«Με όλα τα θέματα στο τραπέζι και μακριά από εμμονές, κυβέρνηση και θεσμοί θα πρέπει να επαναδιαπραγματευτούν την κατάργηση των μέτρων της πώλησης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και των ΝΟΜΕ. Αυτά απέτυχαν». Την παρέμβαση αυτή έκανε ο πρώην πρόεδρος της Δημόσιας Επιχείρησης, Αρθούρος Ζερβός, επικαλούμενος την ανάγκη προστασίας της, μετά τις οικονομικές επιβαρύνσεις 

που τη βαραίνουν από τις δημοπρασίες λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής ισχύος χωρίς, μάλιστα, να προβλέπεται η επίτευξη του στόχου για μείωση του μεριδίου της στην αγορά, κάτω από το 50%, στα τέλη του 2019. Ο κ. Ζερβός δεν απέφυγε να απαντήσει σε ερωτήσεις δημοσιογράφων για τη ΔΕH, κατά τη διάρκεια ενημερωτικής συνάντησης, στο πλαίσιο της εκλογής του για τρίτη συνεχόμενη θητεία, στην προεδρία του διεθνούς δικτύου πολιτικής προώθησης των ΑΠΕ (REN 21).

Ο ίδιος διετέλεσε πρόεδρος της ΔEH την περίοδο 2009-2015, σε μία εποχή όπου τα καθαρά κέρδη της υπερέβαιναν τα 400 εκατ. ευρώ, όπως το 2014, αλλά και βρέθηκε αντιμέτωπος με τα πρώτα προβλήματα ρευστότητας, (2012-2013), αφού δεν μπορούσε να δανειστεί εξαιτίας του country risk και να προσελκύσει επενδυτές για τη στροφή της στις ΑΠΕ, όπως συνέβη με το δεύτερο άγονο διαγωνισμό του μεγάλου φωτοβολταϊκού πάρκου των 200 μεγαβάτ, στην Κοζάνη.

Επί των ημερών του είχε, επίσης, σχεδιαστεί από την κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ το πακέτο της λεγόμενης «μικρής ΔΕH», το οποίο και ψηφίστηκε, περιλαμβάνοντας ένα χαρτοφυλάκιο με μονάδες παραγωγής ρεύματος, πελατολόγιο από όλες τις τάσεις και υποχρεώσεις. Το εν λόγω χαρτοφυλάκιο αντιστοιχούσε στο 30% του ομίλου, με τις τότε πληροφορίες να αποτιμούν τη μικρή ΔΕH στα 1,5 με 2 δισ. ευρώ.

Εκ των υστέρων, ο ίδιος δήλωε σήμερα στους δημοσιογράφους πως, «τελικά, το σχέδιο της μικρής ΔΕH ήταν καλύτερο από τη σημερινή εξέλιξη».

Ως γνωστόν, η κυβέρνηση ακύρωσε το νόμο, με αποτέλεσμα να ενεργοποιηθεί η απόφαση του ευρωπαϊκού δικαστηρίου σε βάρος του μονοπωλίου της ΔEH στη λιγνιτική παραγωγή και να επιλέγεται, υποχρεωτικά, η πώληση μονάδων της. Συμφωνήθηκαν, επίσης, από την κυβέρνηση και τους δανειστές, τα διαβόιητα ΝΟΜΕ, τα οποία προέβλεπαν τις δημοπρασίες με οριζόμενη τιμή εκκίνησης και πέναλτι όταν δεν επιτυγχάνονται οι ετήσιοι στόχοι στις μειώσεις του μεριδίου της Δημόσιας Εταιρείας στην αγορά. Από τα ΝΟΜΕ, η ΔΕH επιβαρύνθηκε το 2018 σχεδόν με 300 εκατ. ευρώ, ενώ την ίδια στιγμή, η πώληση των λιγνιτικών δεν προχώρησε και η αγορά παραμένει κλειστή!

