Πάνω από τα 75% των μειώσεων εκπομπών άνθρακα μπορούν να επιτευχθούν μέσω της χρήσης ΑΠΕ, σε συνδυασμό με την ηλεκτροδότηση της οικονομίας, συμπεραίνει ο Διεθνής Οργανισμός IRENA σε πρόσφατη ανάλυσή του. Πιο συγκεκριμένα, ένας χάρτης πορείας για το 2050, που ξεκίνησε στο περιθώριο του Διαλόγου για την ενεργειακή μετάβαση, στο Βερολίνο φέρει την ηλεκτροδότηση μέσω ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, σε σημείο που να μπορεί να αρχίσει να μειώνει άμεσα και αποτελεσματικά τις εκπομπές CO2 που σχετίζονται με τον κλάδο της ενέργειας.

Η νέα έκθεση προβλέπει ότι έως το 2050, ο ηλεκτρισμός θα μπορούσε να πρωταγωνιστήσει ως η βασική πηγή ενέργειας, φθάνοντας από το 20% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας, στο σχεδόν 50%, κάτι που θα υπερδιπλασιάσει τη συμμετοχή του στο ενεργειακό μείγμα.

"Η ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια θα είναι σε θέση να παράσχει το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας ζήτησης ισχύος, ή ποσοστό 86%", αναφέρει η έκθεση και προσθέτει ότι οι κύριοι παράγοντες για την αύξηση της ζήτησης ηλεκτρισμού θα ήταν η προσθήκη περισσοτέρων του ενός δισεκατομμυρίου ηλεκτρικών οχημάτων στην κυκλοφορία.

«Το ύψος των πρόσθετων επενδύσεων που απαιτούνται για να τεθεί ο κόσμος σε μια πιο φιλική προς το κλίμα τροχιά, πέρα ​​από τα υφιστάμενα σχέδια ή πολιτικές, υπολογίζονται σε 15 τρισ. δολάρια έως το 2050».

Κατά τη διάρκεια συνάντησης Τύπου στο Βερολίνο, ο γενικός διευθυντής της IRENA, Francesco La Camera, διατύπωσε αυτή την άποψη, αναγνωρίζοντας ότι, μολονότι παρατηρείται μια στροφή προς την ενεργειακή μετάβαση, εν τούτοις, ο ρυθμός της θα πρέπει να επιταχυνθεί. "Αν θέλουμε να συμμορφωθούμε με τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα, η μόνη μας ευκαιρία είναι η ηλεκτροδότηση και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, κάτι που θα μας προσφέρει τη δυνατότητα να μειώσουμε το 75% των εκπομπών CO2, έως το 2050", είπε χαρακτηριστικά ο ίδιος.

Από την πλευρά του, ο κ. Simone Peter, πρόεδρος της Γερμανικής Ομοσπονδίας Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, τόνισε τη σημασία της ύπαρξης ενός πολιτικού πλαισίου για την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, το οποίο είπε, θα πρέπει να θεωρηθεί ως ευκαιρία και όχι ως επιβάρυνση. «Οι ιδιώτες και οι αγρότες αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 40% της δυναμικότητας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας», ανέφερε, προσθέτοντας ότι 95% των Γερμανών υποστηρίζουν την περαιτέρω επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και κατέληξε, λέγοντας πως οι ΑΠΕ αποτελούν, πέραν όλων των άλλων και ένα οικονομικό μέσο, καθώς «10,3 εκατομμύρια άνθρωποι εργάζονται στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, παγκοσμίως και αναμένουμε να προστεθούν σε αυτούς, άλλα 24 εκατομμύρια έως το 2030, σε παγκόσμια κλίμακα».