Το διεθνές καρτέλ και οι Αμερικανοί παραγωγοί σχιστολιθικού πετρελαίου θεωρούνταν ανταγωνιστές από τα μέσα του 2014, όταν οι τιμές του αργού άρχισαν να καταρρέουν από το ζενίθ των 115 δολαρίων το βαρέλι.
Την περίοδο εκείνη, ο υπουργός Ενέργειας της Σαουδικής Αραβίας, Αλί Αλ-Ναΐμι πρωταγωνιστούσε στην άρνηση του OPEC να μειώσει την παραγωγή του, με στόχο να εξοστρακίσει από την αγορά τους παραγωγούς του υψηλού κόστους σχιστολιθικού πετρελαίου.
Μετά την κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου, τον Ιανουάριο του 2016, το καρτέλ συντάχθηκε με την Ρωσία, τον Δεκέμβριο του ιδίου έτους, προκειμένου να μειώσει, συλλογικά, τα επίπεδα παραγωγής, ούτως ώστε να ψαλιδίσουν την παγκόσμια προσφορά, γεγονός που είχε ως άμεσο αποτέλεσμα την ανάκαμψη των τιμών.
«Ο ΟΠΕΚ παρείχε μια σπουδαία υπηρεσία. Οι αποφάσεις που έλαβε ο Οργανισμός, από κοινού με τους εταίρους μας που δεν είναι μέλη του, διέσωσαν κυριολεκτικά τη βιομηχανία από το ενδεχόμενο μιας πλήρους κατάρρευσης», δήλωσε ο κ. Μπαρκίντο στο CNBC, στο περιθώριο συνεδρίου που πραγματοποιήθηκε στο Ριάντ.
Η κατάρρευση των τιμών επέφερε δεινό πλήγμα στον αμερικανικό πετρελαϊκό τομέα, που απώλεσε 250 δισ. δολάρια σε επενδύσεις. Ωστόσο, χάρη στο σύμφωνο που υπέγραψαν ΟPEC και Ρωσία, οι τιμές ανέκαμψαν σταδιακά και οι παραγωγοί πετρελαίου από σχιστολιθικά πετρώματα των ΗΠΑ, κατάφεραν να επιστρέψουν στην αγορά.
Ο κ. Μπαρκίντο εξήγησε ότι καμία πλευρά δεν ήταν προστατευμένη από τις επιπτώσεις που επέφερε η κατάρρευση των τιμών.
Περισσότερες από 100 αμερικανικές εταιρείες κατέφυγαν στις πρόνοιες της πτωχευτικής νομοθεσίας εκείνη την περίοδο, με όλες τις αρνητικές συνέπειες που είχε κάτι τέτοιο για τη βιομηχανία, σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία το ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης βρισκόταν σε φάση ανισορροπίας που δεν είχε προηγούμενο.
Αν και οι εταιρείες παραγωγής πετρελαίου από σχιστόλιθο, στις ΗΠΑ, προσαρμόστηκαν στο νέο περιβάλλον με τις χαμηλές τιμές, υιοθετώντας νέες τεχνολογίες και μέτρα περικοπής του λειτουργικού κόστους τους, επωφελήθηκαν, με τη σειρά τους, από την ανάκαμψη των τιμών του πετρελαίου.
«Μπορείτε να ερωτήσετε τους παραγωγούς στις σχιστολιθικές λεκάνες των ΗΠΑ, αν έχουν επωφεληθεί από τις δράσεις που αναλάβαμε όλα αυτά τα χρόνια», τόνισε εμφατικά ο κ. Μπαρκίντο.
Από την άλλη, αυτό που έκανε το αμερικανικό σχιστολιθικό πετρέλαιο ήταν να συνεχίσει να τροφοδοτεί την παγκόσμια αγορά όταν, την πιο κρίσιμη περίοδο, οι παραδοσιακοί παραγωγοί πετρελαίου, όπως τα μέλη του ΟPEC και η Ρωσία, μείωναν ραγδαία τα επίπεδα παραγωγής τους.
«Δίχως την επανάσταση του σχιστόλιθου, στις ΗΠΑ, ο κόσμος θα αντιμετώπιζε τη ζοφερή προοπτική ενός μείζονος ενεργειακού χάους», υπογράμμισε ο κ. Μπαρκίντο και πρόσθεσε:
«Χάρη σε αυτή την επανάσταση κατορθώσαμε να διατηρήσουμε επαρκώς τον εφοδιασμό της αγοράς και να ανταποκριθούμε στην τρέχουσα ζήτηση. Αυτό που χρειάζεται τώρα είναι να συνεχίσουμε τη σχέση μας με τους παραγωγούς εκτός ΟPEC, προκειμένου να διαφυλάξουμε την εύθραυστη σταθερότητα που μπορέσαμε να πετύχουμε».