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον και με τη συνολικότερη αρνητική συγκυρία στην Ε.Ε. από την εφαρμογή των πολιτικών απανθρακοποίησης, ο κ. Ζερβός πρότεινε τη «συνολική επαναδιαπραγμάτευση για τα θέματα της ΔEH, χωρίς εμμονές μεταξύ κυβέρνησης και θεσμών, με όλα στα τραπέζι». Όπως είπε, «τα μέτρα ΝΟΜΕ και η πώληση των λιγνιτικών μονάδων απέτυχαν για το άνοιγμα της αγοράς και η δημόσια εταιρεία πρέπει να προστατευτεί». Αναφορικά με το θέμα της συνολικής επαναδιαπραγμάτευσης, ο κ. Ζερβός συνέστησε μάλιστα ότι «αυτές μπορεί να διεξαχθούν και αργότερα χρονικά».

Ο Αρθούρος Ζερβός από τη θέση του προέδρου στο διεθνές δίκτυο REN 21, στο οποίο συμμετέχουν 12 κυβερνήσεις (πλην Ελλάδας), διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όπως η Παγκόσμια Τράπεζα, βιομηχανία ΑΠΕ, περιβαλλοντικές οργανώσεις και επιστημονική κοινότητα, μίλησε και για τους στόχους που έχει βάλει η χώρα για τη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας έως το 2020 και λίαν προσφάτως με το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και την Κλιματική Αλλαγή μέχρι το 2030.

Ως γνωστόν, για το 2020 ο στόχος του μεριδίου των ΑΠΕ στην ενεργειακή κατανάλωση που έχει θέσει η Ελλάδα είναι 18%. Όπως σημείωσε, μεταξύ του 2008 και 2013 οι ΑΠΕ από το 8% ανέβηκαν στο 15%. Από τότε μέχρι σήμερα, εκτίμησε ότι έχουμε ανέβει μόλις στο 16%.

Κατά τον κ. Ζερβό, το μερίδιο αυξήθηκε για τρεις λόγους: Αναπτύχθηκαν τα φωτοβολταϊκά με τη μαζική τους διείσδυση, τα αιολικά κινήθηκαν σταθερά, έπεσε η ενεργειακή κατανάλωση (κυρίως καυσίμων) κατά 25% και ανέβηκε η στερεά βιομάζα ιδίως το 2008-2013 κατά 35% (πρόκειται για τα καυσόξυλα).

Το 2013 έως 2017, σύμφωνα με τον κ. Ζερβό, σταθεροποιείται η κατανάλωση ενέργειας, πέφτει 12% η βιομάζα και εισέρχονται στο σύστημα λίγα περισσότερα αιολικά. Το 2016, που είναι τα τελευταία επίσημα στοιχεία, οι ΑΠΕ εισήλθαν στο 15,2% της ενεργειακής κατανάλωσης.

Κατά τον ίδιο, απαιτούνται δραστικές παρεμβάσεις στους κλάδους των μεταφορών και της εξοικονόμησης ενέργειας για να επιτευχθούν οι στόχοι του 2020 αλλά κι εκείνος του 2030, που προβλέπει τη συμμετοχή των ΑΠΕ στο 32% της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης.

Ο κ. Ζερβός υποστηρίζει ότι για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος θα πρέπει κάθε χρόνο να αυξάνονται οι ΑΠΕ κατά 1,6% ή να μπαίνουν 600 με 700 MW τον χρόνο. Για να συμβεί αυτό, σύμφωνα με τον πρόεδρο του REN 21 θα πρέπει να δοθούν κίνητρα, π.χ. στην ηλεκτροκίνηση αλλά και να γίνουν μεγάλα έργα υποδομών όπως οι διασυνδέσεις των νησιών, η δρομολόγηση των έξυπνων δικτύων και τα μεγάλα αιολικά έργα στα νησιά.