Δημοσιεύουμε σήμερα ένα βαρυσήμαντο άρθρο του κου Χρήστου Παπουτσή, Βουλευτή ΠΑΣΟΚ Α Αθήνας, Μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου και του Κοινοβουλευτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ Για την Ενέργεια με θέμα τη θέση της χώρας μας στο νέο ενεργειακό τοπίο που τώρα δημιουργείται. Να σημειώσουμε ότι ο κος Χρήστος Παπουτσής διετέλεσε Επίτροπος Ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (1994-1999) και είναι συντονιστής στο ΠΑΣΟΚ για θέματα Ενέργειας. "Διανύουμε μια περίοδο που συνεχώς ενισχύεται η γεωοικονομική λογική. Η ενέργεια αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, τη βάση της παγκόσμιας οικονομίας. Αποτελεί τη βάση της παγκόσμιας ανάπτυξης αλλά και της κοινωνικής ευημερίας. Η ενεργειακή πολιτική αποτελεί, στις μέρες μας, μια σημαντική παράμετρο της εξωτερικής πολιτικής, αλλά και της πολιτικής ασφάλειας όλων των κρατών. Τα τελευταία χρόνια, πραγματοποιείται σε διεθνές επίπεδο, μια σημαντική ανακατανομή και αναδιοργάνωση των ενεργειακών πόρων, με μακροπρόθεσμες στρατηγικές, οικονομικές αλλά και κοινωνικές συνέπειες. Δημιουργούνται νέοι ενεργειακοί πόλοι. Η ευρύτερη παρευξείνεια περιοχή, η υπερ-Καυκασία και η Κεντρική Ασία. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει αβεβαιότητα για τη δυνατότητα κάλυψης των μελλοντικών αναγκών της παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης. Κι αυτή η αβεβαιότητα έχει σαν αποτέλεσμα την ένταση των προσπαθειών για τον έλεγχο των υφιστάμενων, αλλά και των νέων κοιτασμάτων. Για τον έλεγχο των οδών μεταφοράς τους. Για τον έλεγχο και την επιρροή τους στην εμπορική αλυσίδα διακίνησης. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι προφανείς οι πολιτικές και οικονομικές παράμετροι της ενεργειακής συνεργασίας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, στην περιοχή της Βαλκανικής, αναμένονται επενδύσεις 25 δισ. ευρώ στον τομέα της ενέργειας για τα επόμενα 15 χρόνια. Γεγονός που επηρεάζει τους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς και τις διπλωματικές κινήσεις. Αλλά βεβαίως επηρεάζει σημαντικά και τις επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και τους επιχειρηματικούς προσανατολισμούς. Η σημασία του αγωγού Μπουργκάς - Αλεξανδρούπολη, ως της τελικής, αν και όχι της μοναδικής, εξόδου των πετρελαίων της Κασπίας στη Μεσόγειο, είναι πλέον αναγνωρισμένη, καθώς θα αποτελεί τμήμα ενός πολυεθνικού διηπειρωτικού δικτύου μεταφοράς πετρελαίου. Όπως, επίσης, είναι αναγνωρισμένα και τα άλλα μεγάλα έργα. Είναι αναγνωρισμένη η αξία των δύο μεγάλων έργων μεταφοράς φυσικού αερίου από την Κεντρική Ασία στις αγορές της Δυτικής Ευρώπης. Η διασύνδεση δηλαδή Τουρκίας - Ελλάδας - Ιταλίας, αλλά και ο αγωγός Nabucco που, ξεκινώντας από την Τουρκία, θα διέρχεται από τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και την Ουγγαρία για να καταλήγει στην Αυστρία. Και το ενεργειακό ενδιαφέρον για την περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και ιδιαίτερα για τη χώρα μας συνεχώς μεγαλώνει. Πρόσφατο παράδειγμα, η ρωσοϊταλική συμφωνία για αγωγό φυσικού αερίου, τον αγωγό Σάουθ Στριμ, για τον οποίο ανακοινώθηκε, πριν από περίπου ένα μήνα, η συμφωνία να διερευνηθεί και να μελετηθεί η δυνατότητα να διέρχεται ένα τμήμα του και από την Ελλάδα. Οι αλληλεπιδράσεις, που αναπτύσσονται από την Ν.