Του Αθανάσιου Χ. Παπαπανδρόπουλου
Τα αποθέματα νερού στον πλανήτη είναι περιορισμένα και οι προβλέψεις για την πορεία των υδάτινων πόρων στον 21ο αιώνα είναι μάλλον δυσοίωνες. Ναι, είναι η πραγματικότητα. Κάθε χρόνο, 4 εκατομμύρια παιδιά στον κόσμο πεθαίνουν από διάρροια, διότι ήπιαν βρόμικο νερό... Ο αριθμός είναι τεράστιος, απίστευτος, αλλά θλιβερά αληθινός. Ο ΟΗΕ εκτιμά ότι ένας στους τρεις κατοίκους του πλανήτη μας κατοικεί σε χώρα ελλειμματική σε νερό και, περί το 2020, ο αριθμός αυτός θα έχει διπλασιασθεί. Πρόκειται για φαινόμενο του οποίου η αντιμετώπιση έχει τον χαρακτήρα του κατεπείγοντος και απαιτεί πραγματική πλανητική κινητοποίηση. Όπως δε αναγνωρίζουν επιστήμονες, οικονομολόγοι, γεωπόνοι και ειδικοί μελετητές των υδάτινων πόρων, η κινητοποίηση αυτή θα πρέπει να έχει άμεση προτεραιότητα στις πολιτικές προστασίας του περιβάλλοντος. Εντούτοις, παρά τις τρεις παγκόσμιες διασκέψεις που έγιναν για το νερό τα δεκαπέντε τελευταία χρόνια, το μεγάλο αυτό πρόβλημα δεν έχει πάρει την προβολή που πρέπει. Πολλοί μιλούν για κλιματικές αλλαγές, λίγοι όμως για λειψυδρία. Διότι, αν και πολύς κόσμος έχει την αίσθηση ότι το νερό είναι χαμηλής αξίας αγαθό, ωστόσο η πραγματικότητα είναι πέρα για πέρα διαφορετική. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το νερό σπανίζει και, από οικονομικής πλευράς, υπόκειται πλήρως στον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. Γι' αυτό, τα τελευταία χρόνια, γίνονται μεγάλες προσπάθειες ώστε η διάθεση του νερού, αφ' ενός, να μην προκαλεί γεωπολιτικές συγκρούσεις και, αφ' ετέρου, να μην οξύνει τις ήδη σημαντικές παγκόσμιες ανισότητες στην κατανομή του πλούτου. Τί συμβαίνει, όμως, σε πλανητικό επίπεδο με το νερό, όταν είναι γνωστό ότι καλύπτει το 77% της επιφάνειας της Γης; Η απάντηση είναι τραγικά απλή. Το 97,5% του νερού είναι αλμυρό, άρα μη πόσιμο. Και από το 2,5% του νερού που είναι γλυκό, το μισό είναι παγωμένο -άρα «αιχμάλωτο» στην Γροιλανδία, στην Ανταρκτική και στους πάγους βουνών όπως τα Ιμαλάια. Έτσι, οι κάτοικοι του πλανήτη μας έχουν πρόσβαση μόνον σε 100.000 κυβικά χιλιόμετρα νερού, το οποίο υπάρχει στα ποτάμια, στις λίμνες και στις υπόγειες φλέβες. Από το νερό αυτό, ωστόσο, τα 70.000 κυβικά χιλιόμετρα εξατμίζονται αμέσως και, από τα εναπομείναντα, μόνον 6.250 κυβικά χιλιόμετρα είναι αμέσως προσβάσιμα στον άνθρωπο. Συνεπώς, αν λάβουμε υπ' όψιν μας την ετήσια δημογραφική άνοδο στην Γη, τότε, κατά τους ειδικούς του ΟΗΕ, σε μία εικοσαετία τα υδάτινα αποθέματα θα είναι ανεπαρκή. Ακόμα χειρότερα, ο άνθρωπος μολύνει όλο και περισσότερο αυτά τα αποθέματα νερού, με αποτέλεσμα η αύξηση της κατανάλωσης στις αναπτυσσόμενες χώρες να προκαλεί σοβαρά προβλήματα τροφοδοσίας. