Του Μιχάλη Καϊταντζίδη
ΣΤΟΝ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟ, Κώστα Καραμανλή, και στην Πρόεδρο της Βουλής, Αννα Ψαρούδα Μπενάκη, παρέδωσε την περασμένη Πέμπτη ο υπουργός Ανάπτυξης, Δημ. Σιούφας, την έκθεση για τον ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας από το 2008 μέχρι το 2020. Το κείμενο αποτελεί μια πρώτη καταγραφή των αναγκών που θα αντιμετωπίσει η χώρα κατά το διάστημα αυτό και των τρόπων που θα καλυφθούν οι ενεργειακές ανάγκες. Η ολοκλήρωση της έκθεσης, πάντως, αναμένεται στο τέλος του χρόνου, οπότε και θα δοθεί σε δημόσια διαβούλευση, προκειμένου να εκφράσουν τις απόψεις τους τα κόμματα και οι παραγωγικοί φορείς, σύμφωνα με χθεσινές δηλώσεις του υπουργού Ανάπτυξης. Ο κ. Σιούφας τόνισε ότι, με βάση την έκθεση αυτή, αλλά και την ενεργειακή πολιτική την οποία ακολουθεί η κυβέρνηση, επιδιώκεται η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, η προστασία του περιβάλλοντος και, συγχρόνως, να προβληθούν οι δυνατότητες εκείνες, που θα καταστήσουν ακόμα παραγωγικότερη και ανταγωνιστικότερη την οικονομία της χώρας. Μετά το 2012, η Ελλάδα μπορεί να συγκρατήσει τις εκπομπές αερίων ρύπων από τον τομέα της ενέργειας στα επίπεδα του μέσου όρου της πενταετίας 2008-2012 και, παράλληλα, να εμπλουτίσει το ενεργειακό της ισοζύγιο με 12% συμμετοχή των ΑΠΕ (29% της ηλεκτροπαραγωγής) και σημαντική διείσδυση της Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας, επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα υψηλό ποσοστό Εξοικονόμησης Ενέργειας. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα της έκθεσης για τον ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας από το 2008 μέχρι το 2020, την οποία παρέδωσε χθες ο υπουργός Ανάπτυξης, Δημήτρης Σιούφας, στον πρωθυπουργό. Η έκθεση, αφού παρουσιάζει την τρέχουσα κατάσταση από πλευράς υποδομής και νομοθετικών παρεμβάσεων σε ό,τι αφορά την πρωτογενή κατανάλωση ενέργειας και στην παραγωγή ηλεκτρισμού, επεξεργάζεται 3 σενάρια, προσομοιώνοντας το ελληνικό ενεργειακό σύστημα στο σύστημα ΜΑRKAL. Το τελευταίο μέρος της έκθεσης, που αφορά στα σενάρια εξέλιξης του ενεργειακού συστήματος, αναφέρονται τα εξής, σχετικά με τα σενάρια εξέλιξης του ελληνικού ενεργειακού συστήματος, εν όψει της νέας ευρωπαϊκής πολιτικής: Προσομοίωση MARKAL Το MARKAL είναι ένα μοντέλο προσομοίωσης-βελτιστοποίησης της αγοράς ενέργειας, που χρησιμοποιείται σήμερα από 40 χώρες. Αναπτύσσεται και εξελίσσεται συνεχώς στο πλαίσιο του Energy Technology Systems Analysis Programme (ETSAP) του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, στο οποίο συμμετέχει και η Ελλάδα. Το μοντέλο MARKAL οδηγείται από τη ζήτηση χρήσιμης ενέργειας, η πρόβλεψη της οποίας γίνεται εξωγενώς. Θεωρώντας την εξέλιξη της ζήτησης χρήσιμης ενέργειας (π.χ. θέρμανση-ψύξη χώρων, φωτισμός κ.λπ.) ως στοιχείο εισόδου και συνδυάζοντάς τη με την εξέλιξη των τεχνικοοικονομικών στοιχείων των ενεργειακών τεχνολογιών στο χρονικό ορίζοντα επίλυσης, το μοντέλο βελτιστοποιεί το συνδυασμό τεχνολογιών και καυσίμων που εξυπηρετεί τη ζήτηση ενέργειας και ικανοποιεί ταυτόχρονα τους στόχους ενεργειακής πολιτικής (εκπομπές αερίων ρύπων, εξοικονόμηση ενέργειας, κ.