Του Νίκου Νικολάου
Τη Δευτέρα, στη σύνοδο του Eurogroup στις Βρυξέλλες, θα προεδρεύσει ο κ. Νικολά Σαρκοζί. Απ’ ό,τι θυμάμαι, είναι η πρώτη φορά που πρόεδρος κράτους μετέχει σε σύνοδο υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών. Είναι προφανές, λοιπόν, ότι η έκτακτη συμμετοχή του Γάλλου προέδρου, που είναι ένας κατ’ εξοχήν επικοινωνιακός πολιτικός, έχει στόχο να δώσει στην Ευρωζώνη το ηχηρό μήνυμα ότι η Γαλλία δεν προτίθεται να αναβάλει το αναπτυξιακό άλμα που έχει υποσχεθεί στον λαό του ο κ. Νικολά Σαρκοζί, εξαιτίας των περιορισμών που θέτει το Σύμφωνο Ανάπτυξης και Σταθερότητος. Ποιοι είναι αυτοί οι περιορισμοί; Πρώτον και κύριον, η εκχώρηση της αρμοδιότητας της νομισματικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Οπως είναι γνωστό, η ΕΚΤ έχει θέσει κεντρικό στόχο της πολιτικής της τη νομισματική σταθερότητα (δηλαδή τη διατήρηση του πληθωρισμού σε επίπεδα χαμηλότερα του 2%) και για τον σκοπό αυτό προκειμένου να συγκρατήσει τη ζήτηση, έχει αυξήσει το επιτόκιο του ευρώ στο 4% και μέχρι το τέλος του έτους θα το ανεβάσει στο 4,5%. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με τα μεγάλα ελλείμματα των Ηνωμένων Πολιτειών (δημοσιονομικά, αλλά κυρίως στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών), έχει οδηγήσει σε ισχυρή ανατίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου και όλων των νομισμάτων των τρίτων χωρών που το παρακολουθούν. Δεύτερος περιορισμός, επιβαλλόμενος από το Σύμφωνο Σταθερότητος, είναι η υποχρέωση συγκράτησης του δημοσιονομικού ελλείμματος σε επίπεδα κάτω του 3% του ΑΕΠ, με τάση τον μηδενισμό του και τη μετάβαση σε πλεονασματικούς προϋπολογισμούς από το 2010. Χωρίς να ελέγχει, λοιπόν, τη νομισματική και τη δημοσιονομική πολιτική, ο κ. Σαρκοζί έχει ουσιαστικά δεμένα τα χέρια του και δεν μπορεί να ασκήσει την αναπτυξιακή πολιτική που επιθυμεί, δεν μπορεί δηλαδή να δώσει χαμηλότοκα δάνεια στις επιχειρήσεις ούτε φοροαπαλλαγές στα νοικοκυριά για να τονώσει την αγοραστική τους δύναμη. Θα επιδιώξει, λοιπόν, να θέσει θέμα αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητος ή τουλάχιστον παράταση της προθεσμίας για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Οι πληροφορίες, πάντως, από τις Βρυξέλλες είναι ότι εκτός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και όλες οι κυβερνήσεις των υπολοίπων 11 χωρών, που μαζί με τη Γαλλία μετέχουν στο Eurogroup, είναι αντίθετες στην πρόταση για χαλάρωση της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Ιδιαίτερα η Ελλάδα είναι κατηγορηματικά αντίθετη και, όπως θα εξηγήσει τη Δευτέρα ο κ. Γ. Αλογοσκούφης, η χώρα μας επιβαρύνεται από ένα πολύ υψηλό δημόσιο χρέος, η εξυπηρέτηση του οποίου μόνο σε τόκους στοιχίζει ετησίως 10 δισ. ευρώ και συνεπώς ενδιαφέρεται περισσότερο των άλλων για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, που θα ανακόψουν την υπερχρέωση. Από την άλλη πλευρά, είναι γεγονός ότι η Γαλλία αντιμετωπίζει σήμερα προβλήματα στασιμότητας και είναι χαρακτηριστικό ότι το κατά κεφαλήν της ΑΕΠ, που το 2000 ήταν το 103,3 του μέσου των 15 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχε πέσει το 2006 στο 98,6%. Το πρόβλημα της Γαλλίας βρίσκεται στις άκαμπτες αγορές της (εργασίας, προϊόντων, ενέργειας κ.λπ.) και στο γεγονός ότι τα τελευταία επτά χρόνια δεν προωθήθηκε ουδεμία αξιόλογη διαρθρωτική αλλαγή. Αντίθετα, η Γερμανία, που είχε παρόμοια προβλήματα, χάρη στις δειλές έστω μεταρρυθμίσεις της κ. Αγκελα Μέρκελ είναι σήμερα η πρώτη εξαγωγική χώρα του πλανήτη και ο ρυθμός της ανάπτυξής της ανέβηκε στο 3%, καθιστώντας την ατμομηχανή της Ευρώπης. (Καθημερινή, 9/7/07)