Το ρόλο και τη δυναμική της συνεργασίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας σε θέματα ασφάλειας και ενέργειας συζήτησαν ακαδημαϊκοί, ερευνητές και διπλωμάτες σε εκδήλωση που διοργάνωσε το Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) στο πλαίσιο συμμετοχής του στο ερευνητικό πρόγραμμα FEUTURE.

“Η ΕΕ θέλει μία ισχυρή και ευημερούσα Τουρκία και πάνω σ’ αυτό εργαζόμαστε”, τόνισε ο Επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Αθήνα Γιώργος Μαρκοπουλιώτης κατά τον εναρκτήριο χαιρετισμό του, στην εκδήλωση που διοργανώθηκε την Πέμπτη, στο πλαίσιο του προγράμματος: «Το Μέλλον των Σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας: Σκιαγράφηση Δυναμικής και Έλεγχος Σεναρίων»- FEUTURE (www.feuture.eu) το οποίο χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Η2020).

Για την «ιδιαίτερα πολύπλοκη εικόνα των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας όταν εξετάζονται στην ολότητά τους», μίλησε η επικ. Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αιγαίου και επικεφαλής του Προγράμματος Σλαβικών και Ευρασιατικών Σπουδών του ΕΛΙΑΜΕΠ Παναγιώτα Μανώλη, διευκρινίζοντας ότι ναι μεν «σήμερα στο πολιτικό πεδίο η σχέση ΕΕ-Τουρκίας βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλό επίπεδο, αλλά όταν εστιάσει κάποιος στις επιμέρους διαστάσεις των ευρω-τουρκικών σχέσεων, η εικόνα αλλάζει».

«Παρά τα πολιτικά προβλήματα», συνέχισε, «υπάρχει μια συνεχής σύγκλιση σε επίπεδο οικονομικών συναλλαγών και ροών γνώσης. Εξάλλου σε πολλά θέματα όπως η μετανάστευση, η ενέργεια και ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας, η ΕΕ και η Τουρκία δεν βλέπουν ανταγωνιστικά η μία την άλλη, αλλά συγκλίνουν στη βάση αμοιβαίων συμφερόντων και αναγκών». Καταλήγοντας είπε ότι «οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας έως το 2023 θα εμφανίζουν συγκρουσιακές τάσεις χωρίς βεβαίως να αποκλείεται η ad hoc συνεργασία”.

Στο ερώτημα εάν “εξακολουθεί η ασφάλεια να οδηγεί τις σχέσεις ΕΕ- Τουρκίας” επιχείρησαν να απαντήσουν ο Γενικός Διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ, Δρ. Θάνος Ντόκος, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Παναγιώτης Τσάκωνας και ο αναπλ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Bilkent, Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης.

“Είναι αλήθεια πως οι σχέσεις ΕΕ και Τουρκίας βρίσκονται σε τέλμα. Θα πρέπει ωστόσο ή να συνεχίσουμε να παριστάνουμε πως προχωρά η ενταξιακή διαδικασία ή θα πρέπει να βρούμε νέους τρόπους συνεργασίας και να εστιάσουμε σε όσα μας ενώνουν”, είπε ο κ. Ντόκος και συμπλήρωσε: “Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και να λαμβάνουμε υπ’όψιν τις πραγματικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας”.

Στις εναλλακτικές μορφές πολιτικής δράσης - σε θεσμικό και οικονομικό επίπεδο - στις οποίες θα μπορούσε να εστιάσει η ΕΕ στην προσπάθειά της να δημιουργήσει καινούργια πεδία σύγκλισης συμφερόντων με την Τουρκία αναφέρθηκε ο Π. Τσάκωνας, ενώ γύρω από τον σημαίνοντα ρόλο που μπορεί να έχουν τα θέματα μετανάστευσης αλλά και τα ζητήματα “ήπιας ασφάλειας” στην πορεία των ευρωτουρκικών σχέσεων μίλησε ο Ι. Γρηγοριάδης.

Στο ερώτημα “Πως η ενέργεια τροφοδοτεί την αλληλεξάρτηση ΕΕ- Τουρκίας;” κατέθεσαν τις απόψεις και τα σχόλιά τους, ο επικ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας και ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ Θεόδωρος Τσακίρης, ο ειδικός σε θέματα ενέργειας και μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ Δρ Μιχάλης Μυριάνθης και ο διπλωματικός συντάκτης στην εφημερίδα Το Βήμα Άγγελος Αθανασόπουλος.

Σύμφωνα με τον κ. Τσακίρη, αν και η ενέργεια αποτελεί -τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο- ένα πεδίο σύγκλισης μεταξύ των δύο πλευρών υπό προϋποθέσεις, ιδιαίτερα όσον αφορά το μέλλον του Νοτίου Διαδρόμου, η συγκρουσιακή δυναμική ελλοχεύει (αναφορικά με τις προτεραιότητες ενεργειακής ασφάλειας ή την εκμετάλλευση νέων κοιτασμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο). Ο Δρ Μ. Μυριάνθης συμφώνησε ότι η ενέργεια δημιουργεί σχέσεις αλληλεξάρτησης μεταξύ των δύο μερών, ωστόσο τόνισε τη σημασία που έχει η εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου και του διεθνούς δικαίου ως βάση της συνεργασίας.

Χαιρετισμό απηύθυνε εκ μέρους του προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και τ. υφυπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Αμανατίδης.