Της Ζέζα Ζήκου
Τελικώς, η οικογένεια Μπάνκροφτ υπέκυψε στην πολύμηνη πολιορκία του Αυστραλού βαρόνου των Media, Ρούπερτ Μέρντοχ. Η News Corp έναντι 5,6 δισ. δολαρίων απέκτησε τον όμιλο Dow Jones & Co που εκδίδει τη διάσημη ανά τον κόσμο για το κύρος της οικονομική εφημερίδα Wall Street Journal, η οποία ιδρύθηκε το 1889 με κυκλοφορία 1,7 εκατομμυρίων φύλλων ημερησίως και 788.000 συνδρομητές του Ιντερνετ. Ομως, η ιστορική αυτή απόκτηση του Μέρντοχ άφησε αδιάφορη τη Wall Street. Η μετοχή της News Corp αυξήθηκε μηδαμινά, ενώ η μετοχή της Dow Jones shares σημείωσε άνοδο κατά 1,4%. Οι επενδυτές ετράπησαν σε νέα φυγή από τα ισχυρά χρηματιστήρια της Δύσης και τα αναδυόμενα της Ασίας και εξαιτίας των κινδύνων που απορρέουν από τη subprime αγορά στεγαστικών δανείων των ΗΠΑ, ενώ η Wall Street αναζητούσε ισορροπίες που τις βρήκε κλείνοντας με σημαντική άνοδο. Το πετρέλαιο στην αγορά της Νέας Υόρκης, αφού έκανε νέο ιστορικό ρεκόρ, υποχώρησε κατά 2,12% στα 76,55 δολάρια, ενώ η διεθνής κερδοσκοπία ρευστοποίησε «υψηλές» θέσεις της. Συγκεκριμένα, η τιμή του αργού στην αγορά της Nέας Yόρκης κατέγραψε ιστορική άνοδο στα 78,77 δολάρια το βαρέλι, ξεπερνώντας τα προηγούμενα επίπεδα-ρεκόρ των 78,40 δολαρίων που είχε καταγράψει στις 13 Ιουλίου 2006. Κοινή η αντίδραση των επενδυτών να ξεπουλήσουν τις μετοχές τους από τράπεζες και εταιρείες που πιθανόν να είναι εκτεθειμένες στην subprime αγορά με την πληθώρα των επισφαλών στεγαστικών δανείων και τους χαμηλής φερεγγυότητας Αμερικανούς δανειολήπτες. Οι πάντες σε Ανατολή και Δύση φοβούνται ότι αυτή η επικίνδυνη subprime αγορά στεγαστικών δανείων υψηλού ρίσκου και χαμηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης έχει εισέλθει σε ανεξέλεγκτη κρίση. Οι φόβοι για εξάπλωση της κρίσης στην αμερικανική αγορά κατοικίας που θα επηρεάσει και την πραγματική οικονομία, παίρνουν καθημερινώς νέες διαστάσεις. Παράλληλα, οι παρενέργειες από την κρίση της subprime αγοράς σε επενδυτικές τράπεζες και hedge funds που έχουν τιτλοποιήσει τα δάνεια της αγοράς αυτής, κορυφώνονται. Η είδηση τα ξημερώματα από την Αυστραλία ότι η τράπεζα Macquarie αντιμετωπίζει τεράστιες απώλειες σε δύο δικά της funds, πυροδότησε τις ανησυχίες σε ολόκληρη την Ασία. Ηδη παρόμοια προβλήματα είχαν ανακοινώσει πριν από λίγες εβδομάδες δύο ακόμη funds της Αυστραλίας. Η μετοχή της Macquarie έπεσε χτες 10%. Επίσης, προχτές το βράδυ, η ανακοίνωση από την εταιρεία American Home Mortgage Investment Corp., ότι δεν θα χορηγεί πλέον στεγαστικά δάνεια και ότι ενδεχομένως να ρευστοποιήσει περιουσιακά της στοιχεία, επανέφερε στο προσκήνιο τις ανησυχίες. H American Home χρηματοδοτούσε υψηλής ποιότητας στεγαστικά δάνεια και δεν ήταν εκτεθειμένη στα χαμηλής φερεγγυότητας στεγαστικά της subprime αγοράς. Η μετοχή της έχει καταρρεύσει από τα 36,36 δολάρια του περασμένου Δεκεμβρίου, στα 1,04 δολάρια. Οι κίνδυνοι που απορρέουν γενικώς από την επιδείνωση της κρίσης στην αγορά κατοικίας των ΗΠΑ, την χειρότερη των τελευταίων 16 ετών, εξακολουθούν να κυριαρχούν. Το ενδεχόμενο να πλήξουν τη διάθεση των καταναλωτών και τα κέρδη των επιχειρήσεων και να μολύνουν στο τέλος την αμερικανική οικονομία, είναι μεγάλο. Πάντως, η κυβέρνηση Μπους προσπαθεί να καθησυχάσει τις αμερικανικές αγορές. Ο υπουργός Οικονομικών Χένρι Πόλσον (επαναδια)βεβαίωσε για την «υγεία» της αμερικανικής οικονομίας και εξέφρασε την αισιοδοξία του για τις προοπτικές της. Η πτώση στην Ευρώπη ήταν ιδιαίτερα μεγάλη παρά την ισχυρή κερδοφορία που ανακοίνωσαν αρκετές τράπεζες. Στο χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης, ο δείκτης Xetra DAX-30 των blue chips έκλεισε με μεγάλη πτώση 110,21 μονάδων (-1,45%). Ούτε η μετοχή της Deutsche Bank σώθηκε, παρά την κερδοφορία κατά 31% δευτέρου τριμήνου που ανακοίνωσε η γερμανική τράπεζα. Οπως και στο χρηματιστήριο του Λονδίνου ο δείκτης των blue chips FTSE-100 έχασε 109,50 μονάδες (-1,72%). Στο Παρίσι, ο δείκτης CAC-40 έκλεισε με σημαντική πτώση 96,78 μονάδων (-1,68%). Η Σοφοκλέους υπέφερε με μικρότερη πτώση του FTSE-20 της τάξεως του 0,35% χάρις στην άνοδο των μετοχών της EFG Eurobank και της Πειραιώς. Η εικόνα ανάπτυξης της βιομηχανικής δραστηριότητας σε εθνικό επίπεδο στις HΠA τον μήνα Ιούνιο, ήταν αρκετή χθες για ανακουφίσει το δολάριο. Tα στοιχεία που ανακοίνωσε χτες το Institute of Supply Management (ISM) έδειξαν μεν υποχώρηση του κύριου δείκτη της βιομηχανικής δραστηριότητας, αλλά ο δείκτης ανήλθε στα επίπεδα των 53,8 μονάδων τον Ιούλιο. Oταν ο δείκτης του ISM ανέρχεται πάνω από τα επίπεδα των 50 μονάδων σημαίνει τη συνεχή ανάπτυξη της βιομηχανικής δραστηριότητας, ενώ όταν υποχωρεί κάτω από το όριο αυτό σημαίνει τη συρρίκνωσή της. Η ανάπτυξη του βιομηχανικού τομέα συνήθως προϊδεάζει καλές ειδήσεις για το σύνολο της αμερικανικής οικονομίας, επειδή οι ελπίδες στηρίζονται στις επιχειρηματικές επενδύσεις για να εξισορροπηθούν οι παρενέργειες από την έκρηξη της φούσκας στην αγορά κατοικίας. (Από την Εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 02/08/2007)