του Κ.Ν. Σταμπολή Ενώ κορυφώνονται οι πολεμικές προετοιμασίες από τις Αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις και της συμμάχου Μεγ. Βρετανίας, με στόχο την στρατιωτική επέμβαση στο Ιράκ, τα ερωτήματα παραμένουν και μάλιστα εντείνονται τις τελευταίες ημέρες ως προς τα πραγματικά αίτια μιας τόσο δυναμικής παρέμβασης. Οι λίγοι τους οποίους προβάλλει επισήμως η κυβέρνηση των ΗΠΑ περί κατοχής όπλων μαζικής καταστροφής και της απειλής που συνιστούν από το καθεστώς της Βαγδάτης, ουδόλως πείθουν τον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή το Γαλλο-Γερμανικό άξονα αλλά και πολλές άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας. Το εάν τελικά θα εκδιωχθεί ο δικτάτορας Σαντάμ Χουσεϊν ως αποτέλεσμα πολεμικών επιχειρήσεων εντός του Ιράκ ή θα αποχωρήσει «οικειοθελώς» με πρόσχημα την αποφυγή ολοκαυτώματος της ιρακινής πρωτεύουσας και ισοπέδωσης της χώρας από τις εισβάλλουσες Αμερικανικές δυνάμεις, είναι ένα ερώτημα το οποίο θα απαντηθεί μέσα στις επόμενες εβδομάδες και θα εξαρτηθεί εν πολλοίς από τη διαμόρφωση του κλίματος εντός της ιεραρχίας του κυβερνώντος κόμματος Μπααθ και των ισορροπιών που θα θελήσει να διαμορφώσει με τα άλλα Αραβικά κράτη. Σε κάθε περίπτωση όμως η στρατιωτική κινητοποίηση των Αγγλο-Αμερικανών δεν πρόκειται αίφνης να σταματήσει αλλά απεναντίας θα κορυφωθεί μέχρις ότου επιτευχθεί η εκθρόνιση του Σαντάμ Χουσεϊν και η κατάλυση του μηχανισμού εξουσίας του και η αντικατάσταση του από το ήδη προετοιμαζόμενο φιλικά προσκείμενο στις ΗΠΑ διάδοχο σχήμα. Όπως πολύ εύστοχα παρατήρησε πρόσφατα γνωστός ξένος διπλωμάτης, συμμάχου χώρας των ΗΠΑ στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, και εκ της θέσεως του άριστα ενημερωμένος, «είναι δύσκολο να σταματήσεις έναν ελέφαντα που καλπάζει». Με δεδομένο το πετρελαϊκό δυναμικό του Ιράκ αλά και της γύρω περιοχής (δηλ. Σ. Αραβία, Κουβέϊτ, Κατάρ, Εμιράτα, Ιράν) και του τρόπου με τον οποίο οι αραβικές χώρες έχουν στο παρελθόν χρησιμοποιήσει το πετρέλαιο ως οικονομικό όπλο (π.χ. εμπάργκο το 1973, κρίση στην Περσία το 1979 κλπ) δεν στερούνται λογικής οι τοποθετήσεις πολλών αναλυτών τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, οι οποίες εστιάζουν το ενδιαφέρον των Αμερικανών στην επιθυμία τους να ελέγξουν την παραγωγή και με αυτόν τον τρόπο να εξασφαλίσουν την αδιάκοπη ροή πετρελαίων από τη Μέση Ανατολή προς την Ευρώπη (όπου εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται αρκετές Αμερικανικές εταιρείες) και τις ΗΠΑ. Όμως, το επιχείρημα περί εξασφάλισης ενεργειακών πρώτων υλών δεν ευσταθεί απόλυτα αφού οι ΗΠΑ εισάγουν ένα μικρό μόνο ποσοστό των καθημερινών πετρελαϊκών αναγκών τους από τη Μέση Ανατολή. Σύμφωνα με δημοσιευμένα στοιχεία του 2001 οι ΗΠΑ κατανάλωναν 19,697 χιλ. βαρέλια πετρελαίου ανά ημέρα, και εισάγουν 11,093 χιλ. βαρέλια, εκ των οποίων 8,932 χιλ.βαρ. σε ακατέργαστο αργό. Από αυτήν την ποσότητα εισήγαγαν μόνο 2,425 χιλ.βαρ/ημέρα από τη Μέση Ανατολή ενώ οι υπόλοιπες εισαγωγές τους προήλθαν από χώρες της Λατινικής Αμερικής, το Μεξικό, τη Ρωσία, τον Καναδά και τη Νότια Αφρική. Δηλαδή οι ΗΠΑ εξαρτώνται μόνο σε ποσοστό 12.3% για τις καθημερινές τους ανάγκες από εισαγωγές προέλευσης Σ. Αραβίας, Ιράκ, Ιράν κ.