Του Αλέξη Παπαχελά
Στην Ελλάδα του 2007 υπάρχουν δύο σοβαρά προβλήματα, τα οποία απαιτούν άμεση λύση: ένας διαλυμένος κρατικός μηχανισμός και πολιτικό προσωπικό απελπιστικά κατώτερο των περιστάσεων. Ο συνδυασμός «σκοτώνει», ακόμη και κυριολεκτικά. Η χώρα χρειάζεται πολιτικούς-μάνατζερς. Η διοίκηση ενός υπουργείου δεν είναι αστείο πράγμα. Βλέπουμε όμως «αστείους» πολιτικούς σε θέσεις-κλειδιά να τα έχουν χαμένα μπροστά στις όντως πολύ δύσκολες προκλήσεις της εποχής μας. Το να σβήσεις μια φωτιά δεν έχει πια τίποτα να κάνει με τη γενναιότητα ενός αξιωματικού που ξέρει να κάνει «γιουρούσι» ή με τον Άγιο προστάτη της Πυροσβεστικής. Έχει να κάνει με σωστό μάνατζμεντ, με άψογο συντονισμό και συνεχή πίεση στους υπηρεσιακούς παράγοντες να κάνουν τη δουλειά τους. Η λαίλαπα του λαϊκισμού της δεκαετίας 1981-91 διέλυσε κυριολεκτικά τη ραχοκοκαλιά του ελληνικού κράτους. Ο επαγγελματισμός χάθηκε από το μεδούλι των κρατικών λειτουργών και αντικαταστάθηκε από την ευκαμψία και τον κομματισμό. Σημαίνων υπουργός διηγούνταν πρόσφατα το πώς ανώτατος αξιωματικός της Πυροσβεστικής τον κυνηγούσε για να του μαζέψει ψήφους στην περιφέρειά του. Και αναρωτιέσαι, αν αντί να ασχολείται με τη δουλειά του κυνηγάει απλά ψήφους για να εξασφαλίσει την ανέλιξή του, πώς μπορεί να του εμπιστευθεί κανείς ένα κρίσιμο πόστο. Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος, το ανεπαρκές κράτος που πήρε λίγο πάνω του με τους Ολυμπιακούς υπό την πίεση και επίβλεψη των ξένων. Η άλλη όψη είναι όμως η μεγάλη μας φτώχεια σε σοβαρό πολιτικό προσωπικό. Όταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός φέρεται συχνά να προβληματίζεται για το γεγονός ότι «δεν έχει πάγκο», είναι φυσικό να προβληματιζόμαστε όλοι για το πού πάει ο τόπος. Προσωπικά θυμώνω με μια ομάδα υπουργών της σημερινής κυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός έπεισε τον μέσο Έλληνα και έβγαλε την παράταξή τους από τη ναφθαλίνη δεκαετιών. Τους έδωσε πολιτική ηγεμονία, «λευκή κάρτα». Και είναι εξοργιστικό ότι δεν τους νοιάζει. Δεν πονάνε το πόστο τους, δεν τους νοιάζει καν μήπως και γίνουν ρεζίλι. Όλη μέρα ασχολούνται με τα παραπολιτικά, καμία πρόσκληση σε κανένα «παράθυρο» και μετά ονειρεύονται πώς «θα την κάνουν με το φουσκωτό» ή πώς θα πάνε στη Μύκονο για ένα διήμερο. Από μία άποψη είναι λογικό. Πολλοί εξ αυτών μεγάλωσαν στα φοιτητικά αμφιθέατρα, δεν δούλεψαν ποτέ και πέρασαν τα πέτρινα χρόνια της αντιπολίτευσης στα καφέ του Κολωνακίου. Αυτό κατάλαβαν ότι είναι η δουλειά του πολιτικού! Ο πρωθυπουργός ξέρει και συχνά θυμώνει με αυτή την κατάσταση. Έχει μπροστά του δύο δρόμους. Ο ένας είναι να συμφωνήσει με εκείνο το μοιραίο «έτσι είναι η Ελλάδα» του κ. Σημίτη. Ο άλλος είναι να διώξει με την πρώτη ευκαιρία έναν υπουργό-τουρίστα όσο κοντά του και αν βρίσκεται κοινωνικά, συναισθηματικά ή ακόμη και από συγγένεια, δίνοντας το σήμα πως... τέρμα τα αστεία. (Καθημερινή, 4/7/07)