λπ.). Η «λύση» για κάθε σενάριο που εξετάζεται προκύπτει από την ελαχιστοποίηση του συνολικού κόστους του ενεργειακού συστήματος στο χρονικό ορίζοντα της επίλυσης. Το πλεονέκτημα του MARKAL έγκειται στο γεγονός ότι προσομοιώνει ολόκληρο τον ενεργειακό τομέα και ταυτόχρονα εξετάζονται, «ανταγωνίζονται» και «συνεργάζονται» μεταξύ τους όλες οι σήμερα αλλά και μελλοντικά διαθέσιμες ενεργειακές τεχνολογίες σε επίπεδο διάθεσης και τελικής κατανάλωσης ενέργειας. Το μοντέλο απαιτεί σαν δεδομένα εισόδου τη ζήτηση χρήσιμης ενέργειας, ανά τομέα οικονομικής δραστηριότητας και ανά τελική χρήση. Η ανάλυση αυτή είναι λεπτομερής και καθορίζεται από τη διαθεσιμότητα δεδομένων. Το ελληνικό ενεργειακό σύστημα προσομοιώθηκε στο μοντέλο MARKAL όσο το δυνατόν πιο αναλυτικά, οργανώνοντας τα υπάρχοντα ενεργειακά δεδομένα σε μορφή Ενεργειακού Συστήματος Αναφοράς. Το ηλεκτρικό μη συνδεδεμένο δίκτυο των νησιών με το διασυνδεδεμένο σύστημα της ηπειρωτικής χώρας προσομοιώθηκε με τη χρήση δύο ηλεκτρικών δικτύων με τις αντίστοιχες ζητήσεις ενέργειας. Οι υποθέσεις για την εξέλιξη ωφέλιμης ζήτησης ενέργειας, που εντάχθηκαν στο μοντέλο για το Ελληνικό Ενεργειακό Σύστημα, αναλύονται στο επόμενο κεφάλαιο. Εχει γίνει όσο ήταν δυνατόν μεγαλύτερη ανάλυση των διαφόρων κατηγοριών ωφέλιμης ζήτησης ενέργειας, ανά τομέα οικονομικής δραστηριότητας και χρήση. Καθεμία από αυτές τις κατηγορίες ζήτησης ωφέλιμης ενέργειας καλύπτεται από κάποιες εναλλακτικές τεχνολογίες, οι οποίες μπορεί να χρησιμοποιούν εναλλακτικά καύσιμα. Με τον τρόπο αυτόν, λαμβάνεται υπόψη ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις διάφορες τεχνολογίες αλλά και ανάμεσα στα διάφορα καύσιμα. Για τις τεχνολογίες κατανάλωσης, έχει χρησιμοποιηθεί η εκτεταμένη βάση δεδομένων MATTER του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, όπου για κάθε τεχνολογία υπάρχουν τα δεδομένα της χρονικής εξέλιξης της απόδοσης, του κόστους αλλά και του χρόνου ζωής της. Παραδοχές επίλυσης Στην παρούσα μελέτη έγιναν υποθέσεις σχετικά με την εξέλιξη των παραγόντων που επηρεάζουν τη ζήτηση ωφέλιμης ενέργειας σε κάθε τομέα δραστηριότητας και χρήση. Οι κύριοι παράγοντες είναι η εξέλιξη του πληθυσμού και η εξέλιξη του ΑΕΠ και του δείκτη οικονομικής δραστηριότητας του κάθε τομέα. Η εκτίμηση της εξέλιξης των δεικτών οικονομικής δραστηριότητας έχει γίνει από το μοντέλο GEM-E3, που είναι οικονομικό μοντέλο γενικής ισορροπίας και χρησιμοποιείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις προβλέψεις αυτές. Για το χρονικό ορίζοντα επίλυσης του μοντέλου, χρησιμοποιήθηκαν προβλέψεις των διεθνών τιμών του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και του άνθρακα. Για το πετρέλαιο υπάρχουν τρία εναλλακτικά σενάρια εξέλιξης τιμών, που παρουσιάζονται στο Σχήμα 4.2 και προέρχονται από το Department of Energy των ΗΠΑ. Χρησιμοποιήθηκαν αυτές οι τιμές γιατί είναι κάπως δυσμενέστερες από τις προβλέψεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) που παρουσιάζονται στο ίδιο σχήμα. Η