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στον πλανήτη μας υπάρχει ανισότητα και στις βροχοπτώσεις, γεγονός που κάνει ακόμα πτωχότερες τις ήδη πτωχές σε νερό χώρες. Η Κίνα, λόγου χάρη, που έχει πληθυσμό τριάντα φορές περισσότερον από τον Αμαζόνιο, δέχεται δύο φορές λιγότερη βροχή. Επίσης, ανησυχία προκαλεί και η άνοδος της θερμοκρασίας στην Γη, η οποία σε κάποιες περιοχές προκαλεί πλημμύρες και καταστροφές και σε άλλες αφόρητη ξηρασία, η οποία με τη σειρά της οδηγεί στην μέχρι βανδαλισμού τεχνητή άντληση νερού, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον της γεωργίας -ιδιαιτέρως σε χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, το Μπαγκλαντές, η Αλγερία και άλλες. Σύμφωνα με έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας «στο μέτρο που η εκμετάλλευση του υδροφόρου ορίζοντα θα γίνεται με τον σημερινό εντατικό ρυθμό, σε λιγότερο από μία γενιά η αγροτική οικονομία σε διάφορες περιοχές της Γης θα εξαφανιστεί». Πέρα από την γεωργία, τεράστια αποθέματα νερού απορροφούν σήμερα και οι μεγα/μεγάλες πόλεις του πλανήτη -δέκα από τις οποίες ξεπερνούν σε πληθυσμό τα 250 εκατομμύρια κατοίκους. Συνιστούν δε ένα τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο σήμερα, λόγω τρομοκρατίας, προσλαμβάνει και επικίνδυνες πολιτικές διαστάσεις. Πολιτικές διαστάσεις οι οποίες ήδη αποτελούν πραγματικότητα, τόσο σε επίπεδο μικροσυγκρούσεων όσο και μεγάλων γεωπολιτικών προβλημάτων. Στην Μέση Ανατολή, το νερό παίζει ρόλο-κλειδί, παράλληλα δε επηρεάζει και την τουρκική εξωτερική πολιτική και σήμερα η σημασία του προσλαμβάνει σοβαρές διαστάσεις. Από αρχαιοτάτων χρόνων, το νερό ήταν -και παραμένει- η πλέον πολύτιμη φυσική πηγή και δεν είναι τυχαίο ότι η μεγάλη γεωργική επανάσταση ξεκίνησε από τη Μεσοποταμία. Στο πλαίσιο αυτό, μία μη ορατή πλευρά των διμερών σχέσεων στη Μέση Ανατολή είναι αυτή των υδάτινων πόρων. Πόροι που έχουν τεράστιο γεωστρατηγικό βάρος, ίσως δε μεγαλύτερο από το αντίστοιχο του πετρελαίου -και, βεβαίως, η γεωπολιτική σύνδεση πετρελαίου και νερού καθιστά το όλο πρόβλημα πιο εκρηκτικό. Γι' αυτό, ειδικοί αναλυτές του ΟΗΕ, του Διεθνούς Ινστιτούτου Διαχειρίσεως Υδάτινων Πόρων και της Παγκόσμιας Τράπεζας εκτιμούν ότι η στρατηγική σημασία του νερού μπορεί να είναι και η πιθανή αιτία νέων πολέμων στην Μέση Ανατολή, καθώς και τοπικών ανταρτοπολέμων μεταξύ αγροτών, κατοίκων των πόλεων και βιομηχάνων στην Αφρική. Διότι, όταν για την κατασκευή ενός μπλουτζίν απαιτούνται 2.000 κυβικά λίτρα νερού, τότε καταλαβαίνει κανείς για ποιο πρόβλημα μιλάμε. Παρά το γεγονός ότι στη Μέση Ανατολή και στη Βόρειο Αφρική ζει το 5% του πληθυσμού του πλανήτη, το ποσοστό νερού που αναλογεί στις περιοχές αυτές αντιστοιχεί μόλις στο 0,9% των υδάτινων πόρων. Οι χώρες που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα νερού αυξήθηκαν, από τρεις το 1955 (Μπαχρέϊν, Ιορδανία, Κουβέϊτ), σε έντεκα (οι τρεις προηγούμενες και Αλγερία, Ισραήλ, παλαιστινιακά εδάφη, Κατάρ, Σαουδική Αραβία, Σομαλία, Τυνησία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Υεμένη). Βάσει των προβλέψεων, έως το 2025 η λίστα αυτή θα μεγαλώσει και θα περιλαμβάνει επίσης την Αίγυπτο, την Αιθιοπία, το Ιράν, τη Λιβύη, το Μαρόκο, το