Οι διαταραγμένες σχέσεις ανάμεσα στο διεθνές καρτέλ και τους αμερικανούς παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου αποκαταστάθηκαν τον Μάρτιο του 2017, όταν ο Μοχάμαντ Μπαρκίντο επιβεβαίωσε ότι είχε συνομιλήσει με τους εκπροσώπους ορισμένων αμερικανικών εταιρειών του κλάδου, στο Χιούστον του Τέξας, όπου πραγματοποιήθηκε η παγκόσμια διάσκεψη για την ενέργεια, CERAWeek 2017.
Ο γενικός γραμματέας του Οργανισμού Πετρελαιοπαραγωγών Κρατών αρνήθηκε ότι υπήρξε ανταγωνισμός ανάμεσα στις δύο πλευρές, λέγοντας ότι «εμείς, στον ΟPEC, δεν είχαμε ποτέ πόλεμο με τους παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου των ΗΠΑ» και προσέθεσε ότι οι Αμερικανοί παραγωγοί μοιράστηκαν τις εμπειρίες που απέκτησαν, στο πώς να μειώνουν το κόστος και να αυξάνουν την αποδοτικότητά τους.
Με τη λήψη μέτρων μείωσης του κόστους και επιτυγχάνοντας υψηλότερο βαθμό αποδοτικότητας, η αύξηση της προσφοράς πετρελαίου από τους Αμερικανούς παραγωγούς έφθασε σε τέτοιο σημείο, ώστε οι ΗΠΑ να ανακηρυχτούν, τον περασμένο Νοέμβριο, ως ο μεγαλύτερος παραγωγός αργού πετρελαίου στον κόσμο.
Καθώς επέστρεψε, όμως, ο «εφιάλτης» της πλεονάζουσας προσφοράς και των χαμηλών τιμών, το 2018, ο ΟPEC και η Ρωσία συνήψαν μια δεύτερη συμφωνία, στις 7 του περασμένου Δεκέμβρη, με την οποία δεσμεύτηκαν να προβούν σε μείωση της προσφοράς αργού για το πρώτο εξάμηνο του έτους που διανύουμε.
Σε περίπτωση, όμως, που διατηρηθούν οι συνθήκες υπερπροσφοράς, πέραν της όποιας αύξησης καταγράψει η παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ, ο κίνδυνος, ο ΟPEC και οι χώρες εκτός του καρτέλ, να προβούν σε νέα περικοπή της παραγωγής τους, θα ενισχυθεί το δεύτερο εξάμηνο του 2019.
Εν τω μεταξύ, αύξηση της ζήτησης πετρελαίου και μείωση του οριακού κόστους παραγωγής διαβλέπει η Goldman Sachs για το προσεχές μέλλον. Σύμφωνα με έκθεση του επενδυτικού οίκου, μετά την ανάκαμψή τους από τα χαμηλά του περασμένου Δεκεμβρίου, οι τιμές της ποικιλίας Brent, που θεωρείται ως το διεθνές benchmark, σταθεροποιήθηκαν στο εύρος διακύμανσης, πέριξ των 65 δολαρίων το βαρέλι.
Επίσης, αναμένεται μια μέση αύξηση της ζήτησης πετρελαίου κατά 1,4 εκατ. βαρέλια ημερησίως, για το 2019, όπως αυτό τεκμαίρεται από τις τελευταίες ισχυρές ενδείξεις που παρατηρήθηκαν στα στοιχεία για τον Ιανουάριο.
O επενδυτικός οίκος αναμένει μείωση του οριακού κόστους παραγωγής στο δεύτερο μισό του 2019, καθώς η σχιστολιθική λεκάνη Permian, στις νοτιοδυτικές ΗΠΑ, εισέρχεται στο παιχνίδι, οι παραγωγοί χαμηλού κόστους του OPEC + αυξάνουν αλληλοδιαδόχως την παραγωγή τους, ενώ αναμένεται να ξεκινήσουν και τα έργα που καθυστέρησαν να υλοποιηθούν από τις χώρες εκτός του καρτέλ.
Τέλος, η Goldman Sachs προβλέπει ότι η μείωση του κόστους παραγωγής, κατά το β’ τρίμηνο του 2019, θα οδηγήσει τις τιμές στην περιοχή των 60 δολαρίων ανά βαρέλι, έως τα τέλη του έτους, παρά τις αρχικές εκτιμήσεις για διαμόρφωσή τους εγγύς των 67,5 δολαρίων.