Μετά τους υδρογονάνθρακες, τα μέταλλα προβάλλουν σαν πρωταρχικός παράγοντας για την ανάδειξη της Ρωσίας σε μεγάλη βιομηχανική δύναμη καθώς και για την αναβάθμισή της όχι μόνο στην παγκόσμια αγορά αλλά και στη διπλωματική κονίστρα. Η μεγαλύτερη σε έκταση χώρα του κόσμου διαθέτει ανεκτίμητο μεταλλευτικό πλούτο. Οπως σημειώνει συνεργάτης του Associated Press (ΑΡ), ένας μύθος λέει πως ο Θεός αποφάσισε να σκορπίσει πλούτη σε διάφορα μέρη της Γης... «Ευλογημένη γη» Τα χέρια του όμως... «πάγωσαν» πάνω από το Νορίλσκ και ό,τι κρατούσε έπεσαν σ' αυτή την περιοχή, όπου διόλου τυχαία βρισκόταν επί σταλινισμού ένα από τα πιο δυσώνυμα γκουλάγκ (στρατόπεδα καταναγκαστικών έργων). Τώρα η περιοχή του Νορίλσκ, πόλης που ιδρύθηκε το 1935 στην επαρχία του Κρασνογιάρσκ, όπου υπάρχουν πλούσια κοιτάσματα χαλκού, νικελίου, κοβαλτίου, πλατίνης και λιγότερο σημαντικά άνθρακα, έχει εξελιχθεί στο μεγαλύτερο στον κόσμο κέντρο παραγωγής νικελίου και παλλαδίου. Εκεί έχει την έδρα του και ο όμιλος Νορίλσκ Νίκελ, που τον περασμένο χρόνο χάρη στη ραγδαία αύξηση της ζήτησης από Κίνα και Ινδία τα κέρδη του υπερδιπλασιάστηκαν. Σύμφωνα με στοιχεία του Χρηματιστηρίου Μετάλλων του Λονδίνου (London Metal Exchange), πέρυσι η μέση ετήσια τιμή του νικελίου εκτινάχθηκε στα 24.155 δολάρια ο τόνος, με ένα άλμα 64%. Τελευταία, πάντως, κυμαίνεται γύρω στα 29.000 δολάρια, αισθητά χαμηλότερα από το επίπεδο - ρεκόρ των 50.000 δολαρίων που είχε φτάσει φέτος το Μάιο. Κατά το εκτενές ρεπορτάζ του ΑΡ, τον Απρίλιο αυξήθηκαν 40% οι μισθοί στο Νορίλσκ, όπου τώρα οι εργάτες στα χυτήρια παίρνουν κάπου 1.500 δολάρια το μήνα, το τριπλάσιο του «εθνικού μέσου όρου». Ομως, αλματώδης υπήρξε η άνοδος των τιμών και άλλων μετάλλων που παράγει σε μεγάλες ποσότητες η Ρωσία: του χαλκού ανέβηκε 30% εφέτος, του αλουμινίου 36% πέρυσι, ενώ σε τρία χρόνια μέσα διπλασιάστηκαν οι τιμές του σιδηρομεταλλεύματος. Χάρη στο φθηνό ηλεκτρικό ρεύμα και τους χαμηλούς μισθούς οι ρωσικές εταιρείες του εξορυκτικού κλάδου είναι πολύ πιο κερδοφόρες από τις ξένες. Με τη σειρά της η υψηλή κερδοφορία επιτρέπει εξαγορές κλίμακας στο εξωτερικό. Ενδεικτικές περιπτώσεις: τον Ιούνιο η Νορίλσκ με τίμημα 6,4 δισ. δολαρίων απέκτησε τον έλεγχο του καναδικού κολοσσού Lion-Ore. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη στα χρονικά εξαγορά εκ μέρους ρωσικής εταιρείας στο εξωτερικό. Με το deal αυτό η Νορίλσκ ελέγχει ορυχεία και εργοστάσια νικελίου σε Αυστραλία, Νότια Αφρική και Μποτσουάνα. Επίσης ο ρωσικός όμιλος ελέγχει τη Stillwater Mining of Montana, τη μοναδική αμερικανική εταιρεία εξόρυξης πλατίνας και παλλαδίου. Η αμερικανική επιθεώρηση «Forbes» γράφει, ότι πέρυσι οι πέντε πρώτοι από τους ρώσους μεγιστάνες του εξορυκτικού-μεταλλουργικού κλάδου αύξησαν τη συνολική αξία των περιουσιών τους κατά 70% και τώρα και οι πέντε μαζί «ζυγίζουν» 66 δισ. δολάρια. Ανάμεσά τους είναι και οι δύο μεγαλομέτοχοι του ομίλου Νορίλσκ, οι Βλαντιμίρ Ποτάνιν και Μιχαήλ Προχόροφ. Το τρομερό δίδυμο συγκαταλέγεται στους τραπεζίτες της «αυλής» του Γέλτσιν που αντί πινακίου φακής απέκτησαν «φιλέτα» του εθνικού πλούτου της μετασοβιετικής Ρωσίας. Αλλά οι δύο δαιμόνιοι επιχειρηματίες ανέδειξαν σε ασυναγώνιστο πολυεθνικό μεγαθήριο τη Νορίλσκ Νίκελ, δημιούργημα του Στάλιν. Δεν θα... πετούσαν Ενας άλλος ιδιωτικός όμιλος, ο UC Russian Aluminium, αντιπροσωπεύει το 12% της παγκόσμιας παραγωγής αλουμινίου. Τα ρωσικά κρατικά κοιτάσματα και εμπορικά αποθέματα ουρανίου είναι τα μεγαλύτερα στην υφήλιο (το 20%), ενώ μεταλλευτική εταιρεία ελεγχόμενη από τον κρατικό εξαγωγέα όπλων Rosoboronexport είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο παραγωγός τιτανίου. Οπως επισημαίνουν επαΐοντες, «χωρίς τιτάνιο παραγωγής της ρωσικής VSMPO-Avisma δεν πετάνε τα αμερικανικά Boeing 787 Dreamliner ούτε τα Α350 XWB της Airbus, ενώ με της ίδιας ακριβώς προέλευσης τιτάνιο ναυπηγείται και το αμερικανικό μαχητικό F-35 Joint Strike Fighter της Lockheed Martin!». (Ελευθεροτυπία 26/08/07)