Ομάν και τη Συρία. Οι κύριες υδάτινες οδοί στην περιοχή είναι τρεις, και συγκεκριμένα οι ποταμοί Τίγρης και Ευφράτης, ο Νείλος και ο Ιορδάνης. Η εξάρτηση πολλών χωρών από αυτές τις τρεις πηγές έχει οδηγήσει σε διαμάχες και βίαιες συγκρούσεις, όπως ο Πόλεμος των Έξι Ημερών το 1967 και αυτός μεταξύ Ιράν και Ιράκ. Όταν τελικώς όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές αποφάσισαν να αποδεχθούν το γεγονός ότι το νερό αποτελεί σοβαρό εμπόδιο στην ανάπτυξη των μεταξύ τους σχέσεων, κάθισαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την εξεύρεση κάποιας λύσης. Στο πλαίσιο αυτό, υπήρξαν συντονισμένες διπλωματικές προσπάθειες, όπως οι διαπραγματεύσεις της περιόδου 1953-55 υπό την αιγίδα των ΗΠΑ, καθώς και μία σειρά συμφωνιών, με πιο χαρακτηριστικές τη Συμφωνία για την Πλήρη Χρήση των Νερών του Νείλου (1959) και την ειρηνευτική συνθήκη Ισραήλ-Ιορδανίας (1994). Ωστόσο, παρά την υπογραφή διμερών συμφωνιών, το νερό προκαλεί σοβαρούς τριγμούς στις σχέσεις των χωρών της περιοχής, γιγαντώνοντας τα υπάρχοντα -κυρίως πολιτικής φύσης- προβλήματα. Το γεγονός αυτό οφείλεται σε μία σειρά παραγόντων, με βασικότερους: α) Φιλοξενώντας πολύ μεγάλο ποσοστό των κατοίκων του πλανήτη, η Μέση Ανατολή καταναλώνει πολύ περισσότερο νερό από ό,τι διαθέτει. Η αλματώδης μάλιστα αύξηση του πληθυσμού έχει καταστήσει το νερό «είδος πολυτελείας» β) Τα λίγα αποθέματα νερού στην περιοχή έχουν επηρεαστεί, τα τελευταία χρόνια κυρίως, από την περιβαλλοντική μόλυνση, με αποτέλεσμα το νερό να μην είναι πόσιμο σε πολλές περιοχές γ) Η επέκταση των γεωργικών καλλιεργειών, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της βιομηχανίας, έχουν αυξήσει σημαντικά τις ανάγκες σε νερό δ) Παράλληλα, έχουν αυξηθεί και οι σπατάλες νερού, με αποτέλεσμα να αξιοποιείται αποτελεσματικά για αρδευτικούς σκοπούς μόνον το 30% από τις υπάρχουσες ποσότητες ε) Τέλος, στη Μέση Ανατολή και στον Τρίτο Κόσμο γενικότερα, πενιχρός είναι και ο καθαρισμός του νερού, παρά τα απίστευτα τεχνολογικά βήματα που έχουν γίνει προς την κατεύθυνση αυτή. Οι παράγοντες αυτοί, σε συνδυασμό και με τις κοινωνικο-πολιτικές εξελίξεις στην περιοχή, έχουν οδηγήσει την Τουρκία σε διένεξη με την Συρία και το Ιράκ για τα νερά των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη, την Ιορδανία, την Παλαιστινιακή Αρχή και το Ισραήλ να δίνουν ομηρικές μάχες στο διπλωματικό πεδίο για τα νερά του Ιορδάνη, την Αίγυπτο να «μαλώνει» με το Σουδάν και την Αιθιοπία για την εκμετάλλευση του Νείλου, τα δε αρδευτικά έργα της Σαουδικής Αραβίας έχουν προκαλέσει το μένος του Κατάρ και του Μπαχρέιν. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι περισσότεροι διεθνείς πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι, αν η διαχείριση των υδάτινων πόρων στη Μέση Ανατολή γίνει αντικείμενο σοβαρών ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων, τότε ίσως αποφευχθούν τα χειρότερα στην εύφλεκτη αυτή περιοχή. (Ναυτεμπορική, 14/7/07)