τον αναγκαίο εξοπλισμό των Ενόπλων Δυνάμεών μας, δεν ενισχύουμε το εθνικό φρόνημα της νεολαίας μας και δεν θεσμοθετούμε τα αυτονόητα μέτρα για την διατήρηση της φυλής μας. Καθυστερεί η αναγνώριση ως πολύτεκνης της οικογένειας με τρία παιδιά. Αν και την είχε υποσχεθεί προεκλογικώς η Κυβέρνηση, το κόμμα της οποίας είχε καταθέσει και σχετική πρόταση νόμου, επί κυβερνήσεως Σημίτη. Μιμούμεθα τα κακά των Ευρωπαίων, αλλά όχι και τα καλά τους. Ούτε τα γαλλικά νομοθετήματα, για την διατήρηση της εθνικής ομοιογένειας και του πληθυσμού της υπαίθρου υιοθετούμε. Εφησυχάζουμε μακαρίως ενώ η υπογεννητικότητα των Ελλήνων αυξάνεται επικίνδυνα. Από 2,3 γεννήσεις ανά μητέρα, που απαιτούνται, για την διατήρηση του πληθυσμού, εφθάσαμε στις 0,90 γεννήσεις ετησίως. Αυτό σημαίνει ότι, αν συνεχισθεί η υπογεννητικότητα αυτή, σε εικοσιπέντε χρόνια δεν θα υπάρχουν Ελληνόπουλα. Φαίνεται πως έχουμε εμπιστευθεί τη διατήρηση του Ελληνισμού στους εγκατεστημένους στη χώρα μας μετανάστες και λαθρομετανάστες. Οι Κυβερνώντες δέχονται να αυξάνονται οι αντιμισθίες Διοικητών των ΔΕΚΟ από 70 έως 100% ετησίως (από 200.000 σε 400.000 ευρώ), αλλά διστάζουν να χορηγήσουν ένα επίδομα 60 ή 100 ευρώ μηνιαίως για κάθε τρίτο παιδί! Αφήνουν τον λαό στο έλεος του συνδικαλισμού, στους «νονούς» του οποίου υποκύπτουν οι κυβερνώντες, ακόμα και για την συλλογή των σκουπιδιών. Όπως υποκύπτουν και στους «νομείς» των δημοσίων έργων και της παραγωγής και εμπορίας φαρμάκων. Οι Έλληνες παραμένουν έρμαιο του εκχυδαϊσμού των ΜΜΕ, που μόνο στόχο έχουν, όχι την ανάπτυξη της Εθνικής συνειδήσεως και του πολιτισμού, αλλά την αύξηση των εσόδων εκ των διαφημίσεων. Είναι φανερό, ότι ευρισκόμεθα σε ολέθρια πορεία προς την παρακμή και τον εκφυλισμό. Κυβερνώντες και κυβερνώμενοι εφησυχάζουμε, «δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι», κατά την έκφραση του Βάρναλη. Λησμονούμε την υποθήκη του Θουκυδίδη για το τι μπορεί να επιτύχει μια προνοητική ολιγάριθμη δύναμη, με συναίσθηση της αδυναμίας της. (Από την Εφημερίδα ΕΣΤΙΑ 29/06/2007)