Η ανεπάρκεια της αγοράς βενζίνης στις μεγαλύτερες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες είναι το παράδοξο αποτέλεσμα που ανέδειξαν οι ταραχές που ξέσπασαν στο Ιράν με την επιβολή δελτίου στη βενζίνη. Πιο συγκεκριμένα, χώρες οι οποίες είναι πλούσιες σε πετρέλαιο, αναγκάζονται να εισάγουν βενζίνη λόγω ανεπαρκούς παραγωγικής δυναμικής της βιομηχανίας διύλισης. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στο Ιράν τα εργοστάσια διύλισης παράγουν 44,5 εκατ. λίτρα βενζίνης την ημέρα, ποσότητα που επαρκεί για την κάλυψη του 60% των αναγκών σήμερα, οι οποίες συνεχώς αυξάνονται. Κατά συνέπεια, η δεύτερη μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγός χώρα του OPEC εισήγαγε ποσότητες βενζίνης αξίας 5 δισ. δολαρίων το διάστημα μεταξύ Μαρτίου του 2006 και Μαρτίου του 2007. Παρόμοια προβλήματα αντιμετωπίζει και η Νιγηρία, η μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγός χώρα της Μαύρης Ηπείρου, που εισάγει σχεδόν το 100% των ποσοτήτων προϊόντων διύλισης για να καλύψει τις ανάγκες της, καθώς κανένα από τα τέσσερα διυλιστήρια στη χώρα δεν λειτουργεί. Όμως ακόμα και στις ΗΠΑ, τα διυλιστήρια, για να ανταποκριθούν στην ολοένα αυξανόμενη ζήτηση, αναγκάζονται να λειτουργούν στο 90% της παραγωγικής δυναμικότητάς τους, αυξάνοντας τους κινδύνους εκδήλωσης πυρκαγιών και ωθώντας προς τα πάνω τις τιμές της βενζίνης και του αργού πετρελαίου. Σημειώνεται ότι κανένα καινούριο διυλιστήριο δεν έχει κατασκευαστεί στις ΗΠΑ τα τελευταία 30 χρόνια και στην Ευρώπη τα τελευταία 20 χρόνια. Ωστόσο, όπως διαπιστώνει το Γαλλικό Ινστιτούτο Πετρελαίου, στην έκθεση «Πανόραμα 2007: Διύλιση και Πετροχημικά», «στο σύνολο των περιοχών του πλανήτη η κατάσταση θα είναι επίφοβη όσον αφορά την παραγωγική δυναμικότητα στον κλάδο της διύλισης. Όμως τα προγράμματα επενδύσεων για νέα διυλιστήρια έχουν σημαντικά αυξηθεί το 2006, αφήνοντας περιθώρια πρόβλεψης για μια πλέον ισόρροπη σχέση προσφοράς- ζήτησης τα επόμενα χρόνια». (Από την Εφημερίδα ΕΞΠΡΕΣ 29/06/2007)