τιμή του φυσικού αερίου είναι άμεσα συνδεδεμένη με την τιμή του πετρελαίου, ενώ η τιμή του άνθρακα αυξάνεται ελάχιστα στη χρονική περίοδο της μελέτης (Σχήμα 4.3). Ως κύρια δεδομένα εισόδου χρησιμοποιήθηκαν η ζήτηση χρήσιμης ενέργειας και τα εναλλακτικά σενάρια πολιτικής. Χρησιμοποιήθηκαν στατιστικά δεδομένα, καθώς και εκτιμήσεις ειδικών για την αναμενόμενη εξέλιξη του πληθυσμού, της βιομηχανικής δραστηριότητας, των μεταφορών και της δραστηριότητας του τριτογενούς τομέα, καθώς επίσης και εκτιμήσεις του κορεσμού της αγοράς για τεχνολογίες που διεισδύουν σήμερα (π.χ. κλιματισμός σε κατοικίες). Επίσης, χρησιμοποιήθηκαν αποτελέσματα του μοντέλου GEM-E3 για την εξέλιξη της βιομηχανικής δραστηριότητας, των μεταφορών και της δραστηριότητας του τριτογενούς τομέα. Περιορισμοί Αλλες παραδοχές και περιορισμοί που χρησιμοποιήθηκαν έχουν ως εξής: * Το ηλεκτρικό σύστημα της χώρας έχει προσομοιωθεί ως διασυνδεδεμένο και μη-συνδεδεμένα νησιά. Η εξέλιξη του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής έχει μελετηθεί επιπλέον με το μοντέλο WASP (μοντέλο προγραμματισμού του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής) και οι λύσεις που έχουν προκύψει έχουν χρησιμοποιηθεί για διόρθωση του μοντέλου MARKAL. Ο λόγος είναι ότι, με το μοντέλο WASP, ο προγραμματισμός του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής γίνεται, λαμβάνοντας υπόψη την αξιοπιστία του συστήματος. Στους Πίνακες 4.1 και 4.2, παρουσιάζεται η πρόβλεψη της ζήτησης ηλεκτρικής ισχύος και ενέργειας για το διασυνδεδεμένο σύστημα και στον πίνακα 4.3 τα ίδια μεγέθη για τα νησιωτικά συστήματα. Οι πίνακες 4.4 και 4.5 παρουσιάζουν τις αποσύρσεις και νέες εντάξεις που προγραμματίζει η ΔΕΗ. * Ενα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Ελληνικού Ενεργειακού Συστήματος είναι η εισαγωγή του φυσικού αερίου το 1997. Η χρήση του φυσικού αερίου στους διάφορους τομείς εξαρτάται από την ανάπτυξη του δικτύου διανομής και την αποδοχή του από τους καταναλωτές. Για να ληφθεί υπόψη αυτό το γεγονός, χρησιμοποιήθηκε μια πιθανή καμπύλη διείσδυσης, βασισμένη στην ανάλυση αγοράς που έγινε από τη ΔΕΠΑ και τις ΕΠΑ. Ετσι οι προβλέψεις αυτές χρησιμοποιήθηκαν ως άνω όρια της συνολικής κατανάλωσης φυσικού αερίου ανά τομέα. * Οι περιορισμοί εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις του Kyoto για τον ενεργειακό τομέα, χαρακτηρίζουν την ενεργειακή πολιτική των τελευταίων ετών και λαμβάνονται υπόψη στο μοντέλο. Ετσι, για την περίοδο 2008-2012, χρησιμοποιείται η εκτίμηση του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, σύμφωνα με το «σενάριο με πρόσθετα μέτρα», όπου θεωρείται ότι μέρος των υπόχρεων εγκαταστάσεων θα συμμετέχουν σε carbon funds. Οσον αφορά στη διείσδυση της Αιολικής Ενέργειας, λαμβάνεται υπόψη στοχαστικά, με βάση την ανάλυση που έχει γίνει από τους ΡΑΕ-ΔΕΣΜΗΕ-ΚΑΠΕ. Διαμόρφωση σεναρίων Οπως στις περισσότερες αναλύσεις αυτού του είδους, γίνεται χρήση της μεθόδου των σεναρίων. Ως εκ τούτου, τα σενάρια που μελετώνται αποτελούν στην ουσία αξιολόγηση της δυνατότητας και του βαθμού εκπλήρωσης από την Ελλάδα των Ευρωπαϊκών Στόχων παράλληλα με τους Εθνικούς Στόχους Ενεργειακής Πολιτικής. Επίκεντρο της νέας ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής είναι ο κύριος στρατηγικός ενεργειακός στόχος, ότι η Ε.