Του Κωστή Χατζηδάκη, Ευρωβουλευτή ΝΔ, υποψήφιου Β’ Αθηνών
Νομίζω πως κανένας Έλληνας δεν αμφισβητεί ότι, αν οι τελευταίες πυρκαγιές που ξέσπασαν στη χώρα μας συνέβαιναν ακόμα και στο πιο οργανωμένο κράτος του κόσμου, θα είχαν ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες. Βιώσαμε ακραίες καιρικές καταστάσεις που δεν έχουν προηγούμενο στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας. Κανένας Έλληνας, επίσης, δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι τόσες πολλές φωτιές την ίδια στιγμή δεν μπορεί να οφείλονται μόνο σε συμπτώσεις. Δυστυχώς υπάρχουν διεστραμμένοι εγκέφαλοι που επιθυμούν, για τους δικούς τους λόγους, να κάψουν την πατρίδα μας. Το ότι αυτή η καταστροφή συμπίπτει με τις εκλογές μπορεί να προσθέσει πολιτικό δηλητήριο στην ατμόσφαιρα. Είναι στο χέρι των πολιτικών να κρατήσουν τον πολιτικό διάλογο σε ένα επίπεδο ευπρέπειας, ώστε να μην προσθέσουμε στην καταστροφή τον αλληλοσπαραγμό. Κυρίως, όμως, πρέπει, αφού μεριμνήσουμε για όσους επλήγησαν από τις φωτιές, να στραφούμε στο περιβάλλον. Να το αναβαθμίσουμε σημαντικά ως πολιτική προτεραιότητα. Οι κλιματικές αλλαγές, τις συνέπειες των οποίων ήδη βιώνουμε όλοι πολύ πιο σύντομα απ’ ότι προβλεπόταν, μας επιβάλλουν να μην καθυστερήσουμε. Πρωτεύουσας σημασίας είναι η δημιουργία ενός ξεχωριστού Υπουργείου Περιβάλλοντος, που θα προωθήσει μια σφαιρική πολιτική και θα εφαρμόσει συντονισμένες πρακτικές για την επίσπευση της υλοποίησης των απαραίτητων μέτρων προστασίας του περιβάλλοντος. Η Ελλάδα είναι, μαζί με τη Μολδαβία, η μόνη χώρα της Ευρώπης που δεν έχει χωριστό υπουργείο για το περιβάλλον. Ένα υπουργείο που θα ασχολείται μόνο με αυτά τα θέματα και θα δώσει την έμφαση που χρειάζεται στον φυσικό πλούτο της χώρας μας. Έτσι, θα υλοποιηθεί με ταχείς ρυθμούς ο συνολικός χωροταξικός σχεδιασμός που είναι τόσο αναγκαίος για την σωστή και συστηματική προστασία του περιβάλλοντος. Θα διευκολυνθεί, επίσης, η ολοκλήρωση του εθνικού δασολογίου και κτηματολογίου. Πιστεύω, μάλιστα, πως η κατάρτιση δασολογίου θα πρέπει να προηγηθεί εκείνης του κτηματολογίου. Αφ’ ενός είναι μια διαδικασία ευκολότερη από εκείνη του εθνικού κτηματολογίου και αφ’ ετέρου, καθίσταται αδήριτη ανάγκη ύστερα από τα πρόσφατα τραγικά γεγονότα. Εξ’ ίσου αποτελεσματική με την ίδρυση ξεχωριστού Υπουργείου Περιβάλλοντος θα είναι, πιστεύω, η υιοθέτηση ενός πιο απλού μοντέλου διοίκησης της χώρας. Ενός μοντέλου που θα έχει δύο και όχι τρεις βαθμούς αυτοδιοίκησης, με ξεκάθαρες αρμοδιότητες, ώστε να αποφεύγονται οι αλληλοεπικαλύψεις αρμοδιοτήτων και οι αναπόφευκτες συγκρούσεις ανάμεσα σε φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης, δημάρχους, νομάρχες, περιφερειάρχες…, με αναπόφευκτες συνέπειες και στην περιβαλλοντική πολιτική. Απαιτείται, ταυτόχρονα, μια μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση των πολιτών, την οποία μπορεί και πρέπει να προκαλέσει και το ίδιο το κράτος. Σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη, η Ελλάδα έχει, δυστυχώς, ένα έλλειμμα κοινωνικής ευαισθητοποίησης. Η επένδυση στην εκπαίδευση δε φτάνει. Είναι, θεωρώ, αναγκαίο να θεσπίσει η πολιτεία κίνητρα για τους πολίτες προκειμένου να προστατεύσουν το περιβάλλον και αντικίνητρα για εκείνους που πράττουν το αντίθετο. Στο Ρότερνταμ της Ολλανδίας, για παράδειγμα, οι αρχές δεν αρκέστηκαν απλώς και μόνο σε διακηρύξεις για την ανάγκη ανακύκλωσης από τους πολίτες. Τους έδωσαν οικονομικά κίνητρα. Δημιούργησαν ένα σύστημα πιστωτικών καρτών, συμβεβλημένων με διάφορα καταστήματα που πωλούν οικολογικά προϊόντα. Οι πολίτες, ανάλογα με την ανακύκλωση που κάνουν, συγκεντρώνουν πιστωτικές μονάδες με τις οποίες κάνουν αγορές με εκπτώσεις στα ανάλογα καταστήματα. Επίσης, για να δώσουμε ακόμα περισσότερα κίνητρα για έναν πιο «πράσινο» τρόπο ζωής, θα πρότεινα να προχωρήσουμε σε μια αναπροσαρμογή του φορολογικού μας συστήματος βασισμένη στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Μπορούμε, χωρίς να προσθέσουμε νέους φόρους, να ελαττώσουμε τη φορολογία που επιβαρύνει την εργασία, αυξάνοντας αντίστοιχα τη φορολογία ανάλογα με την επιβάρυνση στο περιβάλλον. Έτσι, θα διαμορφώσουμε στην πράξη μια περιβαλλοντική πολιτική που θα επιβραβεύει τους πολίτες και τις επιχειρήσεις που πραγματικά νοιάζονται για το περιβάλλον. Τέλος, αποδοτική είναι η εφαρμογή νέων πρακτικών που δοκιμάστηκαν σε άλλες χώρες του εξωτερικού και πέτυχαν. Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης τα πάρκα και οι αδόμητοι χώροι αξιοποιούνται κατάλληλα με ιδιωτικές επενδύσεις προς όφελος του περιβάλλοντος και, ασφαλώς, των πολιτών. Δίνεται η δυνατότητα σε έναν ιδιώτη να κατασκευάσει, για παράδειγμα, ένα λούνα παρκ ή να κάνει αθλητικές δραστηριότητες για παιδιά και για νέους, αφού προηγουμένως αναλάβει όλο το κόστος δημιουργίας και συντήρησης ενός πάρκου. Επίσης, προωθούνται καινοτόμα προγράμματα, όπως αυτό της «πράσινης στέγης». Στο Μάλμοε της Σουηδίας, ο δήμος, αξιοποιώντας κονδύλια της ΕΕ, φύτεψε τις ταράτσες των σπιτιών με νέα και ακίνδυνα για τη στατικότητα υλικά και δημιούργησε οάσεις πρασίνου με ευεργετικά αποτελέσματα για το περιβάλλον. Μπορεί αυτό να γίνει και εδώ, αρκεί να το θελήσουμε. Εκείνο που χρειάζεται ο τόπος αυτή τη στιγμή δεν είναι διακηρύξεις. Είναι σαφείς, ουσιαστικές και καινοτόμες λύσεις. Λύσεις που θα έχουν διττό στόχο. Αφ’ ενός να επουλώσουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και στα όρια του ανθρωπίνως δυνατού τις πληγές που άνοιξαν οι πυρκαγιές και αφ’ ετέρου να εξασφαλίσουν μακροπρόθεσμα μια καλύτερη ποιότητα ζωής σ’ όλους τους Έλληνες. (Από την Εφημερίδα ΕΣΤΙΑ 30/08/2007)