Α. Ευρώπη, μέχρι τις χώρες της Κασπίας και της Μέσης Ανατολής, είναι έντονες. Κι οι μεγάλοι ενεργειακοί πρωταγωνιστές, οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Ευρωπαϊκή Ένωση, επιχειρούν να διασφαλίσουν το μεγαλύτερο μερίδιο πολιτικής και οικονομικής επιρροής και ισχύος στους ενεργειακούς σχεδιασμούς, για την ανάπτυξη των δικτύων, τη διαχείριση των αγωγών μεταφοράς, αλλά και τη λειτουργία των αγορών. Στις συνθήκες αυτές, τα ζητήματα της ομαλής λειτουργίας της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς και της ασφάλειας εφοδιασμού συναρτώνται με τη διαφοροποίηση των πηγών. Η Ρωσία είναι αναμφισβήτητα ένας ισχυρός εταίρος της Ένωσης. Δεν πρέπει να είναι όμως ο αποκλειστικός προμηθευτής. Η εταιρική ενεργειακή σχέση Ε.Ε.- Ρωσίας είναι ζωτικής σημασίας για όλους. Μια σχέση, η οποία θα πρέπει να βασίζεται στην αναγνώριση της αλληλεξάρτησης, της εγγύησης των επενδύσεων και της αμοιβαιότητας, όσον αφορά στην πρόσβαση στις αγορές και τις υποδομές. Στο πλαίσιο αυτό, έχει ιδιαίτερη σημασία η ενθάρρυνση της κατασκευής αγωγών μεταφοράς φυσικού αερίου από την Κασπία και τη Μέση Ανατολή. Ιδιαίτερη σημασία έχει και η δημιουργία σταθμών αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου. Οι πολιτικές πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της περιόδου του 1996, για την περιφερειακή ενεργειακή συνεργασία, αποτέλεσαν μια καλά δομημένη αφετηρία διμερών και πολυμερών διαβουλεύσεων. Είναι κρίμα που δεν κατέληξαν στη δημιουργία μιας περιφερειακής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και σε ένα διαβαλκανικό δίκτυο υπόγειων αποθηκών φυσικού αερίου, δύο ιδέες που προωθούσαμε εκείνη την περίοδο. Αλλά οπωσδήποτε είναι θετικό το αποτέλεσμα, η υπογραφή της Συνθήκης για τη συγκρότηση της Ενεργειακής Κοινότητας μεταξύ της Ε.Ε. και των χωρών της Ν.Α. Ευρώπης, που δεν είναι μέλη της Ε.Ε. Η ενεργειακή κοινότητα της Νοτιοανατολικής Ευρώπης θα μπορούσε να αποτελέσει παράδειγμα συνεργασίας της Ευρώπης των 27 κρατών-μελών με γειτονικά κράτη, με κανόνες διαφάνειας στην αγορά, στις επενδύσεις, στην ανάπτυξη. Με επάρκεια και ασφάλεια στον ενεργειακό εφοδιασμό και τη διαχείριση της ζήτησης. Με χρηματοοικονομική υποστήριξη περιβαλλοντικών σχεδίων κοινού ενδιαφέροντος. Με την αξιοποίηση της σύγχρονης ευρωπαϊκής πολιτικής γειτονίας, μια πολιτική νέα για την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά μια πολιτική που περιλαμβάνει την ενέργεια ως δυναμική συνιστώσα της πολιτικής της Ένωσης στα Δυτικά Βαλκάνια. Και είναι ακριβώς αυτό το πλαίσιο που θα επιτρέψει στο μέλλον την προοδευτική διασύνδεση των ενεργειακών αγορών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, της Κασπίας και της Μαύρης Θάλασσας, με την εσωτερική αγορά ενέργειας της Ε.Ε. Για την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ελλάδα παραμένει βεβαίως εξαιρετικής σημασίας η εταιρική σχέση με την Τουρκία. Μία χώρα η οποία, εκ της θέσεως, του μεγέθους και του ρόλου της, έχει μεγάλη γεωστρατηγική σημασία. Με την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι η Τουρκία θα σέβεται και δεν θα αμφισβητεί τα κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών - μελών της Ένωσης. Ιδιαίτερα της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όπως επίσης, με την προϋπόθεση ότι η Τουρκία θα πρέπει να σέβεται το κοινοτικό κεκτημένο, τμήμα του οποίου αποτελεί η διεθνής σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας, με βάση την οποία ορίζεται η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Και η οποία προσδιορίζει, με τη σειρά της, το πεδίο των ερευνών της ανόρυξης των ενεργειακών κοιτασμάτων για κάθε κράτος που σέβεται τη διεθνή έννομη τάξη. Παράλληλα, η συνεργασία στον τομέα της ενέργειας και η κατασκευή έργων υποδομών, αγωγών και δικτύων, είναι βέβαιο ότι θα παράγουν διαρκώς πολιτικό αποτέλεσμα. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας, ιδιαίτερα στην περιοχή μας, σε αυτή την πολλαπλώς δοκιμασμένη περιοχή των Βαλκανίων, είναι στην πραγματικότητα, επενδύσεις στην ειρήνη και την οικονομική συνεργασία των λαών. Στο διεθνές πλαίσιο που περιγράψαμε στο πρώτο μέρος του άρθρου χθες, εμείς στο ΠΑΣΟΚ διαμορφώνουμε τη πολιτική μας και τις στρατηγικές μας επιλογές για τον τομέα της ενέργειας. Η ασφάλεια και διαφοροποίηση των πηγών εφοδιασμού της χώρας σε ενέργεια, η ορθολογική εκμετάλλευση του εγχώριου ενεργειακού δυναμικού, ο σεβασμός προς το περιβάλλον, η συμβολή στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, η ουσιαστική συμμετοχή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, η προώθηση καθαρών τεχνολογιών για την παραγωγή ενέργειας από συμβατικά καύσιμα, η ενίσχυση των ενεργειακών διασυνδέσεων, η εξυγίανση της λειτουργίας της αγοράς ενέργειας προς όφελος των καταναλωτών, η εξωστρέφεια της ενεργειακής βιομηχανίας ιδιαίτερα προς την εσωτερική αγορά της Ε.Ε. και τις διαμορφούμενες αγορές της Ν.Α. Ευρώπης, του Εύξεινου Πόντου, της Κασπίας και της Μεσογείου διαμορφώνουν το κεντρικό πλαίσιο της ενεργειακής μας πολιτικής και τον μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό που έχει ανάγκη η χώρα. Η απελευθέρωση της εσωτερικής αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας της Ε.Ε. διαμορφώνει ένα νέο πλαίσιο λειτουργίας της ελληνικής αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ιδιαίτερα μετά την ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στην Ε.Ε. καθώς την ενσωματώνει στη μεγάλη αγορά της Ε.Ε. Στις νέες συνθήκες τα θέματα της ασφάλειας και της ποιότητας της τροφοδοσίας καθώς και των τιμολογίων της ελληνικής αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας θα εξαρτώνται διαρκώς από τις εξελίξεις στις όμορες αγορές οι οποίες θα πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπ όψη, στους εθνικούς σχεδιασμούς. Το μείγμα των χρησιμοποιούμενων καυσίμων σε συνδυασμό με τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις και την ανάγκη συμβολής στην αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών θα παίξει σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση κερδοσκοπικών πιέσεων στη διαμόρφωση των τιμολογίων. Η εγκατάσταση νέων μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε συνδυασμό με την ορθολογική ανάπτυξη και διαχείριση των ενεργειακών διασυνδέσεων και τη συμμετοχή ελληνικών εταιρειών παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας σε μονάδες παραγωγής σε γειτονικές χώρες, ιδιαίτερα της Ν.Α. Ευρώπης, θα αποτελέσουν τους βασικούς κατευθυντήριους άξονες πολιτικής στην Ηλεκτρική Ενέργεια. Ιδιαίτερα σημαντικά αναδεικνύονται τα θέματα της Ρύθμισης της Αγοράς και της διαχείρισης των δικτύων μεταφοράς, πεδία όπου σήμερα εμφανίζονται στρεβλώσεις. Τόσο στη διαμόρφωση του μείγματος των χρησιμοποιούμενων καυσίμων όσο και στο καθεστώς επιδοτήσεων. Στρεβλώσεις οι οποίες οδηγούν σε επιβάρυνση των καταναλωτών και των φορολογούμενων. Και θα χρειασθεί ειδική και συστηματική πρόνοια για την άρση των δυσμενών επιπτώσεων που διαμορφώνει εις βάρος τους η ασκούμενη πολιτική. Θέλω, επίσης, να τονίσω για μια