Tου Aντώνη Kαρκαγιάννη
Τα χρήματα που διαθέτουμε για την έρευνα, ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) είναι αρκετά κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. των «15». Είναι, συνεπώς, λογικό το αίτημα να αυξηθούν δραστικά και με κάθε τρόπο. Αν πηγή αυτών των χρηματοδοτήσεων είναι αποκλειστικά το κράτος ή και ιδιώτες είναι μάλλον ψευτοδίλημμα με πολλές δογματικές αγκυλώσεις. Όπως όμως συμβαίνει και με την Ανώτατη Εκπαίδευση που και αυτή επιχορηγείται από το κράτος με ποσοστό πολύ μικρότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο ως ποσοστό του ΑΕΠ, το αίτημα της δραστικής αύξησης των χρημάτων είναι ορθό, δίκαιο και επιβεβλημένο, αν θέλουμε να μιλάμε στα σοβαρά για αλλαγές και εκσυγχρονισμό των πανεπιστημίων. Δεν είναι όμως τόσο απλό και εύκολο, με όση ευκολία το αναγράφουμε στα πλακάτ και «αγωνιστικά» τα περιφέρουμε στους δρόμους. Με τον σημερινό τύπο δημοσίου πανεπιστημίου και με τις σημερινές συνήθειες (φοιτητών και δασκάλων) και τις σημερινές δυσλειτουργίες, κάθε αύξηση της κρατικής επιχορήγησης, σε μεγάλο ποσοστό, κινδυνεύει να πάει χαμένη. Το βέβαιο και το χειρότερο είναι ότι αναπαράγει και διαιωνίζει την πολύπλευρη σημερινή παθογένεια. Η αύξηση των κονδυλίων είναι απαραίτητη και επιβεβλημένη για να αλλάξει το δημόσιο πανεπιστήμιο. Το αίτημα για μεγαλύτερη επιχορήγηση δεν νοείται διαφορετικά. Το ίδιο και με την έρευνα. Πριν αρχίσουμε να ξοδεύουμε χρήματα πρέπει πρώτα να απαντήσουμε στο ερώτημα: για ποια έρευνα, ποιου είδους και ποιας ποιότητας, ποιο είδος έρευνας «μας πάει» και ποια είμαστε σε θέση να κάνουμε. Χθες η «Κ» σημείωνε στο κύριο άρθρο της ότι η έρευνα υπόκειται (πρέπει να υπόκειται) σε μια γενικότερη εθνική στρατηγική την οποία βέβαια ορίζει η πολιτική ηγεσία και μέσω αυτής εκφράζει την πολιτική της βούληση και από αυτήν θα κριθεί, π.χ. αν θέλει να χαράξει ως κύρια κατεύθυνση την έρευνα που θα καλύψει τις άμεσες ανάγκες της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας. Ως εδώ νομίζω ότι περιορίζεται η αρμοδιότητα της πολιτικής ηγεσίας. Σε ποιους τομείς θα στραφεί, με ποια μέσα και ποιες μεθόδους είναι θέμα καθαρά επιστημονικό. Από τα όσα ελέχθησαν για το υπό διαμόρφωση νομοσχέδιο μένει κανείς με την εντύπωση της ασάφειας τόσο ως προς τη στρατηγική της έρευνας όσο και ως προς την οργάνωσή της και κυρίως το δεύτερο. Δεν είναι σαφές το όργανο, το κεντρικό όργανο που θα επιμερίσει την κυβερνητική στρατηγική (αν υπάρχει) στους επιμέρους τομείς και θα συντονίσει τις ερευνητικές προσπάθειες ή θα αξιολογήσει τα αποτελέσματα. Αντιθέτως για τη θέση αυτού του κεντρικού οργάνου προβλέπεται (από όσα έχουν λεχθεί πάντοτε) ένα πολυδαίδαλο γραφειοκρατικό σύστημα, πιθανότατα με αλληλοκαλυπτόμενες αρμοδιότητες. Η «Κ» σημειώνει στο χθεσινό κύριο άρθρο ότι η χώρα «μάλλον δεν θα διακριθεί στη βασική έρευνα». Δεν είναι βέβαιο και εν πάση περιπτώσει αυτό θα μας το πουν υπεύθυνα αρμόδιοι επιστημονικοί φορείς. Και ένα τελευταίο: Επειδή αυτές τις μέρες γίνεται πολύς λόγος για την προστασία του φυσικού και ιστορικού περιβάλλοντος ένα μεγάλο πεδίο έρευνας θα μπορούσε να είναι ακριβώς αυτό... (Καθημερινή, 19/7/07)