Ε. θα πρέπει να μειώσει τις εκπομπές των αερίων θερμοκηπίου κατά 20% μέχρι το 2020, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Για την επίτευξη του κεντρικού στρατηγικού στόχου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει, παράλληλα, την επίτευξη τριών σχετιζόμενων στόχων: βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης κατά 20%, αύξηση του ποσοστού διείσδυσης των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα στο επίπεδο του 20% μέχρι το 2020 και αύξηση του ποσοστού των βιοκαυσίμων στις μεταφορές στο 10% μέχρι το 2020. Οι εθνικοί στόχοι της ενεργειακής πολιτικής αφορούν στο βαθμό χρησιμοποίησης εγχώριων πηγών ενέργειας και στις συγκεκριμένες στρατηγικές ανάπτυξης του ενεργειακού συστήματος. Συγκεκριμένα, η χρήση των εγχώριων πηγών ενέργειας είναι μόνιμος στόχος της ελληνικής ενεργειακής πολιτικής μετά τις πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του 1970 και αυτό σημαίνει εκμετάλλευση των κοιτασμάτων λιγνίτη, του υδροηλεκτρικού δυναμικού και τελευταία του πλούσιου αιολικού δυναμικού της χώρας. Παράλληλα, η ελληνική ενεργειακή πολιτική έχει υιοθετήσει την αρχή της διαποίκιλσης των πηγών πρωτογενούς ενέργειας, για να εξασφαλισθεί καλύτερα η ασφάλεια εφοδιασμού του ελληνικού ενεργειακού συστήματος, σε συνδυασμό με την αυξημένη χρήση εγχώριων πηγών. Ετσι, αυτή τη στιγμή, είναι σε φάση διείσδυσης το φυσικό αέριο και εξετάζονται οι τεχνολογίες καθαρού άνθρακα, όπως υπαγορεύει και η νέα ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική. Τρία σενάρια Το Σενάριο 1 είναι Σενάριο Αναμενόμενων Εξελίξεων. Χρησιμοποιείται ως σενάριο αναφοράς και περιλαμβάνει μόνο τα μέτρα και τις αποφάσεις ενεργειακής πολιτικής που έχουν ενσωματωθεί ήδη στο ενεργειακό σύστημα. Ετσι, περιλαμβάνει τους μέχρι σήμερα ρυθμούς διείσδυσης των ΑΠΕ, της ΣΗΘ και της εξοικονόμησης ενέργειας, αφορά σε εξελίξεις διεθνών τιμών πετρελαίου σύμφωνα με το σενάριο «μέσων τιμών» του Αμερικανικού Υπουργείου Ενέργειας και δεν περιλαμβάνει περιορισμούς εκπομπών. Το σενάριο αναφοράς χρησιμοποιείται για να προσδιορίσουμε πού θα οδηγηθούν οι εξελίξεις με τη λογική «business as usual» (ή άλλως αν η αγορά πορευθεί από μόνη της) αλλά και για να αποτελέσει ένα μέτρο σύγκρισης με τα 2 σενάρια επίτευξης των Ευρωπαϊκών και Εθνικών Στόχων Ενεργειακής Πολιτικής (βλ. Σενάρια 2 και 3 παρακάτω). Το Σενάριο 2 θεωρεί σταθεροποίηση του επιπέδου των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για την περίοδο μέχρι το 2020. Στο σενάριο αυτό υλοποιούνται οι δεσμεύσεις του πρωτοκόλλου του Kyoto για τον ενεργειακό τομέα για την περίοδο 2008-2012 και εξασφαλίζεται η καλύτερη δυνατή προσέγγιση των στόχων της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Πολιτικής μέχρι το 2020, δηλαδή η αυξημένη διείσδυση των τεχνολογιών ΑΠΕ και εξοικονόμησης ενέργειας στο ενεργειακό σύστημα. Οπως και στο Σενάριο 