ακόμη φορά ότι για την Ευρωπαϊκή ένωση το γράμμα και το πνεύμα του κοινοτικού κεκτημένου, απελευθέρωση της αγοράς δεν σημαίνει υποχρεωτικά ιδιωτικοποίηση των πάντων. Ιδιαίτερα μάλιστα για τον εξαιρετικής σημασίας για κάθε κράτος τομέα της ενέργειας, η απελευθέρωση της αγοράς βασίζεται σε δύο ισχυρούς και αλληλοϋποστηριζόμενους πυλώνες. Τον σεβασμό των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού και την προστασία του δημοσίου συμφέροντος. Σ αυτό το πλαίσιο, οι δημόσιες επιχειρήσεις στον τομέα της ενέργειας έχουν τον δικό τους ρόλο, ένα ρόλο στρατηγικής σημασίας για την οικονομία. Και υπάρχει η υποχρέωση της πολιτείας από την μια πλευρά να υποστηρίζει τον εκσυγχρονισμό και την ενδυνάμωση των δημόσιων επιχειρήσεων έτσι ώστε να αξιοποιούν την θέση τους στην αγορά μέσα σε ένα υγιές και αυστηρά ανταγωνιστικό περιβάλλον. Από την άλλη, η πολιτεία πρέπει να προσφέρει ένα σταθερό και ασφαλές πλαίσιο για επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα σε όλες τις μορφές επιχειρηματικής συνεργασίας. Αλλά με την προϋπόθεση και την εγγύηση ότι αναλαμβάνουν πλήρως τις ευθύνες απέναντι στην κοινωνία για την προσφορά υπηρεσιών δημοσίου συμφέροντος. Ασάφειες, σκόπιμη σύγχυση και μεθοδευμένες παρερμηνείες γύρω από το άνοιγμα της αγοράς φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού, γύρω από τον χαρακτήρα των δημοσίων επιχειρήσεων του τομέα της ενέργειας, υπηρετούν άλλους στόχους και άλλες επιδιώξεις. Όχι, όμως το δημόσιο συμφέρον και την ισόρροπη ανάπτυξη σε μια δίκαιη κοινωνία. Στον τομέα του πετρελαίου η κεντρική πρόσκληση είναι η εξυγίανση της λειτουργίας της ελληνικής αγοράς πετρελαίου από το έλλειμμα ανταγωνισμού που εμφανίζεται έντονα. Είναι η αντιμετώπιση των εναρμονισμένων πρακτικών που εμφανίζονται σε ολόκληρο το κύκλωμα του πετρελαίου με την αποτελεσματική ενεργοποίηση και εξυγίανση των αρμόδιων ανεξάρτητων αρχών και υπηρεσιών. Είναι η διαχείριση των εθνικών αποθεμάτων ασφαλείας ως εγγύηση επάρκειας και απρόσκοπτης τροφοδοσίας καυσίμων. Είναι η απόκτηση αποθηκευτικών χώρων ώστε να δίνεται η δυνατότητα εισαγωγής προϊόντων σε ανταγωνιστικές τιμές και πρόσβαση τους σε πιστοποιημένους αποθηκευτικούς χώρους καυσίμων του Δημοσίου και των εταιριών διύλισης-εμπορίας. Είναι η κατασκευή αγωγών για τη μείωση του κόστους μεταφοράς. Είναι οι επενδύσεις εκσυγχρονισμού των διυλιστηρίων για τη συνεχή βελτίωση της ποιότητας των καυσίμων. Είναι η αποφασιστική υλοποίηση μιας πλήρους δέσμης μέτρων για τη ριζική αντιμετώπιση της νοθείας και λαθρεμπορίας καυσίμων σε κάθε περιφέρεια της χώρας. Χωρίς αμφιβολία, την τελευταία δεκαετία αναβαθμίζεται διαρκώς ο ρόλος της Ελλάδας στους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς της περιοχής της Ν. Α. Ευρώπης. Η Ελλάδα προσφέρεται για πολύπλευρες διακρατικές και επιχειρηματικές συνεργασίες καθώς διαθέτει τεχνογνωσία, υψηλού επιπέδου επιστημονική υποστήριξη, στον οικονομικό, στον τεχνικό και το τραπεζικό τομέα. Η Ελλάδα έχει την ισχυρότερη οικονομία στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και μεγάλη εμπειρία στον ενεργειακό τομέα, με αξιόλογο επιστημονικό δυναμικό, με τα πανεπιστήμιά μας, τα οποία προσανατολίζονται στην οικονομία της ενέργειας, με ισχυρή βιομηχανία διύλισης, και πάνω απ όλα, με την ισχυρότερη ναυτιλία στον κόσμο. Κι ακόμη η Ελλάδα διαθέτει ένα ισχυρό και σύγχρονο τομέα τηλεπικοινωνιών που στην εποχή μας αλλά και στο μέλλον θα συνεργάζεται στενά με τον τομέα της ενέργειας".