α. εγγύς χωρών συνολικά. (Στοιχεία από το BP Statistical Review of US Energy, 2001). Ένα ποσοστό το οποίο σταδιακά, και εντός μηνών, μπορεί να μειωθεί στο ελάχιστο με αντικατάσταση εισαγωγών από χώρες εκτός Μέσης Ανατολής. Άρα η πολυσυζητημένη άποψη ότι οι ΗΠΑ οδηγούνται σε πόλεμο στο Ιράκ λόγω της επιθυμίας τους να ελέγξουν την παραγωγή πετρελαίου, δεν ευσταθεί απόλυτα. Οπωσδήποτε το πετρέλαιο αποτελεί ένα σοβαρό κίνητρο για την αναμενόμενη πολεμική εμπλοκή στο μέτρο όμως που οι ΗΠΑ επιθυμούν να συμμετάσχουν στο μηχανισμό ελέγχου και καθορισμού της τιμής του ο οποίος τώρα ελέγχεται με επιτυχία από τον ΟΠΕΚ. Μία μόνιμη και σοβαρή στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στην περιοχή αναμφίβολα θα επηρεάσει τις ισορροπίες εντός του καρτέλ, όπου ως γνωστόν τον κύριο λόγο έχει η Σαουδική Αραβία. Υπάρχουν όμως και άλλοι λόγοι εξ΄ ίσου σοβαροί, εάν όχι σοβαρότεροι, οι οποίοι δικαιολογούν – στην κοινή γνώμη της Αμερικής – την προγραμματισμένη στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ στην περιοχή. Οι λόγοι αυτοί πρέπει ν΄ αναζητηθούν στα τρομοκρατικά κτυπήματα της 11/9/2001 στη Ν. Υόρκη και την Ουάσινγκτον και στο πολιτικό και ψυχολογικό κλίμα που διαμορφώθηκε έκτοτε στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Η φαινομενική αδυναμία της κυβέρνησης Μπους να κατατροπώσει τους τρομοκράτες του Μπιν Λάντεν (ο οποίος εξακολουθεί να υπάρχει και να δρα) και ν΄ αντιμετωπίσει τον αντιαμερικανισμό του Μουσουλμανικού στοιχείου ανά τον κόσμο, έχει συμβάλλει στη δημιουργία πρωτόγονων αντιδράσεων και αντανακλαστικών σε βαθμό που μόνο μία βίαιη ενέργεια, μεγαλύτερη σε κλίμακα και ένταση, όπως είναι ένας κανονικός πόλεμος, μπορεί να τα κατευνάσει. Η κεφαλή του Μπιν Λάντεν, ακόμα και οι κεφαλές όλων των συνεργατών του ανά την υφήλιο, δεν επαρκούν για να αντισταθμίσουν το πλήγμα και την ταπείνωση που υπέστησαν οι ΗΠΑ στις 11/9. Δεν είναι υπερβολή να υποστηρίξουμε ότι ο λαός των ΗΠΑ, ζητάει και αυτός, μαζί με την ηγεσία του, την εκδίκηση του. Η κεφαλή του Σαντάμ Χουσεϊν είναι διαθέσιμη και προσφέρεται για μία τέτοια ενέργεια. (Εξ άλλου υπήρξε αρκετός χρόνος τους τελευταίους 15 μήνες για να καλλιεργηθεί επαρκώς το αρνητικό του προφίλ από τα Αμερικανικά ΜΜΕ). Τέλος, δεν πρέπει να παραβλεφθεί η νέα γεωπολιτική που προωθούν οι ΗΠΑ μετά τη λήξη του ψυχρού πολέμου, βάσει της οποίας επιδιώκεται η ενίσχυση του ρόλου τους σε περιοχές κόμβους από τις οποίες μπορούν να ελέγχουν τις κατά τόπους πολιτικές και άλλες εξελίξεις. Βλέπε Γιουγκοσλαβία, Κοσυφοπέδιο, Αφγανιστάν, Κεντρική Ασία όπου τα τελευταία 4-5 χρόνια οι ΗΠΑ έχουν κάνει αισθητή την παρουσία τους. Με την επανεμφάνιση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Αραβική χερσόνησο και την επιδίωξη για απόλυτο έλεγχο της περιοχής, συμπεριλαμβανομένης και της Σαουδικής Αραβίας, η κυβέρνηση των ΗΠΑ μεταφέρει εμπράκτως το μήνυμα της ότι δεν θα ανεχθεί πλέον από κανέναν τρομοκρατικές και άλλες προκλήσεις. Βέβαια το πολεμικό φιλμ το οποίο θα δούμε να παίζεται ζωντανά στις μικρές οθόνες μας μέσα στις επόμενες εβδομάδες θα ακολουθήσει άλλο, πλέον δραματικό έργο, με πολλές πράξεις και σε βάθος χρόνου αφού η Αμερικανική επιδρομή στα Αραβικά εδάφη δεν θα μείνει αναπάντητη από πλευράς Ισλαμιστών φονταμενταλιστών και ακραίων Βαχαμπιστών. Και ο κύκλος αίματος μεταξύ των Χριστιανών της Δύσης και των Μωαμεθανών της Ανατολής, που άρχισε πριν πολλούς αιώνες στην ίδια περιοχή, θα συνεχίσει αέναα μέχρι ολοκληρωτικής καταστροφής, τώρα ή απλώς αργότερα, σύμφωνα με το πεπρωμένο του ανθρώπινου γένους. Εν κατακλείδι, οι λόγοι της επικείμενης πολεμικής σύρραξης είναι πολλοί και διάφοροι και δεν εστιάζονται μόνο στο πετρέλαιο ή στην επιθυμία των ΗΠΑ για έλεγχο της περιοχής, ή στη μόνιμη λύση του Μεσανατολικού. Υπάρχουν αρκετές αιτίες και πολλά κίνητρα τα οποία αποτελούν μέρος μιας ολόκληρης εξωτερικής πολιτικής και γεωπολιτικής στρατηγικής που «απώτερο» στόχο έχει την ισχυροποίηση του ρόλου των ΗΠΑ στη διεθνή σκηνή. Αφορμές δεν είναι πάντοτε ανάγκη να υπάρχουν. Εφευρίσκονται, όπως στην περίπτωση του Ιράκ. Γιατί μόνο μία υπερδύναμη του μεγέθους και τεχνολογικής υπεροχής των Ηνωμένων Πολιτειών μπορεί ν΄ απεργάζεται και να εφαρμόζει την πολιτική του «αύριο» σήμερα.

Διαβάστε ακόμα