1, θεωρούνται μέσες διεθνείς τιμές πετρελαίου. Η διείσδυση του φυσικού αερίου στον τομέα τελικής κατανάλωσης περιορίζεται από την εξέλιξη της κατασκευής των δικτύων διανομής. Το Σενάριο 3 περιλαμβάνει τους περιορισμούς του δεύτερου σεναρίου αλλά υιοθετεί το σενάριο «υψηλών τιμών» του Αμερικανικού Υπουργείου Ενέργειας. Ετσι, προσδιορίζεται το μείγμα τεχνολογιών και καυσίμων που θα οδηγήσει στην εκπλήρωση των στόχων του 2ου σεναρίου, υπό τον περιορισμό ότι οι διεθνείς τιμές πετρελαίου κινούνται σε υψηλά επίπεδα, της τάξης των 80-90 δολαρίων το βαρέλι μεταξύ 2015-2020. Αποτελέσματα Οι προσπάθειες που θα καταβάλει η χώρα είναι να πορευθεί σύμφωνα με τις εξελίξεις του Σεναρίου 2 (Σταθεροποίηση Εκπομπών), αντί αυτών του Σεναρίου 1 (Αναφοράς ή BAU) και σε περίπτωση διεθνών εξελίξεων με υψηλές τιμές πετρελαίου, σύμφωνα με αυτές του Σεναρίου 3. Τα Σενάρια 2 και 3 εμπεριέχουν τους απαραίτητους ποσοτικούς στόχους, ώστε να επιτευχθούν οι βραχυπρόθεσμοι (2008-2012) και μεσοπρόθεσμοι (2020) στόχοι ενεργειακής και περιβαλλοντικής πολιτικής και ιδιαίτερα εκείνοι που προκύπτουν από τις υποχρεώσεις της χώρας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Σενάριο Βάσης (1) Στο Σενάριο 1 (Business as Usual ή Σενάριο Βάσης), η χρήση των λιγνιτικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας παραμένει στα σημερινά επίπεδα και ελαττώνεται λίγο μέχρι το 2020, λόγω της διείσδυσης μιας ανθρακικής μονάδας με καύσιμο εισαγόμενο άνθρακα. Η εξέλιξη της χρήσης του φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή είναι αυξανόμενη μέχρι το 2020 δίνοντας 17 TWh (17 εκατ. μεγαβατώρες) το 2010 και 21 TWh το 2020. Η εγκατεστημένη ισχύς των Αιολικών Πάρκων είναι 1,5 GW το 2010 και οι σταθμοί Συμπαραγωγής ξεπερνούν το 1 GW. Το 2020, τα Αιολικά Πάρκα γίνονται 3,5 GW, τα Υδροηλεκτρικά 3,9 GW, η Βιομάζα 200 MW και η ΣΗΘ πλησιάζει τα 2 GW. Το ποσοστό των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή περιορίζεται στο 15% το 2010 και δεν ξεπερνάει το 20% το 2020. Το ποσοστό των ΑΠΕ στη συνολική διάθεση πρωτογενούς ενέργειας είναι 9,5% για το 2020. Παρά την υπολογίσιμη διείσδυση τεχνολογιών ΑΠΕ, ΣΗΘ και εξοικονόμησης ενέργειας στο Σενάριο 1, τα επίπεδα εκπομπών ξεπερνούν τα όρια του πρωτοκόλλου του Κιότο για την περίοδο 2008-2012 (άνω του +40 % από τα επίπεδα του 1990) και αυξάνονται ακόμη περισσότερο μέχρι το 2020. Σταθεροποίηση Εκπομπών (2) Στο Σενάριο 2 (Σταθεροποίηση Εκπομπών με Μέσες Διεθνείς Τιμές Πετρελαίου) για το 2010 προβλέπεται περιορισμός της ηλεκτροπαραγωγής από στερεά καύσιμα κάτω από τις 30 TWh ανά έτος, διπλασιασμός της εγκατεστημένης ισχύος των μονάδων φυσικού αερίου σε σχέση με το 2006, αύξηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο στις 20 TWh περίπου και επίσης αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ στα 2 GW και της Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας στο 1 GW. Για το 2020 και σύμφωνα με το Σενάριο 2, επιδιώκεται μικρός περιορισμός της εγκατεστημένης ισχύος λιγνιτικών σταθμών σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα και σημαντικός περιορισμός της αντίστοιχης ηλεκτροπαραγωγής. Στο σύστημα ηλεκτροπαραγωγής διεισδύει ο λιθάνθρακας και αυξάνεται η εγκατεστημένη ισχύς και η ηλεκτροπαραγωγή από μονάδες φυσικού αερίου. Το επίπεδο διείσδυσης των ΑΠΕ είναι 12% της διάθεσης πρωτογενούς ενέργειας και 28% της ηλεκτροπαραγωγής. Ειδικότερα, θεωρείται (για το 2020) εγκατεστημένη ισχύς 5 GW Αιολικών Πάρκων στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα (και 600 MW στα μη συνδεδεμένα νησιά), 3,9 GW Υδροηλεκτρικών, 800 MW Φωτοβολταϊκών Συστημάτων και 300 MW Βιομάζας. Η εγκατεστημένη ισχύς της ΣΗΘ θα φθάσει τα 2 GW. Τέλος, στο Σενάριο 2 θεωρείται ότι επιτυγχάνεται 5% εξοικονόμηση τελικής ενέργειας ως προς το Σενάριο 1 για το 2020. Η εξοικονόμηση ενέργειας σε επίπεδο συνολικής διάθεσης πρωτογενούς ενέργειας είναι για το 2020 της τάξεως του 5,2% σε σχέση με το Σενάριο 1. Οι εκπομπές αερίων ρύπων για την περίοδο 2008-2012 από τον ενεργειακό τομέα συγκρατούνται στα επίπεδα του +32% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, υπολογίζοντας τη συμμετοχή των υπόχρεων εγκαταστάσεων σε carbon funds. Η αύξηση εκπομπών την περίοδο 2012-2020 θεωρείται μηδενική. Με υψηλές Τιμές Πετρελαίου (3) Σύμφωνα με το Σενάριο 3 (Σταθεροποίηση Εκπομπών με Υψηλές Διεθνείς Τιμές Πετρελαίου), είναι σκόπιμη η μειωμένη χρήση φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή (12 TWh αντί για 20-21 TWh στα άλλα σενάρια) υπέρ των στερεών καυσίμων που μπορεί να φθάσει συνολικά τις 40 TWh το 2020. Θεωρείται μάλιστα σκόπιμη η αυξημένη διείσδυση ανθρακικών μονάδων (4 σταθμοί με καύσιμο εισαγόμενο άνθρακα) της τάξης των 2,4 GW μέχρι το 2020. Αντίστοιχα είναι σκόπιμη η αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος της Συμπαραγωγής στα 2 περίπου GW. Το επίπεδο διείσδυσης των ΑΠΕ είναι 13% της διάθεσης πρωτογενούς ενέργειας και 27% της ηλεκτροπαραγωγής. Οπως και στο Σενάριο 2, θεωρείται για το 2020 εγκατεστημένη ισχύς 5 GW Αιολικών Πάρκων στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα και 600 MW στα μη συνδεδεμένα νησιά, 3,9 GW Υδροηλεκτρικών, 800 MW Φωτοβολταϊκά και 300 MW Βιομάζα. Στο Σενάριο 3, για το 2020 απαιτείται εξοικονόμηση ενέργειας σε επίπεδο συνολικής διάθεσης ενέργειας της τάξης του 7,2% ως προς το Σενάριο 1. Το επίπεδο εξοικονόμησης τελικής ενέργειας πλησιάζει το 10% ως προς το σενάριο αναφοράς. Ειδικότερα, μάλιστα, σε μεγάλο βαθμό στον οικιακό τομέα και σε μικρότερο στον τριτογενή, προκρίνεται εξοικονόμηση ενέργειας από την υποκατάσταση πετρελαίου με ηλεκτρισμό (αντλίες θερμότητας) και εκεί οφείλεται η αυξημένη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας ως προς τα άλλα σενάρια. Τέλος, όπως και στο Σενάριο 2, οι εκπομπές αερίων ρύπων για την περίοδο 2008-2012 από τον ενεργειακό τομέα συγκρατούνται στα επίπεδα του +32% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990 και παρουσιάζουν μηδενική αύξηση μετά το 2012. Συνοψίζοντας, τονίζεται ότι η λογική της παρούσας επεξεργασίας είναι να αναλυθούν οι πιθανές εξελίξεις του Ελληνικού Ενεργειακού Συστήματος σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα μέχρι το 2020. Οι κύριες διαπιστώσεις είναι ότι η Ελλάδα μπορεί να εκπληρώσει τους άμεσους ευρωπαϊκούς στόχους ενεργειακής πολιτικής την περίοδο 2008-2012 και ότι, μέχρι το 2020, μπορεί να πορευθεί σύμφωνα με την νέα ευρωπαϊκή πολιτική. Ετσι φαίνεται ότι, μετά το 2012, η Ελλάδα μπορεί να συγκρατήσει τις εκπομπές αερίων ρύπων από τον τομέα της ενέργειας στα επίπεδα του μέσου όρου της πενταετίας 2008-2012 και, παράλληλα, να εμπλουτίσει το ενεργειακό της ισοζύγιο με 12% συμμετοχή των ΑΠΕ (29% της ηλεκτροπαραγωγής) και σημαντική διείσδυση της Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας, επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα υψηλό ποσοστό εξοικονόμησης ενέργειας. Οι νέοι στόχοι λοιπόν της εθνικής ενεργειακής πολιτικής θα επιτευχθούν με τη μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ, της ΣΗΘ και της εξοικονόμησης ενέργειας και, συνάμα, με τη διαφοροποίηση του ενεργειακού μας ισοζυγίου, μέσω της συνεχιζόμενης διείσδυσης του φυσικού αερίου και της εισαγωγής των τεχνολογιών καύσης καθαρού άνθρακα. Οι εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας Σε ό,τι αφορά την κάλυψη των αναγκών της χώρας σε ηλεκτρικό, ο ΔΕΣΜΗΕ συνεχίζει τις μηνιαίες δημοπρασίες για την εισαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, κυρίως από τα βόρεια σύνορα της χώρας. Ετσι, στις 23 Αυγούστου, θα πρέπει να κατατεθούν προσφορές από traders για εισαγωγές κατά το μήνα Σεπτέμβριο από Βουλγαρία, με δέσμευση χωρητικότητας 200 μεγαβάτ για 720 ώρες και 50 μεγαβάτ για 576 ώρες και από Σκόπια, με δέσμευση 30 μεγαβάτ για 480 ώρες. Λόγω του περιορισμού των εφεδρειών στην παραγωγή και της γενικότερης κατάστασης που επικρατεί σε όλη τη Βαλκανική, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2007, οι εισαγωγές έφτασαν να αντιπροσωπεύουν περίπου το 8% της ζήτησης. Συγκεκριμένα, με ζήτηση 26.924 γιγαβατώρες, οι καθαρές εισαγωγές ανήλθαν σε 2.151 γιγαβατώρες, με τη Βουλγαρία να αποτελεί τον κύριο τροφοδότη της χώρας. Συνολικά, οι εισαγωγές ανήλθαν σε 3.100,2 γιγαβατώρες και οι εξαγωγές σε 949,4 γιγαβατώρες. Από τη Βουλγαρία παρελήφθησαν 1.964,5 γιγαβατώρες και 672 γιγαβατώρες από Ιταλία, ενώ μικρότερες ποσότητες από ΠΓΔΜ και Αλβανία. Προς την τελευταία, πάντως, η Ελλάδα εξήγαγε 897,8 γιγαβατώρες, προκειμένου να στηρίξει το σύστημα της χώρας, το οποίο υφίσταται τις επιπτώσεις της ανομβρίας, καθώς οι κυριότερες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής είναι υδροηλεκτρικές. Προκειμένου να γίνουν συγκρίσεις, σημειώνεται ότι, το εξάμηνο του 2006, οι καθαρές εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας ανήλθαν σε 1.674,7 γιγαβατώρες (εισαγωγές 2.865,4 και εξαγωγές 1.190,7), με τις οποίες καλύφθηκε το 6,4% της συνολικής ζήτησης. Τέλος, να σημειωθεί ότι, τον Ιούνιο, που ήταν μήνας με υψηλή ζήτηση, οι εισαγωγές κάλυψαν το 11,3% της ζήτησης. Κατά την ώρα που καταγράφηκε η μεγαλύτερη ζήτηση των 10.512 μεγαβάτ, δηλαδή στις 14.00 της 26ης Ιουνίου, οι εισαγωγές κάλυψαν το 13,5% της ζήτησης. (ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΉ 10/08/07)